marxoudi_web1ekfrasi_logolhs_logo

 

Οι ΗΠΑ ανασχεδιάζουν την Νατοϊκή Συμμαχία

Οι καπιταλιστικές αντιθέσεις εντείνονται και οι εντάσεις αυξάνονται

του Μ. Κολλήση

Η ήττα των ΗΠΑ και των Συμμάχων τους στο Αφγανιστάν, που επισφραγίστηκε με την αποχώρησή τους στις 31 Αυγούστου του 2021, καθώς επίσης η προετοιμασία τους για ολοκλήρωση της άλλης αποχώρησης, από Ιράκ και Συρία, όλ’ αυτά σηματοδοτούν το τέλος της τριαντάχρονης περιόδου που ακολούθησε την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Ενός τέλους, που κατά την διάρκεια της διαδικασίας κορύφωσής του γεννήθηκε η νέα περίοδος, η οποία και δηλώθηκε με την ανακοίνωση του Συμφώνου Ασφαλείας (AUKUS) μεταξύ των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας, στις 15 Σεπτεμβρίου.

Μέσα από την σύναψη αυτού του Συμφώνου διαφαίνεται η κατεύθυνση της εξωτερικής πολιτικής που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση των ΗΠΑ, σε τούτην ακριβώς την περίοδο που ανοίγεται μπροστά στην ανθρωπότητα. Οι κινήσεις των κυβερνώντων των ΗΠΑ δείχνουν πως πρώτη τους προτεραιότητα είναι να διατηρήσουν τον έλεγχο στον χώρο του Ειρηνικού Ωκεανού, ενώ με την δεύτερη να καλύψουν τα νότα της Αμερικής στην περιοχή του Βόρειου Ατλαντικού μέσα από την  αναδιάταξη των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη.

Αυτός ο σχεδιασμός συνάδει και με τις δηλώσεις του Ντόναλντ  Τράμπ, που με κάθε ευκαιρία δήλωνε πρώτα η Αμερική και μετά οι άλλοι, αλλά και του σημερινού πρόεδρου που φαίνεται πως πάει ένα βήμα παρακάτω, στο πάνω απ’ όλα η Αμερική. Στην ομιλία του στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, ο Τζο Μπάιντεν είπε τα εξής: «Κατά τους οκτώ τελευταίους μήνες έδωσα προτεραιότητα στην ανοικοδόμηση των συμμαχιών μας, στην αναζωογόνηση των συμπράξεών μας και στην αναγνώριση αυτών που είναι απαραίτητα για τη διαρκή ασφάλεια και ευημερία της Αμερικής»[1] .

Όμως, όσο ειλικρινής είναι με την πιο πάνω δήλωσή του, και είναι ειλικρινής, άλλο τόσο ανειλικρινής είναι όταν στην ίδια ομιλία δήλωνε πως «δεν επιδιώκουμε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο ούτε έναν κόσμο μοιρασμένο σε μπλοκ». Και είναι ανειλικρινής, όχι επειδή το θέλει, αλλά επειδή επιβάλλεται από την ανάγκη διασφάλισης των διαδρομών της ροής του παγκόσμιου χρήματος προς τους κολοσσούς των πολυεθνικών τους ομίλων και από την εγωιστική τους επιθυμία να συνεχίσουν να ηγεμονεύουν τον κόσμο. Γι’ αυτό και η εξωτερική τους πολιτική σχεδιάστηκε για να υπερασπιστεί την σημερινή τους κυριαρχία, που έχει ήδη κλονιστεί, και που το αισθάνονται και το γνωρίζουν καλύτερα από κάθε άλλον. Πώς αλλιώς μπορεί να ερμηνευτεί η επιμονή του Τζο Μπάιντεν στο ότι οι ΗΠΑ θα υπερασπισθούν «σθεναρά» τη θέση τους στον κόσμο;

