marxoudi_web1ekfrasi_logolhs_logo

 

Νεοφιλελευθερισμός - η ιδεολογία στη ρίζα όλων των προβλημάτων μας

του George Monbiot*

 

 

 

Η οικονομική κατάρρευση, η περιβαλλοντική καταστροφή και αυτή ακόμη η άνοδος του Donald Trump – για όλα αυτά ο νεοφιλελευθερισμός έχει το ρόλο του. Γιατί η Αριστερά δεν κατόρθωσε να δώσει μια εναλλακτική;

«Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» ... ο Ronald Reagan και η Margaret Thatcher στο Λευκό Οίκο. Φωτογραφία: Rex Features

Φανταστείτε να μην είχε ακούσει ποτέ ο λαός της Σοβιετικής Ένωσης για κομμουνισμό. Η ιδεολογία που κυριαρχεί στη ζωή μας δεν έχει, για τους περισσότερους, κανένα όνομα. Αναφέρετέ το σε μια κουβέντα και θα ανταμειφθείτε με ένα σήκωμα των ώμων. Ακόμα κι αν οι ακροατές σας έχουν προηγούμενα ακούσει τον όρο, θα προσπαθήσουν πολύ για να τον καθορίσουν. Νεοφιλελευθερισμός: γνωρίζετε τι είναι;

Η ανωνυμία του είναι ταυτόχρονα σύμπτωμα και αιτία της κυριαρχίας του. Έχει διαδραματίσει καίριο ρόλο σε μια αξιοσημείωτη ποικιλία κρίσεων: στη χρηματοοικονομική κατάρρευση του 2007-2008, στη φυγάδευση του πλούτου και της δύναμής του σε φορολογικούς παραδείσους, για τα οποία τα Panama Papers επιτρέπουν απλά μια εφήμερη ματιά, η βαθμιαία κατάρρευση της δημόσιας υγείας και της εκπαίδευσης, η αναζωπύρωση της παιδικής φτώχειας, η εξάπλωση της μοναξιάς, η κατάρρευση των οικοσυστημάτων, η άνοδος του Donald Trump. Αντιμετωπίζουμε όμως αυτές τις κρίσεις ως να επρόκειτο για απομονωμένα γεγονότα, αγνοώντας απ’ ότι φαίνεται ότι όλες έχουν είτε προκληθεί είτε επιδεινωθεί από την ίδια συμπαγή φιλοσοφία. Μια φιλοσοφία που έχει - ή είχε - όνομα. Τι θα μπορούσε να είναι πιο απόλυτα ισχυρό από την ανώνυμη λειτουργία και επιβολή;

Τόσο διάχυτος έχει γίνει ο νεοφιλελευθερισμός που σπάνια τον αναγνωρίζουμε ως ιδεολογία. Δείχνουμε να δεχόμαστε την υπόθεση ότι η ουτοπική, χιλιαστική αυτή πίστη παρουσιάζεται ως μια ουδέτερη δύναμη, ως ένα είδος βιολογικού νόμου, όπως είναι η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου. Όμως αυτή η φιλοσοφία προέκυψε ως συνειδητή προσπάθεια ανάπλασης της ανθρώπινης ζωής και μετατόπισης του επίκεντρου της εξουσίας.

Ο νεοφιλελευθερισμός θεωρεί τον ανταγωνισμό ως το καθοριστικό χαρακτηριστικό των ανθρώπινων σχέσεων. Επαναπροσδιορίζει τους πολίτες ως καταναλωτές, των οποίων οι δημοκρατικές επιλογές ασκούνται καλύτερα με το να αγοράζουν και να πωλούν, μια διαδικασία που ανταμείβει το άξιο και τιμωρεί το αναποτελεσματικό. Υποστηρίζει ότι "η αγορά" αποφέρει οφέλη που δεν θα μπορούσαν ποτέ να επιτευχθούν με το σχεδιασμό.

Οι προσπάθειες περιορισμού του ανταγωνισμού αντιμετωπίζονται ως εχθρικές προς την ελευθερία. Οι φόροι και οι ρυθμίσεις πρέπει να ελαχιστοποιηθούν, οι δημόσιες υπηρεσίες πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν. Η οργάνωση της εργασίας και η συλλογική διαπραγμάτευση με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις παρουσιάζονται ως στρεβλώσεις της αγοράς που παρεμποδίζουν τη διαμόρφωση μιας φυσικής ιεραρχίας νικητών και χαμένων. Η ανισότητα επαναπροσδιορίζεται ως αρετή: ως η ανταμοιβή του ωφέλιμου και πλουτοπαραγωγικού, που στη συνέχεια διαχέεται προς τα κάτω για την ευημερία όλων. Η προσπάθεια δημιουργίας μιας πιο ισότιμης κοινωνίας και αντιπαραγωγική είναι και ηθικά διαβρωτική. Η αγορά εξασφαλίζει ότι όλοι παίρνουν αυτό που τους αξίζει.

