marxoudi_web1ekfrasi_logolhs_logo

 

Ποιητική βραδιά στο Καφενείο της Πέμπτης:

Ο Κυριάκος Ευθυμίου διαβάζει Κυριάκο Ευθυμίου - από τη συλλογή του "Κυρτός Αλατοπώλης"

Στο Καφενείο της Πέμπτης, στις 19 του Απρίλη 2018, είχαμε τη χαρά και την τιμή να έχουμε μαζί μας τον Κυριάκο Ευθυμίου, που σε ατμόσφαιρα πραγματικής μυσταγωγίας διάβασε, με τον ξεχωριστό δικό του τρόπο, ποιήματα από τη βραβευμένη συλλογή του "Κυρτός Αλατοπώλης". Αντί άλλης απόπειρας αναφοράς στην ποιητική αυτή βραδιά, παραθέτουμε τη μεστή εισαγωγή σε αυτήν από τον Τάκη Χατζηδημητρίου, τον οποίο και θερμά ευχαριστούμε.

...........

Εισαγωγή από τον Τάκη Χατζηδημητρίου

Είναι όμορφο και σημαντικό να φιλοξενούμε απόψε τον ποιητή Κυριάκο Ευθυμίου. Χωρίς να ξεχνούμε τον πραγματικό, για να είμαστε ειλικρινείς, πολιτικό μας εαυτό, που τον κατατρέχει καθημερινά η αναζήτηση της λογικής και η προσφυγή μας από επιχείρημα σε επιχείρημα, απόψε με τον Κυριάκο θα αποτολμήσουμε κάτι άλλο, διαφορετικό, αλλά απόλυτα αναγκαίο. Θα αναζητήσουμε τον άνθρωπο, την ψυχή του μέσα στους άνυδρους καιρούς που περνάμε.

Προχθές μια δημοσιογράφος, από τις πιο εκλεχτές σε εντιμότητα, ευφυΐα και γνώσεις με ρώτησε: «Ακόμη ελπίζεις;»

Αναζήτησα την απάντησή μου όχι στη λογική και στο επιχείρημα αλλά στην ποίηση.

Κατέφυγα στο μεγάλο Αισχύλο, στον Προμηθέα Δεσμώτη, το μεγάλο ευεργέτη των ανθρώπων, τον Ιησού των αρχαίων.

Ξέρουμε για τη φωτιά. Πριν όμως και πάνω από τη φωτιά ο Προμηθέας πρόσφερε κάτι πιο πολύτιμο στους ανθρώπους, στην ψυχή και στην ύπαρξή τους - την ελπίδα, για να κάνει τη ζωή τους βιώσιμη, για να τους δώσει απαντοχές.

«Τυφλές ελπίδες μέσα στην ψυχή τους έβαλα», μας λέγει ο σταυρωμένος στον Καύκασο Προμηθέας.

Αυτό που μας λέγει ο Αισχύλος μέσα από τα λόγια του Προμηθέα δεν θα μπορούσε να το πει κανένας πολιτικός, κανένας ηγέτης, βασιλιάς ή ήρωας. Μόνο ένας ποιητής.

Λοιπόν, είναι χρήσιμη η καταφυγή στη λογοτεχνία, στην ποίηση. Όχι για να αναλύσουμε τα γεγονότα, αλλά για να μπούμε στο βάθος της σκέψης, στο πνεύμα της εποχής, για να εννοήσουμε το αίσθημα του ανθρώπου. Να αντιληφθούμε πόσο δοκιμάστηκε η ψυχή του μέσα σε ανυπέρβλητα συμβάντα, να συλλάβουμε πόσο κλονίστηκε η ίδιά του η συγκρότηση και πώς κατάρρευσε μέσα του κάθε έννοια προηγούμενης λογικής ή συμπόρευσης με άλλους. Μέσα από την ποίηση ίσως γνωρίσουμε πληρέστερα τι άφησε πίσω της η χωρίς όρια απελπισία και ο χωρίς μέτρο πόνος. Και όλα αυτά σε μια χρονίζουσα και χωρίς προοπτική μέσα στη ζωή διαδρομή.

Με αυτή τη μυστηριακή λειτουργία θα ασχοληθούμε απόψε. Την ποίηση. Τον ποιητή. Δύσκολο και το ένα και το άλλο, όμως αναγκαίο για την ίδια τη φύση της εκδήλωσης. Δεν ήρθαμε εδώ μόνο για να γνωρίσουμε και ν’ ακούσουμε τον ποιητή. Ήρθαμε για να βρεθούμε σε διάλογο με τον ίδιο και με την ποίησή του.