Αυτό που δεν κατανοούν, ή δεν θέλουν να κατανοήσουν, είναι ότι η υποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής από την ηγεμονική τους θέση οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην θεμελιώδη αδυναμία τους να λύσουν τα προβλήματα της ανθρωπότητας. Οι απαιτήσεις τέτοιου καθήκοντος, επείγουσας μάλιστα ανάγκης, βρίσκονται αντιμέτωπες με τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα της τάξης που εκπροσωπούν. Καθόλου λοιπόν παράξενο δεν είναι, που με τον σχεδιασμό της εξωτερικής τους πολιτικής χωρίζουν τον κόσμο σε δύο στρατόπεδα: αυτόν της ανεπτυγμένης Δύσης που βρίσκεται σε κρίση (ΗΠΑ, Καναδάς, Ιαπωνία, Αυστραλία και Δυτική Ευρώπη), και αυτόν του υποανάπτυκτου, της Ασίας και της Αφρικής. Αυτός ο διαχωρισμός ακολουθεί την λογική της εξέλιξης της ιστορίας του καπιταλισμού. Οι χώρες της ανεπτυγμένης Δύσης στήριξαν την ανάπτυξή τους στην άγρια εκμετάλλευση και στην υποδούλωση των λαών του κόσμου, που καταπιεσμένος και υποδουλωμένος παρέμεινε είτε στην απόλυτη φτώχεια είτε στην υπανάπτυξη. Αυτός είναι και ο λόγος που σε τούτες τις χώρες παρατηρείται ένα αίσθημα αντιδυτικό, εκφρασμένο και μέσα από τον αντιαμερικανισμό, του οποίου η ένταση αυξομειωνότανε κατά καιρούς.

Επίσης, μέσα από τον σχεδιασμό της εξωτερικής τους πολιτικής -φέρνουν πίσω στην χώρα τα στρατεύματα από τα μέτωπα πολέμου, μειώνουν το προσωπικό στις υφιστάμενες στρατιωτικές βάσεις και δεν ανοίγουν καινούριες- διαφαίνεται η τάση της αναδυόμενης εθνικιστικής προσέγγισης που προχωρεί πλάι με την εσωστρέφεια στην εσωτερική τους πολιτική. Πάνω στις γραμμές αυτής της τάσης, που έγινε εμφανής κατά την περίοδο της διακυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ, συνεχίζει να πολιτεύεται και η σημερινή κυβέρνηση. Ελπίζουν και προσδοκούν πως θα μπορέσουν και πάλι να αποκτήσουν την παλιά τους δύναμη και συνεπώς την αίγλη. Φαίνεται πως αρέσκονται στο νανούρισμα της αυταπάτης και γυρίζουν την πλάτη στην πραγματικότητα, παραβλέποντας το γεγονός πως δεν πρόκειται οι ΗΠΑ να μείνουν ανεπηρέαστες από αυτά που θα συμβούν στον κόσμο, όσο μακριά τους κι αν είναι· των επιδράσεων τα κύματα θα τις διαπεράσουν και θα τις πλημυρίσουν.

Όσον αφορά στο στρατιωτικό κομμάτι, ο σχεδιασμός της εξωτερικής τους πολιτικής έχει μέσα του χαρακτήρα αμυντικό και βασίζεται σε δύο μέρη. Το ένα είναι η αναδιοργάνωση της Νατοϊκής συμμαχίας στον Ειρηνικό Ωκεανό, που αποτελεί και την προτεραιότητά τους, και το άλλο η Βορειοατλαντική Συμμαχία.

Συμμαχία στον Ειρηνικό Ωκεανό

Με την στροφή τους στον Ειρηνικό και την στρατιωτική αναδιάταξη των συμμαχικών τους δυνάμεων επιδιώκουν να κρατήσουν την Κίνα σε θαλάσσιο κλοιό. Μέρος αυτής της επιδίωξης αποτελεί και η σύναψη του Συμφώνου Ασφαλείας (AUKUS), που φιλοδοξεί να ενδυναμώσει τους συμμαχικούς της δεσμούς με την Ιαπωνία και την Ν. Κορέα, δεσμοί που ταρακουνήθηκαν τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα με την Ν. Κορέα, εξαιτίας της έντασης που προκλήθηκε μεταξύ των κυβερνήσεων των ΗΠΑ και της Β. Κορέας. Χωρίς την σταθερή συμμαχία με αυτές τις δύο χώρες, οι σχεδιασμοί τους ανατρέπονται και το παιχνίδι χάνεται. Αποσκοπεί επίσης στην ενθάρρυνση της Ταϊβάν για την ανεξαρτητοποίησή της από την Κίνα και την ρυμούλκησή της στο δικό τους άρμα. Τέτοια επιτυχία θα αποτελέσει ενθάρρυνση και προς τους κυβερνώντες της Ν. Κορέας, ώστε να μην σκεφτούν την πιθανότητα αποστασιοποίησής τους από τις ΗΠΑ. Τέτοιο σφίξιμο της θηλιάς στον λαιμό της Κίνας! Ω, τι τρέλα, αν πραγματικά το πιστεύουν!

