ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ
ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ ΝΑ ΠΕΡΝΑ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ
Πραγματικά επικίνδυνες διαστάσεις πήρε το ζήτημα για το όνομα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ), αυτές τις τελευταίες εβδομάδες. Αποκορύφωμα το συλλαλητήριο Θεσσαλονίκης, όπου προσφώνησε ο απόστρατος στρατηγός Φραγκούλης, εξαγγέλλοντας, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, την ίδρυση νέου φασιστικού κόμματος Ελλάδας, διαδόχου της Χρυσής Αυγής.
Επικίνδυνες εξελίξεις, με στελέχη της ευρύτερης αριστεράς να αντιμετωπίζουν το ζήτημα με αφέλεια, στο στυλ του ότι το πρόβλημα με το συλλαλητήριο δεν ήταν οι εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου που παραβρέθηκαν για να εκφράσουν τα γνήσια πατριωτικά τους αισθήματα, αλλά οι ομιλητές του συλλαλητηρίου.
Το κυρίαρχο πρόβλημα όμως ήταν ακριβώς το ότι εκατοντάδες χιλιάδες παραβρέθηκαν στο συλλαλητήριο του οποίου το στίγμα έδωσε ο απόστρατος στρατηγός Φραγκούλης. Το κυρίαρχο πρόβλημα είναι και το ότι, και αυτό έπρεπε να ανησυχεί ιδιαίτερα και να αποτελέσει σήμα κινδύνου, η αριστερά της ελληνικής αντιπολίτευσης δεν μπορεί να κάνει κινητοποιήσεις ενάντια στις χωρίς προηγούμενο επιθέσεις στη ζωή των ανθρώπων, την ίδια ώρα που στο πιο μαζικό συλλαλητήριο της περιόδου κυριάρχησαν ακραία εθνικιστικά συνθήματα, προσφώνησε ο Φραγκούλης, και η Χρυσή Αυγή είχε την ευθύνη της περιφρούρησης. Το κυρίαρχο πρόβλημα είναι και το ότι αναδεικνύονται ξανά εθνικές διεκδικήσεις που πλήρωσαν οι λαοί της περιοχής πολύ ακριβά στο παρελθόν.
Η δημιουργία του ζητήματος, που τώρα παίρνει επικίνδυνες διαστάσεις, ήταν ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης Μητσοτάκη όταν την δεκαετία του 1990 απαίτησε να μην χρησιμοποιηθεί ο όρος Μακεδονία ούτε οποιοδήποτε παράγωγό του, με τη συμφωνία όλων περίπου των πολιτικών δυνάμεων, τη στιγμή που ένας γεωγραφικός προσδιορισμός του ονόματος, ή ένας εθνικός προσδιορισμός της περιοχής, για παράδειγμα, Ελληνική Μακεδονία στην Ελλάδα, Σλαβική Μακεδονία κοκ, ή Βόρεια Μακεδονία, κοκ, θα έλυνε τη διαμάχη με τον πιο απλό τρόπο. Όταν η κυβέρνηση των Σκοπίων τη δεκαετία του 1990 ήταν έτοιμη να δεχθεί μια σύνθετη ονομασία, στην ελληνική κοινωνία κυριάρχησαν συνθήματα όπως «Ο Μεγαλέξανδρος είναι δικός μας και κανείς δεν θα μας τον πάρει».
Το «επίτευγμα» ήταν ότι, από τότε μέχρι σήμερα, 130 χώρες έχουν αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Από τότε μέχρι σήμερα, η ελληνική εθνικιστική αντιμετώπιση του ζητήματος τροφοδότησε ανάλογη αντιμετώπιση και από την άλλη πλευρά. Αναπόφευκτη αλληλοσυμπλήρωση. Οι εθνικιστές των Σκοπίων κέρδισαν έδαφος και άρχισαν να αναδεικνύουν επιθετικές διεκδικήσεις.
Έτσι ήταν πάντα και έτσι θα είναι. Για να βρουν έδαφος οι εθνικιστές της μιας πλευράς μέσα στον πληθυσμό του δικού τους έθνους, χρειάζονται τη στήριξη των εθνικιστών της άλλης.
Όσο πιο ακραίος γίνεται ο εθνικισμός της μιας πλευράς, τόσο πιο ισχυρά είναι τα επιχειρήματα που δίνει στον εθνικισμό της άλλης.
Δεν υπάρχει δίκαιο στα ελληνικά αιτήματα, παρόλο που και αν ακόμα υπήρχε, αν δηλαδή κάποτε η περιοχή ήταν όντως αμιγώς Ελληνική, τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να επιλυθούν μέσα από την αντιπαράθεση «αυτό μου ανήκει», όταν γενιές ολόκληρες άλλων εθνών ανδρώθηκαν στην περιοχή. Και στα σίγουρα η ελληνική αριστερά δεν θα μπορούσε να έχει τέτοιες αξιώσεις. Πόσω μάλλον όταν είναι λίγη η αλήθεια που υπάρχει σε όσα ακούστηκαν από την εθνικοφροσύνη και την εκκλησιαστική ιεραρχία και, σε πιο ήπιους τόνους από αριστερή κατεύθυνση.