Θα μου πείτε: Δεν είναι το ίδιο ;

Ο οδηγός μου στους δρόμους της ποίησης, ο Τ. Σ. Έλιοτ, μας λέγει «Δεν πιστεύω ότι η σχέση ενός ποιήματος με την καταγωγή του μπορεί να ανιχνευθεί καθαρά». Τον ποιητή τον καταδιώκει ένας δαίμονας και προσθέτει ότι από τον προσωπικό στοχασμό μέχρι το έπος και το δράμα μπορούν να ακουστούν περισσότερες από μία φωνές. Η φωνή του ποιητή. Η πρόσληψη του αναγνώστη, του κάθε αναγνώστη. Δύο διαφορετικά στοιχεία. Κι οι φωνές πολλές, ίσως όσοι και οι αναγνώστες.

Και ο άνθρωπος που έχουμε απόψε μαζί μας ζει και δημιουργεί και με το πάθος της επικοινωνίας να τον κυριαρχεί. Το βάσανο δικό του. Η ποίηση δική μας.

Όμως ποιος είναι ο άνθρωπος;

Είναι ποιητής, είναι θεατρικός συγγραφέας, είναι αναγνώστης ποίησης, είναι μεταφραστής. Ακόμη: Απαγγέλλει, μας διδάσκει, μας μεταδίδει, μας συγκινεί. Η ποίηση τον δονεί. Και μεταδίδει τη συγκίνηση. Κάνει και τους άλλους να την αγαπήσουν.

Η ατομικότητα της ποίησης και η πολύμορφη επικοινωνία με το θέατρο είναι η ίδια η ζωή του. Και το ένα και το άλλο προϋποθέτουν άνθρωπο που έχει κάτι να πει και που απευθύνεται στο κοινό. Σε όλους εμάς.

Θα προσεγγίσουμε απόψε την ποίηση του Κυριάκου. Εκείνος ως εξάγγελος. Εμείς ως ακροατές. Ως άνθρωποι που χρειαζόμαστε ένα μίτο, χρειαζόμαστε επαφή και γνωριμία με τις λέξεις, τις μαγικές λέξεις, που θα μας βοηθήσουν να αποκρυπτογραφήσουμε τη γραφή του. Είμαστε σε θέση να ξέρουμε ότι για να καταλάβεις τον κόσμο γύρω σου χρειάζεσαι παιδεία, το ίδιο συμβαίνει και με την ποίηση. Μέσα λοιπόν από το διάλογο θα πλουτίσουμε τη δική μας δυνατότητα να διαλεγόμαστε με την ίδια την έννοια της ποίησης.

Ο Κυριάκος είναι δοσμένος ολόψυχα στην τέχνη του λόγου.

Αυτό φαίνεται ολοκάθαρα από την τελευταία του συλλογή, ο «Κυρτός Αλατοπώλης». Συλλογή που γνώρισε τη γενική αναγνώριση και που πρόσφερε στον ποιητή το κρατικό βραβείο ποίησης.

Ακόμη και από τον τίτλο της συλλογής, κάθε άλλο παρά ποιητικό, μας προδιαθέτει ν΄ αντιληφθούμε ότι έχουμε να κάνουμε με μια διαφορετική ποίηση, με δικά της χαρακτηριστικά, πέραν των συμβατικών εννοιών και μορφών.

Είναι ποίηση ενός ανθρώπου και ταυτόχρονα μιας εποχής.

Είναι καρπός εσωτερικής βασάνου του ποιητή.

Και πρώτα η εποχή.

Ο ποιητής μας εκδίδει την ποιητική του συλλογή «Κυρτός Αλατοπώλης» το 2015.

Κυκλοφόρησε τριάντα με σαράντα χρόνια ύστερα από το πραξικόπημα και την κατοχή.

