marxoudi_web1ekfrasi_logolhs_logo

 

Ελευθεροτυπία - υποκρισία - διαφθορά

Στην πλειοψηφία τους τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας (ΜΜΕ) είναι επιχειρήσεις που στοχεύουν στο κέρδος και κατά συνέπεια ούτε ουδέτερη στάση έχουν ούτε υπηρετούν την αλήθεια ούτε και είναι καθρέφτης της πραγματικότητας, όπως κάποιοι πιστεύουν ή θέλουν να πιστεύουν.

Μεταξύ των μελών της κοινωνίας και των συγκεκριμένων αυτών ΜΜΕ υπάρχει μια άμεση και καθημερινή σχέση, μέσα από την οποία δρουν οι πρώτοι ως καταναλωτές και οι δεύτεροι ως οργανωτές και παραγωγοί της πληροφόρησης. Συγκροτούν δηλαδή τον μηχανισμό που συλλέγει και επεξεργάζεται την ύλη, παράγει το προϊόν-πληροφόρηση και το διακινεί. Αυτό το προϊόν -που είναι το υπόλειμμα της επεξεργασίας της πρώτης ύλης που περνά μέσα από αποτελεσματικά φίλτρα και νοθεύεται- φεύγει από την βιομηχανία παραγωγής, πάει για κατανάλωση και εμπεδώνεται ως πραγματικότητα που πολύ δύσκολα ανατρέπεται. Τα ΜΜΕ καθίστανται έτσι αποφασιστικός παράγοντας στον διανοητικό τρόπο διασύνδεσης των ανθρώπων.

Πέρα από το ότι συνδέουν τους ανθρώπους/μέλη μιας τοπικής κοινωνίας, συνδέουν και τις κοινωνίες μεταξύ τους. Αυτή η σύνδεση, που έχει ήδη αποκτήσει χαρακτήρα αμεσότητας και παγκοσμιότητας, οφείλεται στην τεράστια ανάπτυξη που σημειώθηκε στον τομέα της τεχνολογίας, μια ανάπτυξη που με τη σειρά της οδήγησε σε μεγάλες αλλαγές στον τρόπο ζωής των ανθρώπων. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, όπου οι αποστάσεις έχουν επικοινωνιακά σμικρύνει τόσο πολύ, όπου άνθρωποι και προϊόντα μετακινούνται μέσα σε λίγες ώρες από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο, όπου η επικοινωνία πραγματοποιείται μέσα σε δευτερόλεπτα με ήχο και εικόνα, μέσα σε τέτοιες λοιπόν συνθήκες τα ΜΜΕ έχουν εξελιχτεί και ποικιλοτρόπως διασυνδεθεί στενότερα με την οικονομία και την πολιτική.

Επίσης, ως μέσα επικοινωνίας έχουν την δυνατότητα να επιδρούν άμεσα στην διαμόρφωση των συνειδήσεων. Πάρα πολύ συχνά ακούς ανθρώπους να λένε: το είπε το ράδιο, το άκουσα στην τηλεόραση, το διάβασα στην εφημερίδα! Αυτές είναι εκφράσεις που δείχνουν ότι ακροατές, τηλεθεατές και αναγνώστες εκλαμβάνουν αυτά που ακούν, βλέπουν και διαβάζουν ως πραγματικότητες, ως μοναδικές αλήθειες. Αυτή η επίδραση επενεργεί πάνω στην δύναμη των ΜΜΕ και οδηγεί σε παραπέρα ισχυροποίηση της θέσης τους και στον οικονομικό και στον πολιτικό τομέα. Πιο απλά, η ικανότητά τους να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη και με χίλιους δυο τρόπους να παρεμβαίνουν στην διαμόρφωση της πολιτικής εξουσίας μετατράπηκε σε ισχυρό μέσον στα χέρια των συντελεστών τους - ιδιοκτητών και δημοσιογράφων.