Είναι χωρίς χαρακτηρισμό να ισχυρίζεται οποιοσδήποτε «ιδιοκτησία» της περιοχής, όταν σε μια ιστορία 2.500 χρόνων, έζησαν στη Μακεδονία Σλάβοι, Τούρκοι, Αλβανοί. Υπάρχουν ολόκληρες μελέτες και βιβλία από διακεκριμένους αριστερούς ιστορικούς, στα οποία θα μπορούσε να κάνει αναφορά η ελληνική αριστερά. Όπως της Άννας Φραγκουδάκη, το «Τι είναι η πατρίδα μας», του οποίου στόχος ήταν να αποδείξει ότι δεν υπάρχει σχέση των τωρινών κατοίκων της Μακεδονίας με τους Έλληνες κατοίκους της ιστορικής Μακεδονίας. Η ελληνική Μακεδονία ήταν χώρος που φιλοξενούσε αναρίθμητους ξένους πληθυσμούς, και οι «άλλες» Μακεδονίες αναρίθμητους ελληνόφωνες, μέχρι την βίαιη μετακίνηση τους.
Το ζήτημα θα μπορούσε να είχε λυθεί με απλό τρόπο, ακόμα και αν ήταν αληθινό το υπόβαθρο των ελληνικών διεκδικήσεων. Αντί αυτού, έχουμε σήμερα αναζωπύρωση ανεκπλήρωτων οραμάτων του ελληνικού εθνικισμού, μέσα όμως σε συνθήκες που τα κάνουν πολύ πιο επικίνδυνα από ότι τη δεκαετία του 1990. Η κρίση και εξαθλίωση ολοένα και μεγαλύτερων στρωμάτων του πληθυσμού, κάνουν τις εθνικές προστριβές πολύ επικίνδυνες.
Το ότι ανασύρεται μετά από δυόμισυ χιλιετίες ο Μ Αλέξανδρος για να στηριχτούν σημερινές εθνικές/εθνικιστικές διεκδικήσεις, είναι απλά μια ένδειξη των πόσων μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι εθνικιστές για να εκτροχιάσουν σε εθνικιστικά κανάλια την λαϊκή αγανάκτηση που δημιουργεί η κρίση.
Δεν υπάρχει ίσως γωνιά στον πλανήτη που προστριβές, πόλεμοι και μετακινήσεις πληθυσμών να μην αποτελούν βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να σταθεί κάποιος για να εγείρει ζητήματα αλυτρωτισμού και ιστορικών εθνικών «δικαιωμάτων». Δεν υπάρχει ίσως γωνιά του πλανήτη που το παρελθόν να μην αποτελεί δυνητικά πρόσφορο χώρο αναζήτησης επιχειρημάτων για εθνικές συγκρούσεις.
Πουθενά αλλού το παρελθόν, και ένα σχετικά πρόσφατο παρελθόν, δεν μπορεί να δώσει πιο ισχυρά επιχειρήματα, που να «δικαιώνουν» την εθνική σύγκρουση, που να επιβάλλουν την επαναδιεκδίκηση εδαφών και τη μετακίνηση εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων, από ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Εκατόν τριάντα εκατομμύρια Ινδιάνοι - σύμφωνα με τον Νόαμ Τσόμσκι, αλλά και με άλλες πηγές να μιλούν για ανάλογους αριθμούς -εξοντώθηκαν από τους λευκούς εποίκους στη μεγαλύτερη γενοκτονία στην ιστορία. Εξοντώθηκαν από τους λευκούς εποίκους για να κάνουν δική τους μια περιοχή με την οποία ούτε συνόρευαν, ούτε υπήρχαν προστριβές και αμφισβητούμενες περιοχές, ούτε ανάμιξη πληθυσμών. Θα μπορούσε, παρόλα αυτά, πραγματικά κάποιος να ισχυριστεί ότι υπάρχει ζήτημα «αποκατάστασης» δικαιοσύνης μέσα από τη μετακίνηση των λευκών, μαύρων και άλλων πληθυσμών και παράδοση της χώρας σε αυτούς στην οποία ανήκε;
Έτσι λειτούργησαν όλες οι ταξικές κοινωνίες, έτσι συγκροτήθηκαν τα κράτη μέσα στον καπιταλισμό: Πάνω στις πιο βίαιες μετακινήσεις και εκκαθαρίσεις πληθυσμών.
Δεν μπορεί να υπάρξει «αποκατάσταση» του δικαίου. Μπορεί μόνο να υπάρξει μέλλον για τους λαούς μέσα από τη με κάθε τρόπο αποφυγή εθνικών συγκρούσεων και πολέμων, και την κοινή πάλη ενάντια στις συμφορές της κρίσης και του νεοφιλελευθερισμού. Μέσα από την κοινή πάλη των λαών ενάντια στους ντόπιους, ομοεθνείς, που αφαιρούν τη ζωή από τους λαούς, και που για να ελέγξουν την εσωτερική κατάσταση είναι έτοιμοι να σπρώξουν τους λαούς στις πιο μεγάλες συμφορές.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση και η εξαθλίωση ολοένα και περισσότερων στρωμάτων του πληθυσμού θα δημιουργούν τις συνθήκες όπου το ίδιο το σύστημα, μέσα από την προσπάθεια του να προστατευτεί από την αγανάκτηση των μαζών, θα αναδεικνύει, μέσα από τις πιο αντιδραστικές του δυνάμεις, ότι μπορεί να αναδείξει για να εκτροχιάσει την αγανάκτηση από τα ταξικά κανάλια.
Η υπεράσπιση των «δίκαιων πατριωτικών αιτημάτων» θα μετακινείται ολοένα και πιο δεξιά, σε ότι πιο ακραίο θα έχει να επιδείξει η κοινωνία. Ο ρόλος της αριστεράς θα είναι να συνενώσει τους κτυπημένους από τον κοινό εχθρό σε κάθε χώρα, αυτούς που η διεθνής συντονισμένη επίθεση του κεφαλαίου φτωχοποιεί σε κάθε χώρα, μιλώντας στις ψυχές των ανθρώπων της κάθε χώρας.
Σωτήρης Βλάχος
30.01.2018