Εσωτερικεύουμε και αναπαράγουμε τα δόγματά του. Οι πλούσιοι πείθουν τον εαυτό τους ότι απέκτησαν τον πλούτο τους μέσα από την αξία τους, αγνοώντας τα πλεονεκτήματα - όπως  η εκπαίδευση, η κληρονομιά και  η τάξη στην οποία ανήκουν - που έχουν συμβάλει στην εξασφάλισή του. Οι φτωχοί αρχίζουν να κατηγορούν τους εαυτούς τους για τις αποτυχίες τους, ακόμα και όταν πολύ λίγα μπορούν να κάνουν για να αλλάξουν τις περιστάσεις τους.

Μη σκοτίζεστε για τη δομική ανεργία: αν δεν έχετε δουλειά, αυτό είναι γιατί δεν είστε ευρηματικοί. Μην σκοτίζεστε για το αφόρητο κόστος της στέγασης: εάν η πιστωτική σας κάρτα έχει στερέψει, είστε άχρηστοι και καθόλου προνοητικοί. Μην σκοτίζεστε που τα παιδιά σας δεν έχουν πια σχολική αυλή για να παίξουν: αν παχύνουν, είναι δικό σας λάθος. Σε έναν κόσμο που κυβερνάται από τον ανταγωνισμό, αυτοί που μένουν πίσω, προσδιορίζονται και αυτοπροσδιορίζονται ως χασούρηδες.

Ανάμεσα στα αποτελέσματα του νεοφιλελευθερισμού, όπως τεκμηριώνει ο Paul Verhaeghe στο βιβλίο του "What About Me?"[Τι γίνεται με ’μένα;], είναι η επιδημία αυτοτραυματισμού, οι διατροφικές διαταραχές, η κατάθλιψη, η μοναξιά, το άγχος της απόδοσης και η κοινωνική φοβία. Ίσως δεν αποτελεί έκπληξη ότι η Βρετανία, στην οποία η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία  εφαρμόστηκε με κάθε σχολαστικότητα, είναι η πρωτεύουσα της μοναξιάς στην Ευρώπης. Τώρα είμαστε όλοι νεοφιλελεύθεροι.

***

Ο όρος νεοφιλελευθερισμός χαλκεύθηκε σε μια συνάντηση στο Παρίσι το 1938. Μεταξύ των συνέδρων ήταν δύο άνδρες που παρευρέθηκαν για να ορίσουν την όλη ιδεολογία, ο Ludwig von Mises και ο Friedrich Hayek. Εξόριστοι και οι δύο από την Αυστρία, είδαν την κοινωνική δημοκρατία, με πρότυπο το New Deal του Franklin Roosevelt και την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας στη Βρετανίας, ως εκφράσεις ενός κολεκτιβισμού που κυμαίνονταν στο ίδιο φάσμα με τον ναζισμό και τον κομμουνισμό.

Στο βιβλίο του "The Road to Serfdom" [Ο Δρόμος προς τη Δουλεία], που δημοσιεύθηκε το 1944, ο Hayek ισχυρίστηκε ότι ο κυβερνητικός σχεδιασμός, συνθλίβοντας την ατομικότητα, θα οδηγούσε νομοτελειακά στον ολοκληρωτικό έλεγχο. Όπως και το βιβλίο "Bureaucracy" [Γραφειοκρατία] του Mises, το "The Road to Serfdom" διαβάστηκε πλατιά. Περιήλθε στην προσοχή μερικών πολύ πλούσιων ατόμων, οι οποίοι διέβλεψαν στη όλη φιλοσοφία την ευκαιρία να απελευθερωθούν από κανονιστικές ρυθμίσεις και φόρους. Όταν το 1947 ο Hayek ίδρυσε την πρώτη οργάνωση που θα διέδιδε το δόγμα του νεοφιλελευθερισμού - την Mont Pelerin Society - αυτή στηρίχθηκε στη χρηματοδότηση από εκατομμυριούχους και τα ιδρύματά τους.