Οι μεν ιδιοκτήτες -στην πλειοψηφία τους επιχειρηματίες που υπηρετούν πρώτα τα στενά οικονομικά τους συμφέροντα και ύστερα αυτά της τάξης τους- ιδιοποιούνται την αποκτημένη ισχύ των ΜΜΕ και την χρησιμοποιούν για να καθορίσουν και να επιβάλουν τα όρια μέσα στα οποία οι δημοσιογράφοι θα ασκήσουν το επάγγελμα. Οι δε δημοσιογράφοι βρίσκονται μπροστά στο δίλημμα είτε να υπακούσουν και να λειτουργήσουν μέσα στα πλαίσια που τους έχουν καθοριστεί από τους ιδιοκτήτες/εργοδότες είτε να μην υπακούσουν και να αναζητήσουν αλλού το εισόδημα για την επιβίωσή τους. Αυτό που σιωπηρά αποδέχονται είναι το πρώτο.

Έτσι οι δημοσιογράφοι αρχίζουν να καταπιέζουν τον εαυτό τους, να γυρίζουν την πλάτη σε αυτά που πιστεύουν, να συμβιβάζονται και να ευθυγραμμίζονται με τις απαιτήσεις του εργοδότη. Με λίγα λόγια, μια διαδικασία καταστροφής της όποιας προσωπικότητάς τους αρχίζει να ξεδιπλώνεται και ταυτόχρονα μια άλλη να πραγματοποιείται, αυτή της γέννησης και ενηλικίωσης της νέας τους προσωπικότητας που βασίζεται στον ρόλο που ανάλαβαν να διαδραματίσουν. Με την ολοκλήρωση τούτης της διαδικασίας παύουν να αντιλαμβάνονται την αλλαγή που υπέστησαν. Παρόλα αυτά, κάποιοι καταφέρνουν να διατηρήσουν εν μέρει και την παλιά τους προσωπικότητα, θέτοντάς την όμως στο περιθώριο και στην φθορά του χρόνου. Χάνοντας την ελευθερία σκέψης, αν και ο καθένας τους ξεχωριστά και σε διαφορετικό βαθμό, μετατρέπονται σε πειθήνια όργανα των ιδιοκτητών/εργοδοτών τους και γίνονται φωνή της αστικής τάξης, φορείς μετάδοσης του αστικού πολιτισμού.  Έτσι αυτό που παράγουν και πλασάρουν ως πραγματικότητα προκύπτει μέσα από τον καινούριο τους εαυτό και είναι προσαρμοσμένο σε όλες του τις πτυχές στις ανάγκες χειραγώγησης της κοινής γνώμης, με σκοπό την στροφή της προς συγκεκριμένη εμπορική και πολιτική κατεύθυνση.

Η ένταση, ο χαρακτήρας και οι διαστάσεις αυτής της εξέλιξης προέκυψαν ως επακόλουθο και συνέπεια της αποκαλούμενης ελεύθερης ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, που εμφανίστηκε στην οικονομική και πολιτική ζωή το 1990 και ‘92 αντίστοιχα. Η αριθμητική επίσης αύξηση των ΜΜΕ, το δυνάμωμα, η εδραίωση και η πορεία τους είναι απόλυτα συνδεδεμένα με την δεκαετή διακυβέρνηση (1993-2003) του Γλαύκου Κληρίδη και του ΔΗΣΥ που είναι ο πολιτικός χώρος συγκέντρωσης του μεγαλύτερου και πιο συντηρητικού κομματιού της δεξιάς. Μια διακυβέρνηση που απόβηκε μοιραία για την πορεία της οικονομίας και της κοινωνίας στο σύνολό της, επειδή ο ΔΗΣΥ είναι η φωλιά των ιδεολογημάτων, των νοοτροπιών και των πρακτικών της περιόδου προ του 1974. Το μόνο πράγμα που έχουν από τότε διαφοροποιήσει και εξελίξει είναι τη μεθοδολογία τους. Εκμεταλλευόμενοι την υποχώρηση του εργατικού κινήματος και την πολιτική συγκυρία που δημιούργησε η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, κυβέρνησαν με τρόπο ώστε να ελέγξουν τους μηχανισμούς του κράτους, να εδραιώσουν την εξουσία τους και να βρουν τρόπους να καρπωθούν τον παραγόμενο πλούτο. Γι’ αυτό και οι πολιτικές και πρακτικές που εφάρμοσαν έβαλαν την οικονομία και την κοινωνία σε τροχιά διαφθοράς, σταδιακής καταστροφής και χρεωκοπίας. Και είναι σε αυτή την δεκαετή περίοδο που εμφανίστηκε, εδραιώθηκε και εξελίχτηκε ένα αλλιώτικο δίκτυο διαφθοράς. Είναι επίσης σε αυτή την περίοδο που η μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων πέρασαν τα πρώτα στάδια της διαδρομής τους και εξελίχτηκαν σε κράχτες των πιο συντηρητικών ιδεών και λωποδύτικων πολιτικών των τότε μα και των νυν κυβερνόντων που απλά συνεχίζουν με αποκτημένη εμπειρία την ολοκλήρωση εκείνων των πολιτικών και πρακτικών.