Η πάροδος του χρόνου δεν έσβησε από τη μνήμη τις πίκρες που άφησαν πίσω τους τα γεγονότα. Ο συγκλονισμός ήταν τόσο βαθύς που άλλαξε τον τρόπο της σκέψης, μας έβαλε αντιμέτωπους με θεμελιώδη ερωτήματα, προκάλεσε κατάρρευση πίστεων και πεποιθήσεων, έφερε χρεωκοπίες και αμφισβητήσεις. Λέχθηκαν έκτοτε πολλά. Έγιναν εκτιμήσεις για τα συμβάντα και τις συνέπειές τους. Όμως, τι όλα αυτά σήμαιναν για την ψυχή του ανθρώπου, τα αισθήματά του, τα συνειδητά ή ασυνείδητα τραύματα, ποιος άλλος θα μπορούσε να μιλήσει καλυτέρα από τη λογοτεχνία και ιδιαίτερα από την ποίηση;

Περάσαμε μια πρώτη περίοδο διαμαρτυρίας, καταγγελίας, απόρριψης. Μπήκαμε σε μια δεύτερη περίοδο πιο σύνθετης αναζήτησης. Και όταν κι αυτό το κατέφαγε ο χρόνος, τότε μπήκαμε στην περίοδο της πιο δραματικής εσωτερικής αναζήτησης, για μια καταστροφή που την βλέπουμε πια μοιραία και παντοτινή, χωρίς διέξοδο και προοπτική.

Στην ποίηση αυτό δεν εκφράζεται με κραυγές και ρητορείες, αλλά με εσωτερικό βάσανο. Το επισημαίνουμε στην ποίηση του Κυριάκου. Παραμένει ο ποιητής συνειδητός ακόλουθος της ίδιας της έμπνευσής του και επίπονος δουλευτής στην αναζήτηση της μορφής και των λέξεών του. Σε όλους εμάς παραδίδει τα ποιήματά του, που τα χαρακτηρίζει σεμνότητα και απλότητα βαθιά, μετουσιωμένα με τη δική τους αρμονία και μουσικότητα.

Κι απ’ εκεί και πέρα υπάρχει για την αληθινή ποίηση η δική της ζωή. Η συλλογή που έχουμε μπροστά μας δεν είναι αυτοφυής. Είναι έργο πολλών ετών. Φυλάω τα κόκκινα δεφτέρια όπου πρωτόκαναν την εμφάνισή τους είτε αυτούσια ποιήματα της συλλογής, είτε στίχοι που αργότερα βρήκαν τη θέση τους στον «Κυρτό Αλατοπώλη».

Από το πρώτο κιόλας ποίημά του, «Γυρισμός», μας δείχνει το στίγμα της δικής του προσέγγισης. Μας λέγει,

Επιστρέφω μέσα μου ήσυχα
στο λιμάνι της πικρής μου εκδοχής.

Μήτε καπετάνιος μήτε ναυαγός·
ένα θολό φυλλάδιο ναυτικό.

Το ριζικό του ψαριού σπαρταρά
στα δίχτυα λυπημένων ψαράδων.

Θα επιμείνω στο πρώτο αυτό ποίημα γιατί δεν βρίσκεται τυχαία εκεί στην αρχή της συλλογής. Μας εισάγει ο ποιητής για όλα όσα ακολουθούν.

Ο ποιητής μας μιλά σε πρώτο πρόσωπο. Τι αυτό σημαίνει καταφεύγω για να το αποσαφηνίσω στη μελέτη του Γιάννη Ιωάννου για την μετά το 1974 ποίηση. Ο Γιάννης μας λέγει: «Κυριαρχούν (σε αυτήν την εποχή) οι προσωπικές αντωνυμίες και τα ρήματα σε πρώτο πρόσωπο. (Η ποίηση) διεκδικεί μια δική (της) ιδιόμορφη, διαφορετική προσωπική ταυτότητα. Διεκδικεί το δικαίωμα να είναι (διαφορετική). Το πρώτο ενικό λειτουργεί σε αντιδιαστολή με το πρώτο πληθυντικό της προηγούμενης ιδίως γενιάς[...]. Και ακριβώς αυτό το "εμείς" με τις σχετικές αποχρώσεις του είναι που υποχωρεί θεαματικά στη γενιά του 74, (και μετά, προσθέτω) για να αντικατασταθεί από το πρώτο ενικό πρόσωπο, από το "Εγώ", υπογραμμίζοντας τη ρήξη του ατόμου με το σύνολο και την αντιπαράθεση της ατομικότητας με τη συλλογικότητα». Η διαπίστωση αυτή μπορώ να πω ότι έχει καθολική την ισχύ της και στον «Κυρτό αλατοπώλη». Κι αυτό μας το ξεκαθαρίζει ο ποιητής από τον πρώτο κιόλας στίχο «Επιστρέφω μέσα μου ήσυχα». Μας ομολογεί ότι στρέφεται μέσα του για να μιλήσει πρώτα με τον εαυτό του και μετά με όλους εμάς.

