Ο νεοφιλελευθερισμός θρέφει το χειρότερο στους ανθρώπους
του Paul Verhaeghe*
Ένα οικονομικό σύστημα που επιβραβεύει χαρακτηριστικά ψυχοπαθούς προσωπικότητας έχει αλλάξει την ηθική μας και την προσωπικότητά μας
Μας λέγεται συνέχεια ότι είμαστε πιο ελεύθεροι από ποτέ άλλοτε να επιλέγουμε την πορεία της ζωής μας, αλλά η ελευθερία επιλογής έξω από το αφήγημα της επιτυχίας είναι περιορισμένη. Φωτογραφία: Lefteris Pitarakis/AP
Έχουμε την τάση να θεωρούμε την ταυτότητά μας σταθερή και σε μεγάλο βαθμό αποκομένη από τις εξωτερικές επιδράσεις. Όμως, μέσα από την έρευνα και θεραπευτική πρακτική δεκαετιών, έχω πειστεί ότι η οικονομική αλλαγή έχει βαθιές επιπτώσεις όχι μόνο στις αξίες μας αλλά και στην προσωπικότητά μας. Τριάντα χρόνια νεοφιλελευθερισμού, επίδρασης των δυνάμεων της ελεύθερης αγοράς και των ιδιωτικοποήσεων έχουν σπείρει την καταστροφή, καθώς η αδυσώπητη πίεση για επιτυχία έχει καταστεί κυρίαρχη. Αν διαβάζετε αυτό με σκεπτικισμό, θέτω προς εσάς την απλή διαπίστωση: ο αξιοκρατικός νεοφιλελευθερισμός ευνοεί ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και τιμωρεί άλλα.
Υπάρχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που απαιτούνται για να κάνει κανείς σήμερα καριέρα.
Το πρώτο είναι η ευγλωττία, με στόχο να φέρουμε με το μέρος μας όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Η επαφή μπορεί να είναι επιφανειακή, αλλά καθώς αυτό ισχύει για τις περισσότερες μορφές ανθρώπινης αλληλεπίδρασης στις μέρες μας, αυτό δεν θα γίνεται και τόσο αντιληπτό.
Είναι σημαντικό να μπορείς να προβάλλεις τις δικές σου ικανότητες όσο το δυνατόν περισσότερο: γνωρίζεις πολλούς ανθρώπους, έχεις αποκτήσει αρκετή εμπειρία και έχεις πρόσφατα ολοκληρώσει ένα μεγάλο πρότζεκτ. Αργότερα, οι άνθρωποι θα διαπιστώσουν ότι αυτό ήταν μάλλον αέρας κοπανιστός, αλλά το γεγονός ότι αρχικά ξεγελάστηκαν συνδέεται με ένα άλλο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας: μπορείτε να ψεύδεστε πειστικά, αισθανόμενοι ελάχιστη ενοχή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δεν αναλαμβάνετε ποτέ την ευθύνη για τη συμπεριφορά σας.
Επιπλέον, είστε ευέλικτοι και παρορμητικοί, πάντα σε αναζήτηση νέων ερεθισμάτων και προκλήσεων. Στην πράξη, αυτό οδηγεί σε μια ριψοκίνδυνη συμπεριφορά - αλλά γιατί να σκοτιστείτε, αφού δεν θα είστε εσείς που θα πρέπει να μαζέψετε τα κομμάτια. Ποια η πηγή έμπνευσης για αυτή την παράθεση χαρακτηριστικών; Είναι η λίστα ελέγχου της ψυχοπάθειας, από τον Robert Hare, τον πιο γνωστό σήμερα ειδικό ψυχοπαθολόγο.