Αυτά λοιπόν που σήμερα βιώνει η μικρή κοινωνία της Κύπρου είναι το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας που αναπτύχθηκε μαζί και παράλληλα με την πορεία της οικονομίας τα τελευταία εικοσιπέντε περίπου χρόνια. Η οικονομική ανάπτυξη δημιουργούσε πρόσφορο έδαφος για την προπαγάνδα της δεξιάς, που έλεγε πως όλοι μπορούσαν να κυνηγήσουν και να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους φτάνει να το ήθελαν και οι ίδιοι. Η θέληση και η εξυπνάδα ήταν το μυστικό της συνταγής τους, υπονοώντας πως τυχόν αποτυχία θα οφειλόταν αποκλειστικά στους ίδιους που δεν διέθεταν την απαιτούμενη εξυπνάδα. Αυτή η τεραστίων διαστάσεων πλάνη διαμορφώθηκε και πλασαρίστηκε στην κοινή γνώμη και με την πολύ σημαντική αν όχι καθοριστική συμβολή των ΜΜΕ.

Επειδή όμως όλα κτίζονταν πάνω σε κινούμενη άμμο, η κατάρρευση του οικοδομήματος ήταν ζήτημα χρόνου. Μόνο που όταν συνέβη, συνέβη με τρόπο οικτρό και φανέρωσε το μέγεθος της απάτης που είχε στηθεί από τους εκφραστές της δεξιάς, από πολιτικούς και τραπεζίτες. Ήταν μια απάτη πάνω στην οποία εν μέρει στηρίχτηκε και η οικονομική ανάπτυξη, μια διαδικασία που οδηγούσε στην αλλοτρίωση του ανθρώπου, στην ρηχότητα της σκέψης και του εύκολου τρόπου ζωής. Ήταν μια ανώμαλη κατάσταση που δημιούργησε κλίμα ευφορίας, το οποίο κάποιοι εκμεταλλεύτηκαν για να δυναμώσουν το πλαίσιο της καλοπέρασής τους και κάποιοι άλλοι για να ιδιοποιηθούν περισσότερο πλούτο. Ήταν επίσης μια κατάσταση που ευνόησε την με καλά οργανωμένο τρόπο δικτύωση και διείσδυση της διαφθοράς μέσα σε όλους τους θεσμούς του κράτους.

Σε όλη αυτή τη διαδικασία ανάπτυξης της διαφθοράς, ο ρόλος των ΜΜΕ δεν είναι αμελητέος, όπως επίσης και οι δημοσιογράφοι δεν είναι άμοιροι ευθυνών. Λειτούργησαν και λειτουργούν ως βιαστές της αλήθειας, συνεχίζουν να την διαστρεβλώνουν, να την καταπιέζουν, να την ποδοπατούν, να την καταπνίγουν και να νανουρίζουν την κοινωνία με την κατασκευασμένη αλήθεια. Παίζουν το παιχνίδι της αστικής τάξης και λειτουργούν ως συντηρητές και λιπαντές της διαφθοράς. Αυτό δεν αναιρείται από την όποιαν επιλεκτική εμφάνιση στα ΜΜΕ φαινομένων διαφθοράς. Αυτό γίνεται στα πλαίσια της διαμάχης που κατά καιρούς ξεσπά μεταξύ των κλικών της ίδιας της διαφθοράς, αλλά και ως αποτέλεσμα σύγκρουσης συμφερόντων που δεν μπορούν πλέον να συνυπάρχουν μεταξύ τους αρμονικά.