Με τη βοήθειά τους, άρχισε να δημιουργεί αυτό που περιγράφει στο βιβλίο του "Masters of the Universe" [Αφέντες του σύμπαντος] ο Daniel Stedman Jones, ως «ένα είδος νεοφιλελεύθερης διεθνούς»: ένα διατλαντικό δίκτυο ακαδημαϊκών, επιχειρηματιών, δημοσιογράφων και ακτιβιστών. Οι πλούσιοι υποστηρικτές του κινήματος χρηματοδότησαν μια σειρά δεξαμενών σκέψης που θα επεξεργάζονταν και θα προωθούσαν την ιδεολογία. Μεταξύ αυτών ήταν το American Enterprise Institute, το Heritage Foundation, το Cato Institute, το Institute of Economic Affairs, το Centre for Policy Studies και το Adam Smith Institute. Χρηματοδότησαν επίσης ακαδημαϊκές έδρες και τμήματα, ιδίως στα πανεπιστήμια του Σικάγο και της Βιρτζίνια.

Καθώς αναπτυσσόταν, ο νεοφιλελευθερισμός γινόταν όλο και πιο οξύς. Η άποψη του Hayek ότι οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να ρυθμίζουν τον ανταγωνισμό ώστε να αποτραπεί η δημιουργία μονοπωλίων αντικαταστάθηκε – μεταξύ των αμερικανών αποστόλων όπως τον Milton Friedman - από την πεποίθηση ότι η μονοπωλιακή κυριαρχία θα μπορούσε να ιδωθεί ως η ανταμοιβή της αποτελεσματικότητας.

Κάτι ακόμα συνέβηκε κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης: το κίνημα έχασε το όνομά του. Το 1951, ο Friedman ήταν ευτυχής να περιγράφει τον εαυτό του ως νεοφιλελεύθερο. Σύντομα όμως, ο όρος άρχισε να εξαφανίζεται. Ακόμα πιο παράξενο είναι πως, παρόλο που η ιδεολογία έγινε πιο σαφής και το κίνημα πιο συνεκτικό, το χαμένο όνομα δεν αντικαταστάθηκε από οποιοδήποτε άλλο .

Στην αρχή, παρά την αφειδή χρηματοδότησή του, ο νεοφιλελευθερισμός παρέμεινε στο περιθώριο. Η μεταπολεμική συναίνεση ήταν σχεδόν καθολική: οι οικονομικές συνταγές του John Maynard Keynes εφαρμόζονταν πλατιά, η πλήρης απασχόληση και η ανακούφιση από τη φτώχεια ήταν κοινός στόχος στις ΗΠΑ και σε μεγάλο μέρος της Δυτικής Ευρώπης, τα ανώτερα φορολογικά επίπεδα ήταν ψηλά και οι κυβερνήσεις επιζητούσαν κοινωνικά αποτελέσματα χωρίς να ντρέπονται γι αυτό αναπτύσσοντας νέες δημόσιες υπηρεσίες και δίχτυα κοινωνικής ασφάλειας..

Όμως κατά τη δεκαετία του 1970, όταν οι κεϋνσιανές πολιτικές άρχισαν να σπαραλιάζονται και οι οικονομικές κρίσεις έπληξαν και τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, οι νεοφιλελεύθερες ιδέες άρχισαν να παρεισφρύουν στο κυρίως ρεύμα της πολιτικής οικονομίας. Όπως παρατήρησε ο Φρίντμαν, «όταν ήρθε η ώρα που έπρεπε να αλλάξετε ... υπήρχε η εναλλακτική έτοιμη για να την αδράξετε». Με τη βοήθεια συμπαθούντων δημοσιογράφων και πολιτικών συμβούλων, στοιχεία του νεοφιλελευθερισμού, ειδικά οι συνταγές του για τη νομισματική πολιτική, υιοθετήθηκαν από τη διοίκηση του Jimmy Carter στις ΗΠΑ και την κυβέρνηση Jim Callaghan στη Βρετανία.