Αυτή η περιγραφή είναι, βέβαια, μια καρικατούρα τραβηγμένη στα άκρα. Ωστόσο, η οικονομική κρίση κατέδειξε στο μακρο-κοινωνικό επίπεδο (στη διαμάχη ανάμεσα στις χώρες της ευρωζώνης, για παράδειγμα) τι κάνει η νεοφιλελεύθερη αξιοκρατία στους ανθρώπους. Η αλληλεγγύη γίνεται μια δαπανηρή πολυτέλεια, που αντικαθίσταται από προσωρινές συμμαχίες, με κύριο πάντα μέλημα να αποκομίζονται περισσότερα οφέλη από εκείνα των ανταγωνιστών. Οι κοινωνικοί δεσμοί με τους συναδέλφους αποδυναμώνονται, όπως και η συναισθηματική υποχρέωση προς την επιχείρηση ή την οργάνωση.
Ο εκφοβισμός (μπούλινγκ) κάποτε περιοριζόταν στα σχολεία. Τώρα είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο στους χώρους εργασίας. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό σύμπτωμα του ανίκανου που εξαπολύει το μένος της ματαίωσής του ενάντια στους αδύναμους - στην ψυχολογία είναι γνωστό ως μετατοπισμένη επιθετικότητα. Υπάρχει μια βαθύτερη αίσθηση φόβου, που κυμαίνεται από το άγχος για επιδόσεις έως τον ευρύτερο κοινωνικό φόβο του απειλητικού «άλλου».
Οι συνεχείς αξιολογήσεις στην εργασία προκαλούν μείωση της αυτονομίας και αυξανόμενη εξάρτηση από εξωτερικές, συχνά μεταβαλλόμενες, αξίες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αυτό που ο κοινωνιολόγος Richard Sennett εύστοχα χαρακτήρισε ως τη «νηπιοποίηση των εργαζομένων». Ενήλικες εμφανίζουν παιδικές εκρήξεις θυμού και ζηλεύουν για ασήμαντους λόγους («πήρε νέα καρέκλα γραφείου και εγώ δεν πήρα»), λένε λευκά ψέματα, καταφεύγουν στο δόλο, επιχαίρουν για την αποτυχία των άλλων και συντηρούν μικροπρεπή αισθήματα εκδίκησης. Αυτή είναι η συνέπεια ενός συστήματος που εμποδίζει τους ανθρώπους από το να σκέπτονται ανεξάρτητα και που αποτυγχάνει να αντιμετωπίζει τους υπαλλήλους ως ενήλικες.
Πιο σημαντικό, ωστόσο, είναι το σοβαρό πλήγμα που επιφέρεται στον αυτοσεβασμό των ανθρώπων. Ο αυτοσεβασμός εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αναγνώριση που δεχόμαστε από τον άλλο, όπως έδειξαν στοχαστές από τον Hegel έως τον Lacan. Ο Sennett καταλήγει σε παρόμοιο συμπέρασμα καθώς βλέπει το κύριο ερώτημα των εργαζομένων σήμερα να είναι το "Ποιος με έχει ανάγκη;" Για μια διογκούμενη ομάδα ανθρώπων, η απάντηση είναι: κανένας.
Η κοινωνία μας διακηρύσσει διαρκώς ότι ο καθένας μπορεί να τα καταφέρει αν απλώς προσπαθήσει αρκετά σκληρά, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει προνόμια και ασκεί ακόμη περισσότερη πίεση στους ήδη υπερβολικά συμπιεσμένους και εξαντλημένους πολίτες της. Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι αποτυγχάνουν, αισθάνονται ταπεινωμένοι, ένοχοι και ντροπιασμένοι. Μας λέγεται συνέχεια ότι είμαστε πιο ελεύθεροι από ποτέ άλλοτε να επιλέγουμε την πορεία της ζωής μας, αλλά η ελευθερία επιλογής έξω από το αφήγημα της επιτυχίας είναι περιορισμένη. Επιπλέον, εκείνοι που αποτυγχάνουν θεωρούνται ηττημένοι, ή τρακαδόροι που εκμεταλλεύονται το σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων.
