Η Βενεζουέλα στην κόψη του ξυραφιού
του Heiko Khoo*
Παρά την άγρια και βίαιη εκστρατεία που ενορχήστρωσε η υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ αντιπολίτευση της Βενεζουέλας, οι εκλογές για τη Συντακτική Συνέλευση της χώρας διεξήχθησαν με επιτυχία την Κυριακή 30 Ιουλίου. Οι αντιπρόσωποι εκλέχτηκαν από ένα ευρύ φάσμα οργανώσεων που εκπροσωπούν τα τμήματα εκείνα του πληθυσμού που έχουν κάθε λόγο να υπερασπιστούν τις κοινωνικές κατακτήσεις της επανάστασης, στήνοντας μηχανισμούς για την αναδιοργάνωση της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας προς το συμφέρον των μαζών.
Η λαϊκή επανάσταση της Βενεζουέλας ξεκίνησε το 1998 με την εκλογή του Ούγκο Τσάβες ως προέδρου της χώρας. Τέσσερα χρόνια μετά την εκλογή του, το 2002, η αντιπολίτευση, με τη στήριξη των Ηνωμένων Πολιτείων, οργάνωσε πραξικόπημα, απήγαγε τον εκλεγμένο πρόεδρο και εγκατέστησε ένα καθεστώς-μαριονέτα. Ωστόσο, το βάθος της λαϊκής υποστήριξης προς το επαναστατικό κίνημα διασφάλισε ότι το πραξικόπημα ηττήθηκε γρήγορα από μια μαζική λαϊκή εξέγερση.
Ο Τσάβες είχε μια εξαιρετική ικανότητα να εκφράζει τις ελπίδες, τα όνειρα και τις προσδοκίες των μαζών της Βενεζουέλας. Αποπειράθηκε να χρησιμοποιήσει τους κανόνες της καπιταλιστικής δημοκρατίας για να μετατοπίσει την ισορροπία εξουσίας υπέρ των φτωχών και των εκμεταλλευομένων. Τα τεράστια πετρελαϊκά αποθέματα της Βενεζουέλας έδωσαν στον Τσάβες το περιθώριο για να διασφαλίσει μια πρόοδο στην κοινωνική πρόνοια, την εκπαίδευση, τη στέγαση, τα δικαιώματα των γυναικών, την υγειονομική περίθαλψη και τα δικαιώματα των ιθαγενών, και να θέσει σε εφαρμογή εκατοντάδες άλλες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, κοινωνικές και οικονομικές. Το επίπεδο διαβίωσης των ανώτερων στρωμάτων της κοινωνίας ανέβηκε ταυτόχρονα με την ανύψωση των φτωχότερων τμημάτων της κοινωνίας από την οικονομική ένδεια.
Η ελίτ στη Βενεζουέλα, όπως και σε μεγάλο μέρος της Νότιας και Κεντρικής Αμερικής, αποτελείται συντριπτικά από τους απογόνους των Ευρωπαίων εποίκων. Ο πλούσιος τρόπος ζωής τους - κινούμενοι μεταξύ Μαϊάμι και Βενεζουέλας - αποσταθεροποιήθηκε και απειλήθηκε από την αυξανόμενη ενδυνάμωση των φτωχών και καταπιεσμένων, οι οποίοι, όπως και ο Τσάβες, κατάγονται από αυτόχθονες ή Αφρικανούς. Ωστόσο, τι να τα κάνει τα λεφτά η ελιτ, αν οι καθαρίστριές της, οι υπάλληλοί της, οι μάγειροί της κ.λπ. δεν σέβονται την εξουσία εκείνων που θεωρούν ότι γεννήθηκαν για να διαφεντεύουν;
Οι υψηλές τιμές του πετρελαίου, οι πολυάριθμες εκλογικές νίκες και η συμβιωτική σχέση του Τσάβες με τις προσδοκίες των μαζών εξασφάλισαν ότι ο επαναστατικός δημοκρατικός μετασχηματισμός προς το σοσιαλισμό πέτυχε δραματικές κατακτήσεις. Αυτό εξουδετέρωσε και διαίρεσε το αντιπολιτευτικό κίνημα - παραλύοντας την ικανότητά του να θέτει σε κίνηση επιτυχείς εξεγέρσεις εναντίον της κυβέρνησης.
