Αγαπητοί σύντροφοι και συντρόφισσες,
Κατ’ αρχήν θέλω να ευχαριστήσω το «Πολιτικό Καφενείο της Πέμπτης» και την «Σοσιαλιστική Έκφραση» που μου κάνουν την τιμή να παρουσιάσω στον ιδιαίτερα φιλόξενο αυτό χώρο τον τρίτο τόμο του βιβλίου μου «Η άνοδος και η πτώση των Εργατικών Διεθνών». Να ευχαριστήσω επίσης όλους και όλες εσάς για την παρουσία σας στην σημερινή παρουσίαση. Θέλω τέλος να ευχαριστήσω τον σύντροφο Σωτήρη Βλάχο, ο οποίος είχε και την ιδέα της σημερινής εκδήλωσης.
Θα αναφερθώ στους λόγους και στις συνθήκες μέσα στις οποίες ολοκλήρωσα την ιστορία του διεθνούς εργατικού κινήματος –την ιστορία των τριών Διεθνών- αλλά θα επιχειρήσω και μια σύντομη παρουσίαση του περιεχομένου αυτής της εργασίας
Η πτώση του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού στα τέλη του 20ου αιώνα, η άτακτη υποχώρηση του κινήματος και η συντριβή των οραμάτων για μια νέα κοινωνία καθώς και τα επακόλουθα αυτής της πτώσης, η πλήρης ηγεμονία του καπιταλισμού και η κυριαρχία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου σ’ ένα πλαίσιο παγκοσμιοποίησης του καπιταλιστικού κόσμου, αποτέλεσαν το σημείο έμπνευσης αυτού του βιβλίου.
Ποτέ δεν είχα σκεφθεί ότι θα έγραφα ένα βιβλίο ιστορίας. Όσο όμως γύριζα προς τα πίσω τόσο η ιστορική αναδρομή με οδηγούσε στο να ανακαλύψω τα γεγονότα που επηρέασαν την εξέλιξη του εργατικού κινήματος. Το γράψιμο αυτού του βιβλίου μου πήρε χρόνια για να το τελειώσω, σχεδόν όλο τον ελεύθερο χρόνο μου. Ξεκίνησα να το γράφω με το μολύβι και το τελείωσα στον υπολογιστή. Σήμερα, είμαι σίγουρος, αυτή η διερεύνηση του παρελθόντος ήταν τελικά μια επιστροφή όχι στο παρελθόν αλλά στο μέλλον αφού μόνο η ιστορία μας βοηθά να προσεγγίσουμε. τις μελλοντικές εξελίξεις - το αύριο.
Στην ουσία άρχισα να γράφω αυτή την εργασία όταν τα μεγάλα σοσιαλιστικά κόμματα, ιδιαίτερα τα ευρωπαϊκά, εγκατέλειπαν, μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, αργά αλλά σταθερά τις παραδοσιακές σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις για το γενναιόδωρο κοινωνικό κράτος υιοθετώντας πλήρως τον σκληρό πυρήνα των νεοφιλελεύθερων επιλογών και όταν τα κομμουνιστικά κόμματα όλων των τάσεων, είτε υποστήριζαν το «σοβιετικό» υπόδειγμα είτε διαφωνούσαν μ’ αυτό, περνούσαν, βαθύτατα πληγωμένα, ιδιαίτερα στο ιδεολογικό πεδίο, στο περιθώριο της πολιτικής ζωής. Οι πέτρες του τείχους του Βερολίνου κατέπεσαν επί δικαίων και αδίκων και καταπλάκωσαν όλες τις τάσεις του κινήματος - όλες τις εκδοχές της αριστεράς. Η ήττα ήταν ολοκληρωτική.
Το κόμμα των μπολσεβίκων, πλήρως εξασθενημένο από την ανίατη ασθένεια του σταλινισμού, θα διαλυόταν μέσα στην καταισχύνη ενώ άλλα, όπως το πανίσχυρο ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, το κόμμα του Γκράμσι, θα εξαφανίζονταν επιλέγοντας την μέθοδο της πολιτικής και οργανωτικής αυτοκτονίας.
Ο ριζοσπαστισμός της προηγούμενης ιστορικής φάσης, το φοιτητικό και φεμινιστικό κίνημα, οι αντιπολεμικές κινήσεις, ο νέος ακτιβισμός, τα κινήματα της ριζοσπαστικής οικολογίας, της αντικουλτούρας, των πολιτικών και κοινωνικών πειραματισμών, των θεωρητικών αναζητήσεων, της εναλλακτικής πολιτικής και των νέων μορφών συνδικαλιστικής οργάνωσης και δράσης, πέρασαν για πολλά χρόνια, στο περιθώριο, σχεδόν εξαφανίστηκαν.
Η πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία του καπιταλισμού για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο φάνηκε να είναι και ήταν απεριόριστη. Οι νικητές επιχείρησαν, όπως συμβαίνει πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, να ξαναγράψουν την ιστορία.