Με την ανάληψη της εξουσίας από την Margaret Thatcher και τον Ronald Reagan, σύντομα ακολούθησε και το υπόλοιπο πακέτο: τεράστιες φορολογικές μειώσεις  για τους πλούσιους, η συντριβή των συνδικάτων, απορρύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις, εξωτερική ανάθεση και ανταγωνισμός στις δημόσιες υπηρεσίες. Μέσω του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, της Συνθήκης του Μάαστριχτ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, επιβλήθηκαν νεοφιλελεύθερες πολιτικές - συχνά χωρίς δημοκρατική συναίνεση - σε πολλές χώρες του κόσμου. Το πιο αξιοσημείωτο ήταν η υιοθέτησή του νεοφιλελευθερισμού από κόμματα που κάποτε ανήκαν στην αριστερά: για παράδειγμα από το Εργατικό Κόμμα στη Βρετανία και τους Δημοκρατικούς στις ΗΠΑ. Όπως σημειώνει ο Stedman Jones, "είναι δύσκολο να βρει κανείς μια άλλη ουτοπία που να έτυχε μιας τόσο πλέριας πραγμάτωσης".

***

Μπορεί να φαντάζει παράδοξο ότι ένα δόγμα που υποσχόταν επιλογή και ελευθερία θα προαγόταν με το σύνθημα "δεν υπάρχει εναλλακτική". Αλλά, όπως επεσήμανε ο Hayek σε μια επίσκεψή του στη Χιλή του Πινοσέτ - ένα από τα πρώτα έθνη όπου εφαρμόστηκε το πρόγραμμα καθ’ ολοκληρία - "η προσωπική μου προτίμηση κλίνει προς μια φιλελεύθερη δικτατορία παρά προς μια δημοκρατική κυβέρνηση που στερείται φιλελευθερισμού". Η ελευθερία που προσφέρει ο νεοφιλελευθερισμός, η οποία ακούγεται τόσο σαγηνευτική όταν εκφράζεται με γενικούς όρους, αποδεικνύεται ελευθερία για τους καρχαρίες, και όχι για τα ψαράκια.

Η ελευθερία από τα συνδικάτα και τη συλλογική διαπραγμάτευση σημαίνει την ελευθερία συμπίεσης των μισθών. Η ελευθερία από κανονιστικές ρυθμίσεις σημαίνει την ελευθερία να δηλητηριάζουν τα ποτάμια, να θέτουν σε κίνδυνο τους εργαζόμενους, να χρεώνουν ληστρικά επιτόκια και να σχεδιάζουν εξωτικά χρηματοπιστωτικά εργαλεία. Η ελευθερία από τη φορολογία σημαίνει ελευθερία από την αναδιανομή του πλούτου που θα απάλλασσε τους ανθρώπους από τη φτώχεια.

Η Naomi Klein τεκμηριώνει ότι οι νεοφιλελεύθεροι θεωρητικοί ευνοούσαν τη αξιοποίηση των κρίσεων για την επιβολή αντιλαϊκών πολιτικών ενόσω οι άνθρωποι θα βρίσκονταν σε κατάσταση σύγχυσης. Φωτογραφία: Anya Chibis για τον Guardian

Όπως τεκμηριώνει η Naomi Klein στο βιβλίο της, Το Δόγμα του Σοκ, οι νεοφιλελεύθεροι θεωρητικοί ευνοούσαν τη αξιοποίηση των κρίσεων για την επιβολή αντιλαϊκών πολιτικών ενόσω οι άνθρωποι θα βρίσκονταν σε κατάσταση σύγχυσης: για παράδειγμα, η περίοδος αμέσως μετά το πραξικόπημα του Πινοσέτ, μετά τον πόλεμο στο Ιράκ και τον τυφώνα Κατρίνα., που ο Friedman χαρακτήρισε ως "ευκαιρία για ριζική μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος" στη Νέα Ορλεάνη.

Όταν κάποιες νεοφιλελεύθερες πολιτικές δεν μπορούν να επιβληθούν σε τοπικό επίπεδο, επιβάλλονται σε διεθνές επίπεδο, μέσω εμπορικών συμφωνιών που περιλαμβάνουν τη "διευθέτηση διενέξεων μεταξύ επενδυτών και κράτους": υπεράκτια δικαστήρια στα οποία οι επιχειρήσεις μπορούν να ασκήσουν πιέσεις για την άρση της κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας. Όταν τα κοινοβούλια νομοθετούν για να περιορίσουν τις πωλήσεις τσιγάρων, για να προστατεύσουν τη παροχή νερού από τις μεταλλευτικές εταιρίες, για να παγώσουν το κόστος της ενέργειας ή να εμποδίσουν τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις από το να κατακλέβουν το κράτος, οι εταιρείες προχωρούν σε αγωγές, συχνά με επιτυχία. Η δημοκρατία καταντά "θέατρο".