Η Κίνα δεν έχει λόγους να επιτεθεί στις γείτονες χώρες. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο στην περίπτωση που αναγκαστεί να επέμβει στρατιωτικά στην Ταϊβάν και αυτές οι χώρες μπουν στον πόλεμο μαζί με τις ΗΠΑ στο πλευρό της Ταϊβάν. Η πιθανότητα όμως να τολμήσουν οι ΗΠΑ να μπουν σε τέτοιο πόλεμο δεν είναι στην πρώτη γραμμή. Παρόλα αυτά, δεν αποκλείεται να κάνουν την κίνηση τώρα που η Κίνα δεν είναι τόσο δυνατή, όσο θα είναι σύντομα με την δύναμη που πρόκειται ν’ αποκτήσει. Όμως, το ρίσκο τέτοιας κίνησης θα είναι μεγάλο. Ακόμα πιο μεγάλο αν εξελιχθεί σε κάτι περισσότερο από τοπικό πόλεμο. Θα το πάρουν; Δεν ξέρουμε. Ίσως να μην γνωρίζουν ούτε και οι ίδιοι.

Αυτό που ξέρουμε είναι ότι ένας πόλεμος μεταξύ Κίνας και Ταιβάν, ακόμα κι αν δεν υπάρξει επέκτασή του στην περιοχή, θα είναι για την Ταιβάν καταστροφικός. Για την Κίνα θα υπάρξει κόστος, αλλά αν ο πόλεμος θεωρηθεί ως μια πραγματική άσκηση σε όλα τα επίπεδα, στρατιωτικά και κοινωνικά, τότε το κόστος θα είναι πολύ μικρό σε σχέση με το όφελος. Για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους θα είναι μια ήττα που θα ξεκοκκαλιάσει την Συμμαχία. Γι’ αυτό και οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν την στρατιωτική ισχύ της Συμμαχίας για να πιέσουν την Κίνα σε συμβιβασμό στα θέματα της οικονομίας, που βέβαια θα σημαίνει όφελος στους ίδιους και ζημιά στην Κίνα. Όμως η Κίνα -που εφαρμόζει τους κανόνες της καπιταλιστικής οικονομίας, της υποτιθέμενης ελεύθερης αγοράς- δεν μπορεί να βάλει φρένο στην διαδικασία της οικονομικής της ανάπτυξης. Χωρίς ανάπτυξη, η καπιταλιστική της αγορά είναι αδύνατο να λειτουργήσει. Αν το κάνει θα σημαίνει το ξεκίνημα της διαδικασίας υποδούλωσής της στις ΗΠΑ, και αυτό δεν μπορεί να συμβεί με καμιά διαπραγμάτευση. Από την άλλη, περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη της Κίνας σημαίνει περισσότερη επέκτασή της σε νέες αγορές, σημαίνει δημιουργία σφαιρών επιρροής, σημαίνει στο τέλος-τέλος πως ό,τι κερδίζει το χάνουν κατά κύριο λόγο οι ΗΠΑ. Και, έχοντας υπόψη ότι οικονομική κυριαρχία σημαίνει και πολιτική κυριαρχία, κάτι τέτοιο οδηγεί και στην απώλεια της ηγεμονικής τους θέσης. Αυτό είναι μια θεμελιακή καπιταλιστική αλήθεια, που σήμερα ξεδιπλώνεται ως αντίφαση και γίνεται γόρδιος δεσμός, και που από την πλευρά της αστικής τάξης δεν μπορεί να λυθεί, παρά μόνο με πόλεμο. Ένας πόλεμος που θα φέρει τα πάνω κάτω, και που τίθεται ερωτηματικό στο ποιος θα βγει κερδισμένος και ποιος χαμένος. Το μόνο σίγουρο είναι πως μέσα από τις ανείπωτες καταστροφές, χαμένοι θα είναι και οι δυο τους, με την διαφορά ότι ο ένας θα είναι περισσότερο από τον άλλον. Οι δε λαοί των Συμμαχικών χωρών που θα εμπλακούν στον πόλεμο, Ιαπωνίας και Ν. Κορέας, θα είναι και οι πλέον χαμένοι.