Ο ιστορικός αναθεωρητισμός αποτέλεσε τον πολιορκητικό κριό της αστικής πολιτικής στην πορεία της ιδεολογικής κυριαρχίας της. Η ιστορία έπρεπε να ξαναγραφεί. Η νικητές απαιτούσαν, όταν οι αντίπαλοί τους είχαν πλέον καταθέσει τα όπλα, την ιστορική τους δικαίωση, σε βάρος της ίδιας της ιστορικής αλήθειας. Στόχος η από-νομιμοποίηση και η συκοφάντηση όλων των μεγάλων ιστορικών γεγονότων, από τον διαφωτισμό, την γαλλική και την οκτωβριανή επανάσταση μέχρι τους μεγάλους δημοκρατικούς και συνδικαλιστικούς αγώνες. Όχι μόνον ο σοσιαλισμός αλλά και το κράτος-πρόνοια θεωρήθηκαν πηγή όλων των δεινών.
Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στις περίφημες «Θέσεις» του εντελώς διορατικά είχε υποστηρίξει ότι «ούτε ακόμα και οι νεκροί δεν θα είναι ασφαλείς από τον εχθρό, εάν αυτός νικήσει Και ο εχθρός αυτός δεν έχει πάψει να νικά».
Έτσι οι «νικητές» απαίτησαν, και μάλιστα επιτυχώς σε πρώτη φάση, να θεωρηθεί ότι ο καπιταλισμός αποτελούσε το αιώνιο οικονομικό σύστημα. Από κει και ο ακραίος αφορισμός για το «τέλος της ιστορίας».
Και τώρα στο θέμα μας
Μια σοβαρή μελέτη της ιστορικής πορείας του εργατικού κινήματος θα αποδείξει ότι η άνοδος και η πτώση, η γέννηση και ο θάνατος των διεθνών οργανώσεων της εργατικής τάξης είναι συνδυασμένα με την όξυνση και την ύφεση, με την άμπωτη και την παλίρροια των κοινωνικών αγώνων. Σε εποχές επαναστατικής ανόδου το εργατικό κίνημα εμφανίζεται με αποφασιστικότητα στην αρένα της ταξικής πάλης. Η εργατική τάξη όχι μόνο φανερώνει την πιο ισχυρή πλευρά των θετικών της χαρακτηριστικών –ανιδιοτέλεια, αυτοθυσία, επαναστατική θέληση, ηρωισμό– αλλά και δημιουργεί μέσα στον ανεμοστρόβιλο των κοινωνικών ανταγωνισμών ισχυρές διεθνείς οργανώσεις.
Το εργατικό κίνημα δεν κινείται, ωστόσο, ευθύγραμμα. Η ιστορική διαλεκτική που διέπει την κίνηση των προοδευτικών δυνάμεων της κοινωνίας περικλείει αναπόφευκτα μια δραματική διαδοχή ανόδων και καθόδων στην πορεία για την επίτευξη του ιστορικού του σκοπού.
Αποτελεί μια θεμελιακή τάση της ιστορικής εξέλιξης ότι κατά την διάρκεια της μεταβατικής φάσης –η οποία εκτείνεται σε μια μακρά ιστορική περίοδο– τα επαναστατικά ξεσπάσματα τα ακολουθούν κατά κανόνα περίοδοι υποχώρησης.
Κάθε φορά, λοιπόν, που άνοιγε ένα διαφορετικό ιστορικό κεφάλαιο προς την αντίθετη κατεύθυνση, καθώς η επαναστατική διαδικασία υποχωρούσε και το ρεύμα γύριζε προς τα πίσω, η εργατική τάξη εμφάνιζε όλες τις αδυναμίες της: άμπωτη των επαναστατικών παθών, τάσεις παρακμής και αποσυνθετικές διαδικασίες στις γραμμές της, απογοήτευση, σκεπτικισμό, καθυστέρηση και έλλειψη διεθνών προοπτικών.
Η αρνητική αλλαγή στον ιστορικό κύκλο οδηγούσε, αν και μέσα από διαφορετικούς δρόμους κάθε φορά, το διεθνές εργατικό κίνημα στην ήττα και την υποχώρηση. Οι διεθνείς, όπως άλλωστε και οι εθνικές οργανώσεις, συντρίβονταν κατά κανόνα κάτω από το σιδερένιο τακούνι της αντεπανάστασης. Η εργατική τάξη, μέσα στη σκοτεινή περίοδο που ακολουθούσε την επικράτηση της αντίδρασης, υποχωρούσε και παρέπαιε αιχμάλωτη των διαφόρων τύπου προκαταλήψεων. Στη συνείδηση των πλατιών εργατικών και λαϊκών στρωμάτων κυριαρχούσαν αντιδραστικές προλήψεις και δεισιδαιμονίες.
Παρόλα αυτά, ακόμα και οι πλέον φοβερές ήττες και οι μεγαλύτερες περίοδοι παρακμής, δεν μπορούσαν να εξαλείψουν από το εργατικό κίνημα τους διεθνείς προσανατολισμούς.