Η αντιπολίτευση πάντα φωνασκούσε. Έτσι, όποτε ο Τσάβες κέρδιζε μια εκλογή, ισχυριζόταν ότι ήταν απάτη. Όταν εισάγονταν πολιτικές τις οποίες δεν ενέκρινε, ενορχήστρωνε εκστρατείες βίας και σαμποτάζ. Ο αγώνας ενάντια στην επανάσταση πραγματοποιείτο με κάθε αναγκαίο μέσο.
Όταν ο Ούγκο Τσάβες πέθανε το 2013, ο Νίκολας Μαδούρο έγινε ο διάδοχός του. Είναι σίγουρα αλήθεια ότι δεν διέθετε τα ιδιαίτερα χαρίσματα του μέντορά του, που μπορούσε να εκφράζει και να ενσαρκώνει τη διάθεση και το πνεύμα των μαζών.
Σε κάθε στάδιο της επαναστατικής διαδικασίας, οι γραφειοκράτες έλεγχαν τη ροή των πόρων - από τα έσοδα του πετρελαίου προς την κοινωνία - και συσσώρευαν δύναμη και πλούτο. Πολύ συχνά αυτό δημιουργούσε μια αυτοεξυπηρετούμενη ελίτ εντός της κυβέρνησης, που πρώτα γέμιζε τις δικές της τσέπες. Έκλειναν συμβόλαια και εξέδιδαν επιχορηγήσεις και δάνεια προς τους δικούς τους συνεργάτες, προς τους δικούς τους φίλους και προς τη δική τους οικογένειά. Η καπιταλιστική ελίτ της Βενεζουέλας απεχθανόταν αυτή τη νεοφανή γραφειοκρατική εξουσία, η οποία κατέτρωγε τις δικές της ευκαιρίες για συσσώρευση. Είναι σίγουρα αλήθεια ότι η διαφθορά μέσα στην κρατική γραφειοκρατία υπονόμευσε το λαϊκό ενθουσιασμό για την επανάσταση.
Ως αποτέλεσμα, ο Μαδούρο βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα ολοένα και πιο ισχυρό αντιπολιτευτικό κίνημα, και αυτό οδήγησε στην ήττα του Σοσιαλιστικού Κόμματος στις εκλογές της Εθνοσυνέλευσης τον Δεκέβρη του 2015. Μυριζόμενη αίμα, η αντιπολίτευση έβαλε ξανά μπρος την εκστρατεία για ανατροπή του προέδρου - ενθαρρυμένη από την αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στη διαφθορά και τη γενικευμένη οργή απέναντι στην οικονομική κρίση που έφερε η πτώση των τιμών του πετρελαίου. Ωστόσο, η επανάσταση διατήρησε ισχυρά αποθέματα κοινωνικής στήριξης μέσα στις μάζες, άνκαι η αδράνεια ανάμεσά τους έπαιρνε τώρα το πάνω χέρι, καθώς η έλλειψη βασικών προϊόντων όπως τα τρόφιμα, το χαρτί υγείας, τα φάρμακα κλπ., εξάντλησαν την ενέργεια και τον ενθουσιασμό τους για την επανάσταση.
Ορισμένα τμήματα του κυβερνώντος Σοσιαλιστικού Κόμματος και του κράτους, τρομαγμένα από την αυξανόμενη κοινωνική πόλωση, θεώρησαν ότι η δυσαρέσκεια μπορούσε να αμβλυνθεί μέσα από διαπραγματεύσεις και συμφωνίες με τους ηγέτες της αντιπολίτευσης. Ωστόσο, στη ρίζα της σημερινής κρίσης στη Βενεζουέλα βρίσκεται μια αγεφύρωτη σύγκρουση ταξικών συμφερόντων. Αυτή μπορεί να επιλυθεί μόνο, είτε με την ήττα της καπιταλιστικής αντιπολίτευσης, είτε με την ήττα της εργατικής τάξης και των φτωχών.