Η προσπάθεια περικύκλωσης της Κίνας δεν περιορίζεται στην Νοτιοανατολική Θάλασσα της Κίνας, αλλά επεκτείνεται και στον Ινδικό Ωκεανό. Λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση του Συμφώνου Ασφαλείας (AUKUS) ήλθε η Σύνοδος Κορυφής της τετραμερούς QUAD (Quadrilateral Security Dialogue), που απαρτίζεται από τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, την Αυστραλία και τις Ινδίες. Με την συμπερίληψη της Ινδίας στη Συμμαχία, πλήρως ή μερικώς, ο πολιορκητικός κλοιός γίνεται πιο ασφυκτικός για την Κίνα, η οποία βέβαια αντιδρά και σχεδιάζει την δική της εξωτερική πολιτική.

Η πιο πάνω συνάντηση φέρεται να έγινε μετά από πρωτοβουλία της κυβέρνησης της Ιαπωνίας, η οποία «καίγεται» περισσότερο από κάθε άλλη γείτονα χώρα. Αλλά, απ’ ό,τι φαίνεται, οι χώρες που συμμετέχουν στον QUAD δεν δείχνουν την ίδια αποφασιστικότητα, μιας και το ενδιαφέρον τους βασίζεται στις δικές τους ανάγκες και φοβίες, γι’ αυτό και έχουν ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουν, να οδηγηθούν σε αποτελεσματικές αποφάσεις και να γίνουν μια γροθιά, αν ποτέ το καταφέρουν. Ο πιο βασικός παράγοντας είναι ότι αυτές οι χώρες βρίσκονται μπροστά στην διαμάχη μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, με τους πρώτους να αγκομαχούν να κρατηθούν στην πρωτοκαθεδρία του παγκόσμιου γίγνεσθαι και τους δεύτερους να ανεβαίνουν τον δρόμο απειλητικά για τους πρώτους. Και το ερώτημα, που σήμερα δεν μπορεί να απαντηθεί, είναι σε ποιανού το πλευρό θα αποφασίσουν να σταθούν, την στιγμή που η ανάγκη της απόφασης θα μπει μπροστά τους επιτακτικά.

Αλλά πρέπει να έχουμε ακόμα κάτι υπόψη μας. Οι χώρες που συμμετέχουν στον AUKUS και στον QUAD έχουν μεν η κάθε μια ξεχωριστά την σημασία τους και συνδεόμενες ως κρίκοι σε μιαν αλυσίδα αποκτούν άλλη διάσταση δυναμικής, αλλά ταυτόχρονα η αλυσίδα έχει και την αδυναμία της: ένας της κρίκος να σπάσει, και αχρηστεύετε όλη. Τέτοια πιθανότητα είναι μέσα στο παζάρι του παιχνιδιού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.

Συμμαχία στην Ευρώπη

Το άλλο μέρος της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ είναι η Βορειοατλαντική Συμμαχία στην Ευρώπη, της οποίας απειλείται η συνοχή, τόσο της ίδιας της Συμμαχίας όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η φωτιά κάτω από το καζάνι των καπιταλιστικών σχέσεων δυναμώνει και δημιουργεί προστριβές και εντάσεις, όπως αυτή που προκλήθηκε μεταξύ των ΗΠΑ και της Γαλλίας, με αφορμή την πρόσφατη ανακοίνωση του Συμφώνου Ασφαλείας (AUKUS). Πιθανώς, οι σχέσεις των δύο να μπαλλωθούν με πολιτικές συνδιαλλαγής, αλλά το μπάλωμα θα είναι προσωρινή επισκίαση των πραγματικών αιτίων που οδηγούν σε περεταίρω άνοιγμα της ψαλίδας απομάκρυνσης του ενός από τον άλλον. Τούτη δε η αναταραχή δεν έχει να κάνει απλά με μιαν εμπορική διαμάχη· έχει να κάνει γενικότερα με την σχέση των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Η περιφρονητική στάση που επέδειξαν σε όλους τους Ευρωπαίους συμμάχους τους στο ζήτημα της αποχώρισής τους από το Αφγανιστάν, ακολουθήθηκε πολύ γρήγορα από την περιφρονητική τους στάση έναντι της Γαλλίας.