Ένα άλλο παράδοξο του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι ο παγκόσμιος ανταγωνισμός βασίζεται στην παγκόσμια ποσοτικοποίηση και σύγκριση. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι εργαζόμενοι, οι αναζητούντες εργασία και οι κάθε είδους δημόσιες υπηρεσίες υπόκεινται σε ξεψείρισμα, σε ένα αποπνικτικό καθεστώς αξιολόγησης και παρακολούθησης, σχεδιασμένο ώστε να προσδιορίζει τους νικητές και να τιμωρεί τους χαμένους. Το δόγμα, που ο Von Mises θεωρούσε ότι θα μας απελευθέρωνε από τον γραφειοκρατικό εφιάλτη του κεντρικού σχεδιασμού, έχει αντίθετα δημιουργήσει ένα τέτοιο εφιάλτη.

Ο νεοφιλελευθερισμός δεν επινοήθηκε για την ιδιοτέλεια των κομπιναδόρων, γρήγορα όμως εξελίχθηκε σε τέτοιος. Η οικονομική ανάπτυξη είναι αξιοσημείωτα πιο αργή στη νεοφιλελεύθερη εποχή (από το 1980 στη Βρετανία και τις ΗΠΑ) σε σύγκριση με τις προηγούμενες δεκαετίες. Αυτό όμως δεν ισχύει για τους πολύ πλούσιους. Η ανισότητα στην κατανομή τόσο του εισοδήματος όσο και του πλούτου, μετά από 60 χρόνια ύφεσης, αυξήθηκε κατακόρυφα αυτή την περίοδο, εξαιτίας του τσακίσματος των συνδικάτων, των φορολογικών μειώσεων, των αυξανόμενων ενοικίων, των ιδιωτικοποιήσεων και της απορρύθμισης.

Η ιδιωτικοποίηση ή αγοραιοποίηση δημόσιων υπηρεσιών όπως η ενέργεια, το νερό, τα τρένα, η υγεία, η εκπαίδευση, οι δρόμοι και οι φυλακές, έχουν επιτρέψει στις εταιρείες να οικειοποιηθούν ουσιώδεις υπηρεσίες και άλλα περιουσιακά στοιχεία, και να χρεώνουν ενοίκιο είτε στους πολίτες είτε στις κυβερνήσεις για τη χρήση τους. Το ενοίκιο είναι ένας άλλος όρος για το μη δεδουλευμένο εισόδημα. Όταν πληρώνετε μια διογκωμένη τιμή για ένα εισιτήριο τρένου, μόνο ένα μέρος του ναύλου αντισταθμίζει τα χρήματα που ξοδεύονται για καύσιμα, για μισθούς, για τις αμαξοστοιχίες και άλλες δαπάνες. Το υπόλοιπο αντανακλά το γεγονός ότι βρίσκεστε κυριολεκτικά στο έλεος τους

Στο Μεξικό, ο Carlos Slim στον οποίο παραχωρήθηκε ο έλεγχος σχεδόν όλων των υπηρεσιών σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, πολύ γρήγορα έγινε ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο. Φωτογραφία: Henry Romero/Reuters

Αυτοί που κατέχουν και διαχειρίζονται τις ιδιωτικοποιημένες ή ημι-ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες της Βρετανίας κάνουν αμύθητες περιουσίες, επενδύοντας λίγα και χρεώνοντας πολλά. Στη Ρωσία και την Ινδία, οι ολιγάρχες απέκτησαν κρατικά περιουσιακά στοιχεία σε εξευτελιστικές τιμές. Στο Μεξικό, ο Carlos Slim στον οποίο παραχωρήθηκε ο έλεγχος σχεδόν όλων των υπηρεσιών σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, πολύ γρήγορα έγινε ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο.

Η χρηματιστικοποίηση, όπως σημειώνει ο Andrew Sayer στο βιβλίο του "Why We Can’t Afford the Rich", είχε παρόμοιο αντίκτυπο. "Όπως το ενοίκιο," γράφει, "έτσι και ο τόκος είναι ... μη δεδουλευμένο εισόδημα που συσσωρεύεται χωρίς καμία προσπάθεια". Καθώς οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι, οι πλούσιοι αποκτούν όλο και μεγαλύτερο έλεγχο πάνω σε ένα άλλο ουσιώδες περιουσιακό στοιχείο: το χρήμα. Η καταβολή τόκων, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, αποτελεί μεταφορά χρημάτων από τους φτωχούς στους πλούσιους. Καθώς οι τιμές των ακινήτων και η κατάργηση των κρατικών επιχορηγήσεων επιβαρύνουν τους απλούς ανθρώπους με χρέη (σκεφτείτε τη μετάβαση από τις φοιτητικές επιχορηγήσεις στα φοιτητικά δάνεια), οι τράπεζες και τα στελέχη τους μεγιστοποιούν τα κέρδη τους.