Μας ξεκαθαρίζει, ακόμη, από την αρχή, με πολλή σεμνότητα, ότι δεν αναζητά ποιητικές δάφνες, ούτε θέλει να μας παραστήσει ή να ταυτιστεί με το τραγικό πρόσωπο του ναυαγού, του θύματος ή, προσθέτω, του ήρωα, όπως συνηθίσαμε να αποκαλούμε κάθε θύμα της τραγωδίας της Κύπρου. Και προσθέτει ότι το μόνο που κατέχει είναι «ένα θολό φυλλάδιο ναυτικό». Δηλαδή δηλώνει για ταυτότητα την ιδιότητα του ποιητή και αυτή με πολλή μετριοφροσύνη ως «Θολό φυλλάδιο».

Το ποίημά του, μας λέγει ότι έχει «Το ριζικό του ψαριού που σπαρταρά στα δίχτυα λυπημένων ψαράδων». Εμείς, οι αναγνώστες του, οι αποδέχτες του ποιήματος, γόνοι της ίδιας εποχής, δεν μπορεί παρά να καταλαβαίνουμε το σπαραγμό του ποιητή και να είμαστε και εμείς μέτοχοι της θλίψης του. Εκείνος καταθέτει την αγωνία του και εμείς, οι αναγνώστες του, την προσπάθεια και την ευαισθησία της κατανόησής της.

Ότι ακολουθεί είναι η αγωνιώδης πορεία του ποιητή που λέγει στο ποίημά του «Αγρυπνία»,

Κατάκοπο με σέρνει σ‘ ερημιές,
με ματώνει σε πέτρες· στα αγκάθια
άπληστη, αφόρητη, δαιμονική.

Συνεχίζει σε πρώτο πρόσωπο στο ποίημά του «Το πουλί»,

Σ’ όλη μου τη ζωή γύρευα ένα σπίτι
δίχως σκιάχτρα στη μικρή του αυλή.

Αναφέρω ακόμη τους στίχους από το ποίημα «Νεκρή ζώνη», που φανερώνουν μια από τις πιο κεντρικές του ιδέες

Πέρα απ' το σκοτάδι κι άλλο σκοτάδι·
περιφέρομαι εφήμερος σε ζώνη νεκρή.

Πέρα από το σκοτάδι υπάρχει και η γεύση της αλμύρας (στο ποίημα «Μνημόσυνο»),

με αλμυρό νερό ποτίζεται το δώρο του θανάτου

Αναζητά όμως και νέους δρόμους με τους υπέροχους στίχους του ποιήματος «Μυροφόρες Μαρτίου»:

Αστέρια λάμπουν στην ουράνια λύπη.
Σεμνών ευωδίες μυροφόρων Μαρτίου.

Όσα δύσκολα και να αντικρύζει αφήνει ανοικτή τη διέξοδο μπροστά μας με το στίχο

Αιώνων τοπίο αναλλοίωτο πόθων.

Άραγε καβαφικός υπαινιγμός;

Θα μπορούσα να συνεχίσω και να μιλώ για κάθε ποίημα. Κυρίαρχες οι λέξεις σκότος, λύπη, αλμύρα, σιωπή. Κάθε ποίημα και μια άλλη βυθομέτρηση σε μια εποχή όπου όλα έχουν συμβεί, όλα έχουν γίνει, η προδοσία, η κατοχή, οι θάνατοι, τα εγκλήματα, η ήττα, χωρίς να φαίνεται η έξοδος. Παρόλα αυτά «των χεριών τα δάκτυλα αναπνέουν ακόμη». Καταφυγή δηλαδή στη δημιουργία που βρίσκεται ως καταφύγιο στην άκρη της σκέψης μας και στο μέλλοντα χρόνο.

Μέσα από την ποίησή του βρίσκουμε την αλήθεια. Πώς να ξεπεράσουμε όσα αδιέξοδα μας περιβάλλουν δεν είναι δουλειά του ποιητή να μας το πει. Δεν είναι ούτε ρητορική ούτε διδακτική η ποίησή του. Είναι ανθρώπινη, πυκνή, ειλικρινής.

Ο ποιητής μας μιλά, μας αποκαλύπτει όσα δε βλέπουμε ή εκείνα που τα παραμερίσαμε κάπου στο βάθος της σκέψης μας. Η ποίηση μια πρόσκληση. Η ποίηση μια πρόκληση. Η απάντηση δική μας.

Και ο ποιητής ενώπιόν μας.