Το ζήτημα όμως των σχέσεων των ΗΠΑ με την Ευρώπη χρήζει μιας άλλης ανάλυσης. Αυτό που εδώ χρειάζεται είναι να σημειωθούν δυο πράγματα: η ολοένα και περισσότερο απόκλιση των δύο, και η σε διαφορετικό βαθμό κατανόηση που αρχίζουν να αποκτούν κυρίως οι μεγάλες αστικές τάξεις της Δυτικής Ευρώπης (Γερμανία Γαλλία, Ιταλία), πως δεν μπορούν πλέον να βασίζονται στην ουσιαστική βοήθεια της αστικής τάξης των ΗΠΑ, για να επιλύουν τα προβλήματα εντός και εκτός των εθνικών τους συνόρων. Η εμφάνιση του κορονοϊού (Covid-19) και η διαχείριση της αντιμετώπισής του ήταν για όλους ένα καλό σχολείο.

Πέρα από αυτά, υπάρχουν ακόμα τρία σημεία που βρίσκονται πίσω από τον ανασχεδιασμό της Νατοϊκής συμμαχίας στην Ευρώπη: η ανάγκη μείωσης του κόστους που επωμίζονται οι ΗΠΑ, η απειθαρχία που επιδεικνύουν οι κυβερνώντες στην Γερμανία και στην Γαλλία, και οι έντονα συγκρουσιακές σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ.

Έχοντας αυτά υπόψη, μπορούμε να κατανοούμε καλύτερα τα σχετιζόμενα με την αναδιάταξη της Συμμαχίας, η οποία είναι προσανατολισμένη στην δημιουργία μιας αμυντικής/επιθετικής διάταξης των δυνάμεων στις χώρες που βρίσκονται κατά μήκος των δυτικών συνόρων της Ρωσίας, με επίκεντρο την Πολωνία, την Λιθουανία, την Λετονία και την Εσθονία.

Σε τούτη την διάταξη προστέθηκε και η Ελλάδα, λόγω της αναβαθμισμένης θέσης που απέκτησε εξαιτίας της έντονα συγκρουσιακής σχέσης της Τουρκίας με τις ΗΠΑ. Το βήμα έγινε στις 14 Οκτωβρίου 2021 με την υπογραφή της νέας Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) Ελλάδας-ΗΠΑ. Σύμφωνα με άρθρο στην Καθημερινή «η νέα πενταετής συμφωνία δίνει σημαντικές δυνατότητες αυξημένων επενδύσεων των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων σε μια σειρά από τοποθεσίες (Αλεξανδρούπολη, Λάρισα, Στεφανοβίκειο, Σούδα) και αφήνει τη δυνατότητα και για ένταξη κάποιων νέων στην πάροδο του χρόνου»[2] .

Η σημασία της Ελλάδας και του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης είχαν ήδη δοκιμαστεί κατά την διεξαγωγή πριν λίγους μήνες της μεγάλης κλίμακας στρατιωτικής άσκησης, με το όνομα «Defender Europe-21», που σύμφωνα με τον Άρη Χατζηστεφάνου «έδωσε μια πικρή πρόγευση του κομβικού ρόλου που παίζει η Αλεξανδρούπολη στις επιθετικές επιδιώξεις των ΗΠΑ σε μια περιοχή από το Αιγαίο μέχρι τη Βαλτική»[3] .