Ο Sayer υποστηρίζει ότι οι τελευταίες τέσσερις δεκαετίες έχουν χαρακτηριστεί από τη μεταφορά πλούτου όχι μόνο από τους φτωχούς στους πλούσιους αλλά και ανάμεσα στην διαστρωμάτωση των πλουσίων: από εκείνους που κάνουν τα χρήματά τους με την παραγωγή νέων αγαθών ή υπηρεσιών προς εκείνους που κάνουν τα χρήματά τους ελέγχοντας υφιστάμενα περιουσιακά στοιχεία και συλλέγοντας ενοίκια, τόκους και κεφαλαιουχικά κέρδη. Το δεδουλευμένο εισόδημα έχει υποσκελιστεί από το μη δεδουλευμένο εισόδημα.

Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές πλήττονται πανταχόθεν από τις αποτυχίες της αγοράς. Όχι μόνο οι τράπεζες είναι πολύ μεγάλες για να αποτύχουν, αλλά παρομοίως και οι εταιρείες που είναι τώρα επιφορτισμένες με την παροχή δημόσιων υπηρεσιών. Όπως επισήμανε ο Tony Judt στο βιβλίο του "Ill Fares the Land", ο Hayek ξέχασε πως οι ζωτικές εθνικές υπηρεσίες δεν επιτρέπεται να καταρρεύσουν, πράγμα που σημαίνει ότι εδώ ο ανταγωνισμός δεν μπορεί να λειτουργήσει. Η επιχείρηση παίρνει τα κέρδη, το κράτος μένει με τα ρίσκα.

Όσο μεγαλύτερη είναι η αποτυχία, τόσο πιο ακραία γίνεται η ιδεολογία. Οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τις νεοφιλελεύθερες κρίσεις, τόσο ως δικαιολογία όσο και ως ευκαιρία για να μειώσουν τους φόρους, να ιδιωτικοποιήσουν τις υπόλοιπες δημόσιες υπηρεσίες, να ξηλώσουν το δίκτυο κοινωνικής ασφάλισης, να απορρυθμίσουν τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων και να επαναρυθμίσουν τους πολίτες. Το αυτο-μισούμενο κράτος βυθίζει τώρα τα δόντια του σε όλα τα όργανα του δημόσιου τομέα.

Ίσως η πιο επικίνδυνη συνέπεια του νεοφιλελευθερισμού δεν είναι η οικονομική κρίση που έχει προκαλέσει, αλλά η πολιτική κρίση. Καθώς περιορίζεται ο κρατικός τομέας, συρρικνώνεται και η ικανότητά μας να αλλάζουμε την πορεία της ζωής μας μέσω της ψήφου μας. Αντί αυτού, ισχυρίζεται η νεοφιλελεύθερη θεωρία, οι άνθρωποι μπορούν να ασκήσουν επιλογή μέσω των δαπανών τους. Όμως στη μεγάλη δημοκρατία των καταναλωτών και των μετόχων κάποιοι έχουν περισσότερα να δαπανήσουν από άλλους, οι «ψήφοι» δεν είναι κατανεμημένοι ισομερώς. Το αποτέλεσμα είναι η αποδυνάμωση των φτωχών και των μεσαίων. Καθώς τα κόμματα του δεξιού αλλά και του πρώην αριστερού χώρου υιοθετούν παρόμοιες  νεοφιλελεύθερες πολιτικές, η αποδυνάμωση των πολιτών ισοδυναμεί με αποστέρηση του δικαιώματος ψήφου και αποξένωση ενός μεγάλου. αριθμού ανθρώπων από  την πολιτική.