Είναι πολύ πιθανό, τα όσα γράφτηκαν πιο πάνω να κριθούν επιεικώς ως άδικα και να προκαλέσουν αντιδράσεις. Όμως, η απάντηση έρχεται αποστομωτικά από τον δημοσιογράφο John Swinton, ο οποίος σε τελετή βράβευσής του είπε τα εξής: «Ούτε ένας από ανάμεσά σας δεν θα τολμούσε να εκστομίσει μια έντιμη γνώμη. Κι αν τολμούσατε να την εκφράσετε, γνωρίζετε εκ των προτέρων ότι δεν θα εμφανιζόταν τυπωμένη στο χαρτί. Πληρώνομαι κάθε βδομάδα για να κρατώ την τίμια άποψή μου έξω από την εφημερίδα με την οποία συνδέομαι. Κάποιοι από εσάς παίρνετε επίσης ικανοποιητικούς μισθούς για παρόμοιες υπηρεσίες και οποιοσδήποτε ήταν τόσο τρελός ώστε να γράψει την τίμια γνώμη του θα βρισκόταν πολύ σύντομα στο δρόμο, ψάχνοντας κάποια άλλη δουλειά… Δουλειά και καθήκον κάθε δημοσιογράφου είναι να καταστρέφει την αλήθεια, να ψεύδεται, να διαστρεβλώνει, να εξυβρίζει, να κολακεύει γονυπετής τον Μαμωνά και να πουλά την Πατρίδα και τους συμπατριώτες του για να βγάζει το ψωμί του... Είμαστε εργαλεία και υποτελείς των πλουσίων ανθρώπων του παρασκηνίου. Είμαστε οι μαριονέτες, αυτοί κινούν τα νήματα κι εμείς χορεύουμε. Τα ταλέντα μας, οι δυνατότητες μας και οι ζωές μας είναι όλα ιδιοκτησία άλλων ανθρώπων. Είμαστε διανοούμενες πόρνες»[1] .

Ελευθεροτυπία λοιπόν δεν υπάρχει. Και για να ακριβολογούμε, δεν υπήρξε ποτέ. Ήταν από τα γεννοφάσκια της ταγμένη να υπηρετήσει τα ταξικά συμφέροντα της άρχουσας τάξης και να βαδίζει στους δρόμους που αυτή χαράζει. Γι’ αυτό και έχει προοδευτικά καταντήσει συνώνυμο της υποκρισίας, έχει συμβάλει στην ανάπτυξη της διαφθοράς και έχει η ίδια διαφθαρεί. Και δυστυχώς με τη συμβολή των ιδίων των δημοσιογράφων, που ακολουθώντας πιστά την φράση «κρύψε να περάσουμε» έπαψαν να σκέφτονται ελεύθερα και μετατράπηκαν σε εκφραστικά όργανα των άλλων - των ιδιοκτητών των ΜΜΕ και της αστικής τάξης.

Μιχάλης Δημοσθένους

Σημείωση: το άρθρο γράφτηκε στις 16 Αυγούστου το 2018. Από τότε μέχρι σήμερα συνέβησαν πολλά. Η όποια όμως συμπερίληψη, όλων ή μερικών από αυτά, μήτε θα άλλαζε κάτι, μήτε και θα πρόσθετε κάτι περισσότερο από αυτό που υπάρχει ήδη στο άρθρο. Γι’ αυτό και το άρθρο στέλνεται για δημοσίευση σήμερα, 15/9/2023, όπως είχε αρχικά γραφτεί. 

 

[1] Πετροβούβαλος (2012). Ο Τζον Σουίντον, παλιός δημοσιογράφος στη Νέα Υόρκη: «είμαστε διανοούμενες πόρνες». Ανακτήθηκε στις 11/8/2018 από το https://averoph.wordpress.com/2012/10/14/%ce%bf-%cf%84%ce%b6%cf%8c%ce%bd-%cf%83%ce%bf%cf%85%cf%8a%ce%bd%cf%84%ce%bf%ce%bd-%cf%80%ce%b1%ce%bb%ce%b9%cf%8c%cf%82-%ce%b4%ce%b7%ce%bc%ce%bf%cf%83%ce%b9%ce%bf%ce%b3%cf%81%ce%ac%cf%86%ce%bf%cf%82/