Η απόφαση για μετατροπή του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης σε ναυτική βάση των ΗΠΑ δηλώνει πως ήλθε η ώρα να υλοποιηθούν οι αποφάσεις που πάρθηκαν στην Σύνοδο του ΝΑΤΟ το 2016 στην Βαρσοβία. Σύμφωνα με δημοσίευμα στο Euronews, ο Τζέιμς Σέϊ, αναπληρωτής βοηθός του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ για τις αναδυόμενες προκλήσεις ασφαλείας και πρώην εκπρόσωπος της Συμμαχίας, δήλωσε πως «σε αυτήν την συνάντηση η Ρουμανία προσφέρθηκε να δημιουργήσει μια μονάδα εκπαίδευσης που θα μπορούσε να μας βοηθήσει να αναπτύξουμε, εάν χρειαστεί, ένα είδος ταξιαρχίας ταχείας επέμβασης στη Ρουμανία. Επίσης η Ρουμανία πρόσφατα ενεργοποίησε ένα ραντάρ αντιπυραυλικής άμυνας για αναχαιτίσεις. Ακόμη θα εξετάσουμε το τι χρειάζεται να κάνουμε για να ενισχύσουμε τη θαλάσσια παρουσία μας στη Μαύρη Θάλασσα»[4] .

Τι είναι όμως αυτό που τους κάνει να θέλουν να ενισχύσουν την θαλάσσια παρουσία τους στη Μαύρη Θάλασσα; Καταρχήν, όταν μιλούν για ενίσχυση εννοούν τον έλεγχο. Και θέλουν έλεγχο για να στριμώξουν την Ρωσία, να αποκτήσουν πρόσβαση στις χώρες του Καύκασου και, παρεμβάλλοντας εμπόδια στο δρόμο του μεταξιού, να ασκήσουν πιέσεις στην Κίνα. Αυτός είναι ένας πολύ καλός λόγος να θέλουν την Ουκρανία στο δικό τους άρμα, αλλά φαίνεται πως δεν είναι ακόμα σε θέση να κάνουν το βήμα, παρά το ότι η Ουκρανική κυβέρνηση και θέλει και ζητά να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ.

Για την ώρα, η ενίσχυση της παρουσίας του ΝΑΤΟ στην Μαύρη Θάλασσα προϋποθέτει ελεύθερη πρόσβαση από την Θάλασσα της Μεσογείου (Αιγαίο Πέλαγος), που όμως μπορεί να υπάρχει μόνο δια μέσου των Δαρδανελίων, της Θάλασσας του Μαρμαρά και των στενών του Βοσπόρου που βρίσκονται στην επικράτεια της Τουρκίας. Με δεδομένη την έντονα συγκρουσιακή σχέση των κυβερνήσεων ΗΠΑ-Τουρκίας και την απειθαρχία που η δεύτερη επιδεικνύει στο ΝΑΤΟ, η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι υποχρεωμένη να αναζητήσει άλλους τρόπους πρόσβασης. Και η Αλεξανδρούπολη είναι η ιδανικότερη εναλλακτική λύση, μιας και συνδυάζει δύο βασικά στοιχεία: την γεωγραφική της θέση και την με χαμηλό κόστος μετατροπή του λιμανιού της σε ναυτική βάση. Έτσι, από την Αλεξανδρούπολη και δια μέσου της Βουλγαρίας μπορούν να έχουν σύνδεση της Μεσογείου με την Μαύρη Θάλασσα. Αυτή η ανάγκη θα σπρώξει σε διεργασίες εκσυγχρονισμού και επέκτασης του σιδηροδρομικού δικτύου εντός της Ελλάδας και στην επαναφορά των σχετικά πρόσφατων προσπαθειών για εκσυγχρονισμό της σιδηροδρομικής σύνδεσης Αλεξανδρούπολης-Μπουργκάς[5] .

Η Αλεξανδρούπολη είναι σημαντική και για ακόμα ένα λόγο. Όπως γράφει ο Άρης Χατζηστεφάνου, «η νέα αμερικανική παρουσία στην περιοχή έχει φυσικά τον προφανή στόχο να υποστηρίζει στρατιωτικές δράσεις βόρεια της Ελλάδας, αλλά και να προβάλλει την αμερικανική ισχύ σε μια περιοχή που θα μπορούσε να είναι κόμβος για το εμπόριο από την Ασία. Για να το πούμε πιο απλά στρέφεται όχι μόνο εναντίον της Μόσχας, αλλά και του Πεκίνου, με τρόπους που απειλούν άμεσα τις σχέσεις της Ελλάδας με αυτές τις χώρες»[6] .