Συνθήματα, σύμβολα και εντυπωσιασμός ... Donald Trump. Φωτογραφία: Aaron Josefczyk/Reuters

Ο Chris Hedges επισημαίνει ότι "τα φασιστικά κινήματα κτίζουν τη βάση τους όχι με πολιτικά άτομα αλλά με τους πολιτικά ανενεργούς, τους  ‘αποτυχημένους’ που αισθάνονται, συχνά ορθά, ότι δεν έχουν καμία φωνή ούτε ρόλο να διαδραματίσουν μέσα στο πολιτικό σύστημα". Όταν ο πολιτικός διάλογος δεν μας λέει κάτι, οι άνθρωποι ανταποκρίνονται, αντί σε αυτόν, σε συνθήματα, σύμβολα και εντυπώσεις. Για τους θαυμαστές του Trump, για παράδειγμα, τα γεγονότα και τα επιχειρήματα φαντάζουν άνευ σημασίας.

Ο Judt εξήγησε πως όταν το πυκνό πλέγμα των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ανθρώπων και κράτους περιορίζεται στη σχέση εξουσίας και υποταγής, η μόνη συνεκτική δύναμη που μας δεσμεύει είναι η κρατική εξουσία. Ο ολοκληρωτισμός που φοβόταν ο Hayek είναι πιθανότερο να αναδυθεί όταν οι κυβερνήσεις, έχοντας χάσει τα ηθικά ερείσματα που προκύπτουν μέσα από την παροχή δημόσιων υπηρεσιών, καταντούν "να νουθετούν, να απειλούν και τελικά να εξαναγκάζουν τους ανθρώπους να τους υπακούσουν".

***

Ο νεοφιλελευθερισμός είναι ο θεός που απέτυχε, όπως και ο κομμουνισμός. Αλλά το δόγμα των ζόμπι συνεχίζει να προχωρά τρεκλίζοντας, και ένας από τους λόγους για αυτό είναι η ανωνυμία του. Ή, μάλλον, είναι ένα σύμπλεγμα ανωνυμιών.

Το αόρατο δόγμα του αόρατου χεριού προωθείται από αόρατους υποστηρικτές. Αργά, πολύ αργά, αρχίσαμε να ανακαλύπτουμε τα ονόματα μερικών από αυτά. Διαπιστώνουμε ότι το Institute of Economic Affairs, το οποίο τοποθετήθηκε έντονα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ενάντια στην παραπέρα ρύθμιση της καπνοβιομηχανίας, χρηματοδοτείται υπόγεια από την British American Tobacco από το 1963. Ανακαλύπτουμε ότι οι Charles και David Koch, δύο από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, ίδρυσαν το ινστιτούτο που δημιούργησε το κίνημα του Tea Party. Διαπιστώνουμε ότι ο Charles Koch, κατά την ίδρυση μιας από τις δικές του δεξαμενές σκέψης, σημείωσε ότι "για να αποφευχθεί η ανεπιθύμητη κριτική, ο τρόπος με τον οποίο η οργάνωση ελέγχεται και διευθύνεται δεν πρέπει να κοινοποιείται".

Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται από τον νεοφιλελευθερισμό συχνά αποκρύπτουν περισσότερα από όσα αποσαφηνίζουν. "Η αγορά" ακούγεται σαν ένα φυσικό σύστημα που θα μπορούσε να δράσει πάνω μας με τον ίδιο τρόπο όπως η βαρύτητα ή η ατμοσφαιρική πίεση. Είναι όμως φορτωμένη με σχέσεις εξουσίας. Αυτό που "θέλει η αγορά" συνήθως σημαίνει αυτό που θέλουν οι εταιρείες και τα αφεντικά τους. Η "επένδυση", όπως σημειώνει ο Sayer, σημαίνει δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Η μία είναι η χρηματοδότηση παραγωγικών και κοινωνικά χρήσιμων δραστηριοτήτων, η άλλη είναι η αγορά υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων για το άρμεγμά τους υπό τη μορφή  ενοικίων, τόκων, μερισμάτων και κεφαλαιουχικών κερδών. Η χρησιμοποίηση της ίδιας λέξης για διαφορετικές δραστηριότητες "καμουφλάρει τις πηγές του πλούτου", οδηγώντας μας στο να μπερδεύουμε την απόσπαση πλούτου με τη δημιουργία πλούτου.

Πριν ένα αιώνα, οι νεόπλουτοι υποτιμούνταν από εκείνους που είχαν κληρονομήσει τα χρήματά τους. Οι επιχειρηματίες επιζητούσαν την κοινωνική αποδοχή παριστάνοντας τους εισοδηματίες. Σήμερα, η σχέση έχει αναστραφεί: οι εισοδηματίες και οι κληρονόμοι τους αυτοαναγορεύονται σε επιχειρηματίες. Ισχυρίζονται ότι έχουν κερδίσει το μη δεδουλευμένο εισόδημά τους.