H νεοφιλελεύθερη αξιοκρατία θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε ότι η επιτυχία εξαρτάται από την ατομική προσπάθεια και το ταλέντο, πράγμα που σημαίνει ότι η ευθύνη έγκειται αποκλειστικά στο άτομο, και πως οι Αρχές θα πρέπει να δώσουν στους ανθρώπους όσο το δυνατόν περισσότερη ελευθερία ώστε να επιτύχουν αυτόν το στόχο. Για όσους πιστεύουν στο παραμύθι της απεριόριστης επιλογής, η αυτοδιοίκηση και η αυτοδιαχείριση αποτελούν τα κυρίαρχα πολιτικά μηνύματα, ειδικά αν μοιάζει να υπόσχονται ελευθερία. Μαζί με την ιδέα του τελειοποιήσιμου ατόμου, η ελευθερία που αντιλαμβανόμαστε εμείς οι ίδιοι να έχουμε στη Δύση είναι η μεγαλύτερη αναλήθεια της εποχής.
Ο κοινωνιολόγος Zygmunt Baumanneatly συνοψίζει το παράδοξο της εποχής μας ως εξής: "Ποτέ δεν έχουμε υπάρξει τόσο ελεύθεροι. Ποτέ δεν έχουμε αισθανθεί τόσο ανίσχυροι". Είμαστε πράγματι πιο ελεύθεροι από προηγουμένως, υπό την έννοια ότι μπορούμε να επικρίνουμε τη θρησκεία, να επωφελούμαστε από τη νέα laissez-faire στάση απέναντι στο σεξ και να υποστηρίζουμε οποιοδήποτε πολιτικό κίνημα μας αρέσει. Μπορούμε να κάνουμε όλα αυτά τα πράγματα επειδή δεν έχουν πια καμιά σημασία - η ελευθερία αυτού του είδους προάγεται από την αδιαφορία. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, η καθημερινή μας ζωή έχει καταστεί μια συνεχής μάχη ενάντια σε μια γραφειοκρατία που θα έκανε τα γόνατα του Κάφκα να λυγίσουν. Υπάρχουν κανονισμοί για τα πάντα, από την περιεκτικότητα σε αλάτι του ψωμιού έως την πτηνοτροφία στις αστικές περιοχές.
Η υποτιθέμενη ελευθερία μας είναι δεμένη με μια κεντρική προϋπόθεση: ότι πρέπει να είμαστε επιτυχημένοι - δηλαδή, να “γίνουμε κάτι στη ζωή”. Δεν χρειάζεται να κοιτάξετε μακριά για παραδείγματα. Ένα ιδιαίτερα εξειδικευμένο άτομο που θέτει την γονεϊκή του ιδιότητα πάνω από τη σταδιοδρομία του υπόκειται σε κριτική. Ένα άτομο με καλή δουλειά που απέρριψε μια προαγωγή για να επενδύσει περισσότερο χρόνο σε άλλα πράγματα θεωρείται τρελό - εκτός και αν αυτά τα άλλα πράγματα εξασφαλίζουν την επιτυχία. Οι γονείς μιας νεαρής γυναίκας που θέλει να γίνει δασκάλα της λένε ότι θα πρέπει να ξεκινήσει με το να αποκτήσει ένα μεταπτυχιακό δίπλωμα στα οικονομικά - δασκάλα, τι στο καλό σκέφτεται;
Ο οδυρμός είναι διαρκής για την ούτω καλούμενη απώλεια ηθών και αξιών στον πολιτισμό μας. Ωστόσο, τα ήθη και οι αξίες μας αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιαστικό μέρος της ταυτότητάς μας. Έτσι δεν μπορούν να χαθούν, παρά μόνο να αλλάξουν. Και αυτό ακριβώς είναι που έχει συμβεί: μια αλλαγμένη οικονομία προκαλεί μια αλλαγμένη ηθική και επιφέρει την αλλαγή ταυτότητας. Το σημερινό οικονομικό σύστημα θρέφει το χειρότερο στους ανθρώπους.
*The Guardian, 29 του Σεπτέμβρη 2014 (τελευταία διαφοροποίηση:25 του Μάη 2017)
https://www.theguardian.com/commentisfree/2014/sep/29/neoliberalism-economic-system-ethics-personality-psychopathicsthic
Μετάφραση-απόδοση: Μερόπη Τσιμίλλη-Μιχαήλ και Δάφνος Οικονόμου