Με την δημιουργία ναυτικής βάσης στην Αλεξανδρούπολη, την Αεροπορική και Ναυτική βάση στη Σούδα της Κρήτης και ενδιάμεσά τους την Αεροπορική Βάση στην Λάρισα, η Ελλάδα εξελίσσεται σε σημαντικό κομβικό πυλώνα του Νατοϊκού σχεδιασμού των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο, που θα συνδεθεί με τον άλλο σταθερό σύμμαχο των ΗΠΑ στην περιοχή, το Ισραήλ.

Οι πιο πάνω σχεδιασμοί ενισχύονται και με την σύναψη συμφωνίας Ελλάδας-Γαλλίας για εγκαθίδρυση στρατηγικής εταιρικής σχέσης για συνεργασία στην άμυνα και την ασφάλεια. Η εν λόγω συμφωνία μπορεί επίσης να εκληφθεί και ως ένα ανέξοδο δωράκι των ΗΠΑ προς την Γαλλία για την ζημιά που υπέστηκε στην υπόθεση της σύναψης του Συμφώνου Ασφαλείας (AUKUS). Όπως και να έχει, για τις ΗΠΑ είναι μια πολύ βολική συμφωνία, γιατί οι δύο χώρες αναγκάζονται να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, αλλά και γιατί σε περίπτωση πολέμου οι πιέσεις για έμπρακτη υποστήριξη προς την Ελλάδα θα στρέφονται πρώτα στην Γαλλία.

Ωστόσο, παρόλο που οι συγκυρίες έβαλαν τις ανάγκες των τριών, (ΗΠΑ, Γαλλίας, Ελλάδας) στην ίδια τροχιά και επέβαλαν την σύναψη των συμφωνιών Ελλάδας-Γαλλίας και Ελλάδας-ΗΠΑ, και που φαίνεται πως τα πράγματα θα προχωρήσουν πάνω στις γραμμές που σχεδιάστηκαν, παρόλα αυτά λοιπόν θα είναι τεράστιο λάθος να αντιμετωπιστούν ως τελειωμένη υπόθεση. Όλα αυτά βρίσκονται στην αρχή τους και δεν μπορούν να θεωρηθούν ως τετελεσμένα γεγονότα, ιδιαίτερα μέσα στις σημερινές συνθήκες όπου οι εξελίξεις τρέχουν και ο κόσμος αλλάζει με ταχύτητα.

Ένα όμως είναι σίγουρο: η Τουρκία δεν υπάρχει στους νατοϊκούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ, ούτε όμως την έχουν ξεγράψει ολοκληρωτικά. Περιμένουν να δουν πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στο εσωτερικό της μέτωπο. Είναι όμως εύκολο να επιστρέψει η Τουρκία στην συνεργασία μέσα στους κόλπους του ΝΑΤΟ; Υπό την διακυβέρνηση του Ερντογάν είναι σχεδόν αδύνατο να συμβεί κάτι τέτοιο, επειδή ολόκληρη η εξωτερική του πολιτική ανατρέπεται.

Όπως και να έχουν τα πράματα, οι κινήσεις των ΗΠΑ στοχεύουν στο να επιβάλουν από την μια τις αποφάσεις τους στους Ευρωπαίους συμμάχους, να τους αναγκάσουν δηλαδή να ευθυγραμμιστούν με τα δικά τους συμφέροντα και τις δικές τους αποφάσεις, και από την άλλη να δυναμώσουν τον κλοιό γύρω από την Ρωσία. Σε κάθε επιθετική κίνηση των ΗΠΑ, η κυβέρνηση της Ρωσίας αντιδρά με ανάλογο τρόπο. Κάνει το ΝΑΤΟ ασκήσεις κοντά στα σύνορά της; Κάνει και ο ρωσικός στρατός τις δικές του. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Η πρόκληση εντάσεων με συνέπεια τις φοβίες, που με την σειρά τους οδηγούν σε αποφάσεις ενίσχυσης της άμυνας με αγορά νέων οπλικών συστημάτων, δηλαδή την αύξηση των αμυντικών δαπανών, που βέβαια οι ΗΠΑ την ζητούν εδώ και καιρό.