Τα δυτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι γεμάτα με οργιώδεις ισχυρισμούς για εκλογική απάτη. Στην πραγματικότητα, η Βενεζουέλα διαθέτει πιθανώς το ασφαλέστερο σύστημα επαλήθευσης ψηφοφόρων στον κόσμο. Επομένως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η εκλογή της Συντακτικής Συνέλευσης ήταν μια νόμιμη διαδικασία. Περισσότεροι από 100 άνθρωποι έχασαν φέτος τη ζωή τους - οι περισσότεροι υποστηρικτές της κυβέρνησης - καθώς οι ταραχές, η τρομοκρατία, το σαμποτάζ και η καταστροφή έχουν γίνει ο κλασσικός τρόπος λειτουργίας της αντιπολίτευσης. Στην πραγματικότητα, είναι η ανικανότητα της αντιπολίτευσης να συσπειρώσει επαρκή στήριξη για ανατροπή της κυβέρνησης που την εξωθεί σε πράξεις βίας και τρομοκρατίας. Για παράδειγμα, μια πρόσφατη βομβιστική επίθεση εναντίον του Ανώτατου Δικαστηρίου οργανώθηκε από τον πρώην αξιωματούχο των μυστικών υπηρεσιών της Βενεζουέλας Oscar Pérez. Η πράξη αυτή επαινέθηκε πλατιά από τους πολιτικούς της αντιπολίτευσης και από τα δυτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης που την αντιμετώπισαν ως μια θεμιτή μορφή διαμαρτυρίας!
Μια ολοένα και πιο απελπισμένη αντιπολίτευση θα καταφεύγει όλο και σε πιο απεγνωσμένα μέτρα. Σε αυτό έχουν τη στήριξη του Donald Trump, και της εγχώριας ελίτ ειδικότερα. Οι κυβερνήσεις σε όλο τον δυτικό κόσμο καταδικάζουν τη Βενεζουέλα ως δικτατορία. Ο Νίκολας Μαδούρο προειδοποίησε ότι η επανάσταση θα υπερασπιστεί τον εαυτό της ένοπλα αν η αντιπολίτευση ξεκινήσει μια ένοπλη ανταρσία.
Είναι αναμφισβήτητο ότι η Βενεζουέλα είναι μια κοινωνία που διαπερνάται από οξείες ταξικές αντιθέσεις που δεν μπορούν να εξομαλυνθούν μέσα από τα «συνηθισμένα» δημοκρατικά κανάλια. Και τα δύο στρατόπεδα γνωρίζουν ότι όσο πιο αποφασιστικά κινηθούν, τόσο πιο πιθανό είναι να επικρατήσουν. Επομένως, η Βενεζουέλα είναι μια κοινωνία που οδεύει προς εμφύλιο. Η έκβασή του μπορεί να αποφασιστεί γρήγορα εάν η Συντακτική Συνέλευση στηρίξει τις μάζες να αναλάβουν τον έλεγχο των αποφασιστικών μοχλών της οικονομίας και της πολιτείας εκδημοκρατίζοντας τους κρατικούς μηχανισμούς. Τότε μπορεί να αναζωπυρωθεί το πνεύμα της επανάστασης και να αναπτυχθεί μια πιο ευημερούσα κοινωνία βασισμένη σε λαοφιλή όργανα δημοκρατικού ελέγχου και διοίκησης.
Σημείωση αρχισυντάκτη του The Socialist Network: Παρά τις εντελώς μονόπλευρες αναφορές στα διεθνή καπιταλιστικά μέσα ενημέρωσης ότι ο πρόεδρος Μαδούρο οικοδομεί μια δικτατορία, η πλειονότητα των μέσων μαζικής ενημέρωσης στη Βενεζουέλα εξακολουθεί να ελέγχεται από την αντιπολίτευση, κάτι που δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί χαρακτηριστικό μιας δικτατορίας.
* The Socialist Network, 3 Αυγούστου 2017
http://socialistnetwork.org/venezuela-on-a-knife-edge/
Αναδημοσιευμένο από το www.China.org.cn
Μετάφραση από Σοσιαλιστική Έκφραση