Αυτές οι ανωνυμίες και οι ασάφειες συμπλέκονται με το απρόσωπο και το γεωγραφικά απροσδιόριστο του σύγχρονου καπιταλισμού:

Η ανωνυμία του νεοφιλελευθερισμού περιφρουρείται με πάθος. Όσοι βρίσκονται κάτω από την επιρροή των Hayek, Mises και Friedman τείνουν να απορρίπτουν τον όρο «νεοφιλελευθερισμός», ισχυριζόμενοι - με κάποιο δίκιο - ότι χρησιμοποιείται σήμερα μόνο υποτιμητικά. Αλλά δεν μας προσφέρουν κάποιο υποκατάστατο. Κάποιοι περιγράφουν τους εαυτούς τους ως κλασσικούς φιλελεύθερους ή ελευθεριακούς, αλλά αυτές οι περιγραφές είναι και παραπλανητικές και περιέργως αυτοαναιρούμενες, καθώς διατείνονται πως δεν υπάρχει τίποτα καινοφανές στα βιβλία "The Road to Serfdom" του Hayek, "Bureaucracy" του Mises  ή "Capitalism and Freedom" του Friedman.

***

Ωστόσο, υπάρχει κάτι το αξιοθαύμαστο στο νεοφιλελεύθερο πρότζεκτ, τουλάχιστον στα πρώτα του στάδια. Ήταν μια διακριτή, καινοτόμος φιλοσοφία που προωθήθηκε από ένα συνεκτικό δίκτυο διανοητών και ακτιβιστών με ένα σαφές σχέδιο δράσης. Ήταν υπομονετικό και επίμονο. Το βιβλίο "The Road to Serfdom" ("Ο Δρόμος προς τη Δουλεία") έγινε η ατραπός προς την εξουσία.

Ο θρίαμβος του νεοφιλελευθερισμού αντανακλά επίσης την αποτυχία της αριστεράς. Όταν η laissez-faire οικονομική πολιτική οδήγησε στην καταστροφή το 1929, ο Keynes επινόησε μια ολοκληρωμένη οικονομική θεωρία για να την αντικαταστήσει. Όταν η κεϋνσιανή διαχείριση της ζήτησης έφτασε στα όριά της τη δεκαετία του '70, υπήρχε έτοιμη η εναλλακτική του νεοφιλελευθερισμού. Αλλά όταν ο νεοφιλελευθερισμός κατέρρευσε το 2008 δεν υπήρχε... τίποτα. Γι’ αυτό και τα ζόμπι συνεχίζουν να πορεύονται. Η αριστερά και το κέντρο δεν έχουν παράξει κανένα νέο γενικό πλαίσιο οικονομικής σκέψης για 80 χρόνια.

Κάθε επίκληση σήμερα του Λόρδου Keynes είναι μια παραδοχή αποτυχίας. Το να προτείνουμε κεϋνσιανές λύσεις στις κρίσεις του 21ου αιώνα είναι να  αγνοούμε τρία προφανή προβλήματα:

Αυτό που δείχνει η ιστορία τόσο του κεϋνσιανισμού όσο και του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι δεν αρκεί να αντιτασσόμαστε σε ένα σύστημα που βρίσκεται σε αποσύνθεση. Πρέπει να προταθεί μια καθαρή εναλλακτική. Για το Εργατικό Κόμμα, τους Δημοκρατικούς και την ευρύτερη αριστερά, κεντρικό καθήκον οφείλει να είναι η ανάπτυξη ενός οικονομικού προγράμματος Απόλλων#, μια συνειδητή προσπάθεια σχεδιασμού ενός νέου συστήματος, προσαρμοσμένου στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.

#Σημείωση μεταφραστών: παραπέμπει στο περιβαλλοντικό Global Apollo Programme, το οποίο προτάθηκε το 2015 και που θεωρήθηκε και ως συνέχεια του ομώνυμου διαστημικού προγράμματος.

*The Guardian, 16 του Απρίλη 2016
https://www.theguardian.com/books/2016/apr/15/neoliberalism-ideology-problem-george-monbiot

Το βιβλίο του George Monbiot How Did We Get into This Mess? μπορείτε να το προμηθευτήτε από το Βιβλιοπωλείο του Guardian

Μετάφραση-απόδοση: Μερόπη Τσιμίλλη-Μιχαήλ και Δάφνος Οικονόμου