Η δημιουργία εχθρού, πραγματικού ή όχι, είναι χρήσιμη στο να δημιουργεί πιέσεις στις κυβερνήσεις των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης που γειτονεύουν με την Ρωσία, αλλά και πιέσεις εντός της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που οδηγούν στην υπόσκαψη της συνοχής της. Έτσι, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για ζήτηση και κατανάλωση, με τους μόνους που επωφελούνται να είναι οι βιομηχανίες όπλων. Και βεβαίως, την μερίδα του λέοντος να την καρπούνται οι αμερικάνικες εταιρείες.

Πέρα από αυτά, οι εντάσεις στα σύνορα με την Ρωσία και η αμυντική συμφωνία ΗΠΑ-Ελλάδας στέλνουν μηνύματα προς τους λαούς των χωρών της Ευρώπης ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλειά τους. Ούτε λίγο ούτε πολύ, τους λένε εμείς σας εγγυούμαστε την ασφάλειά σας εσείς πρέπει να πληρώσετε. Είναι κι αυτός ένας άλλος τρόπος να επιβάλουν αυτό που ζητούσαν από τις κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες και να επωμιστούν περισσότερο οικονομικό κόστος για την λειτουργία της Νατοϊκής Συμμαχίας.

Συμπερασματικά, μπορούμε να ισχυριστούμε πως η αναδιοργάνωση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη αποσκοπεί στην ενίσχυση της δικής τους άμυνας που χτίζουν στον Ειρηνικό Ωκεανό. Η συνολική αναδιάταξη του ΝΑΤΟ έχει για την ώρα στόχο να ενισχύσει την διπλωματία και να πιέσει την Κίνα σε υποχωρήσεις στον τομέα του εμπορίου. Τέλος, οι σχεδιασμοί των ΗΠΑ δεν αντανακλούν οικονομικούς αναπτυξιακούς στόχους· αντανακλούν την αίσθηση της ανάγκης για συγκράτηση της Κίνας. Αυτός ο σχεδιασμός δεν είναι τίποτε άλλο παρά αμυντικός.

Μ. Κολλήσης

25 Οκτωβρίου, 2021

 

[1] Euronews (2021). Τζο Μπάιντεν: Εποχή αδιάκοπης διπλωματίας. Ανακτήθηκε στις 29/9/2021 από το: https://gr.euronews.com/2021/09/22/tzo-mpainten-epoxh-adiakophs-diplomatias

 

[2] Καθημερινή (2021). Υπεγράφη η αμυντική συμφωνία με ΗΠΑ–Μπλίνκεν: Αξιόπιστος σύμμαχος η Ελλάδα. Ανακτήθηκε στις 17/10/2021 από το: https://www.kathimerini.gr/politics/561539407/live-i-ypografi-tis-amyntikis-symfonias-me-ipa/  

 

[3]  Χατζηστεφάνου, Ά. (2021). Η Αλεξανδρούπολη γίνεται λιμάνι των ΗΠΑ και οδηγείται σε οικονομική και πολιτική αιμορραγία. Ανακτήθηκε στις 17/10/2021 από το: https://sputniknews.gr/20210803/i-alexandroypoli-ginetai-limani-ton-ipa-kai-odigeitai-se-oikonomiki-kai-politiki-aimorragia-16134692.html

 

[4] Euronews (2021). Ένταση στις σχέσεις ΝΑΤΟ-Ρωσίας μετά την Σύνοδο της Βαρσοβίας. Ανακτήθηκε στις 9/7/2016 από το: http://gr.euronews.com/2016/07/09/experts-weigh-in-on-the-nato-summit-in-warsaw/

 

[6] Χατζηστεφάνου, Ά. (2021). Η Αλεξανδρούπολη γίνεται λιμάνι των ΗΠΑ και οδηγείται σε οικονομική και πολιτική αιμορραγία. Ανακτήθηκε στις 17/10/2021 από το: https://sputniknews.gr/20210803/i-alexandroypoli-ginetai-limani-ton-ipa-kai-odigeitai-se-oikonomiki-kai-politiki-aimorragia-16134692.html