Κάθε φορά, η πραγματική πρωτοπορία ήταν υποχρεωμένη όχι μόνο να μελετήσει τις ζωντανές φάσεις της προηγούμενης περιόδου και να υπερασπιστεί την επαναστατική κληρονομιά, αλλά και μέσα σε συνθήκες πτώσης και αποσύνθεσης να διαπαιδαγωγήσει τα νέα στελέχη και να προετοιμάσει το εργατικό κίνημα για τη νέα περίοδο των κοινωνικών ανταγωνισμών τόσο στο εθνικό όσο και στο διεθνές επίπεδο.
Η μελλοντική προετοιμασία, πολιτική και οργανωτική, αποτελούσε μέσα σε συνθήκες υποχώρησης το πιο σπουδαίο στοιχείο της πολιτικής. Η επίπονη και μακροχρόνια δουλειά ενός μικρού αριθμού κάθε φορά συνειδητών στελεχών είχε κατά κανόνα ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αρχικά αριστερών ρευμάτων και τάσεων και αργότερα μαζικών εργατικών κομμάτων και ισχυρών διεθνών οργανώσεων.
Στη σύγχρονη περίοδο το εργατικό κίνημα βρέθηκε και βρίσκεται, ακόμα, σε μια περίοδο σύγχυσης και έλλειψης προοπτικών. Το πνεύμα πρωτοβουλίας του, εξασθενημένο σημαντικά, έχει περιπέσει προσωρινά στο επίπεδο της πολιτικής απάθειας, αποδεχόμενο τις αστικές “αλήθειες”. Οι πυρετώδεις και ραγδαίες αλλαγές στις διεθνείς σχέσεις και τους συσχετισμούς δυνάμεων ανάμεσα στις τάξεις, που προκάλεσε η κατάρρευση των χωρών, στις οποίες για δεκαετίες κυριαρχούσε ο “υπαρκτός σοσιαλισμός” –η τραγωδία καλύτερα του σταλινισμού– διαμόρφωσαν σε παγκόσμιο επίπεδο ένα νέο πλαίσιο που κύριο χαρακτηριστικό του έχει την πλήρη ηγεμονία του καπιταλισμού και μάλιστα στη σκληρή νεοφιλελεύθερη εκδοχή του.
Δημιούργησαν επίσης ένα τρομακτικό κενό μέσα στο οποίο αναβίωσαν επικίνδυνα τα σκουπίδια της ιστορίας: η νέα εκδοχή του φασισμού, ο τυφλός εθνικισμός, ο θρησκευτικός φανατισμός, ο αντισημιτισμός, ο ρατσισμός, ο φόβος για τους έγχρωμους μετανάστες, το μίσος ενάντια στους διανοούμενους, η παθητικότητα, η ιδιώτευση και η αναζήτηση της λεγόμενης “προσωπικής ευτυχίας”.
Πάνω στην βάση των δραματικών αυτών αλλαγών οι λάμψεις της γαλλικής επανάστασης, της παρισινής Κομμούνας, της οκτωβριανής και της κινέζικης επανάστασης, των απελευθερωτικών αγώνων των αποικιακών χωρών, του Μάη του ’68, καθώς και όλων των μεγάλων γεγονότων, τα οποία σφράγισαν τις προηγούμενες ιστορικές περιόδους, ξεθώριασαν στη συνείδηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργαζομένων σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Yποχώρησαν -με ιστορικούς όρους ασφαλώς προσωρινά- οι σοσιαλιστικές ιδέες, τα μεγάλα κοινωνικά οράματα καθώς και οι προοπτικές για τη δημιουργία μιας νέας, σοσιαλιστικής, με τη μαρξιστική έννοια του όρου, κοινωνίας.
Στο παρελθόν, ιδιαίτερα στις αστικές επαναστάσεις, οι ταλαντεύσεις και οι υποχωρήσεις των νέων κοινωνικών δυνάμεων οδηγούσαν κατά κανόνα στην παλινόρθωση και στην επιστροφή στο παρελθόν. Παρότι όμως η παλινόρθωση αποτελούσε, με ιστορικούς όρους, μια τρομακτική οπισθοδρόμηση και μια αληθινή τραγωδία για το σύνολο της κοινωνίας, εντούτοις, είχε το αντιστάθμισμα ότι έδειχνε στις απογοητευμένες από την πάλη για την κοινωνική αλλαγή λαϊκές δυνάμεις, πόσο απαράδεκτες ήταν οι αντιδραστικές λύσεις
Η επιστροφή της αστικής τάξης σε μια σειρά χώρες της ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων στα τέλη του 20ού αιώνα θα έχει, τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, τα ίδια αποτελέσματα που στο παρελθόν είχε η παλινόρθωση των Στιούαρτ και των Βουρβόνων.
Ο αφοπλισμός, ιδεολογικός, πολιτικός και οργανωτικός, για τις δυνάμεις της εργασίας έχει πάρει βέβαια την σημερινή περίοδο, πρωτοφανείς διαστάσεις. Ήταν μέσα σε αυτό το πλαίσιο που θέλησα να αποδείξω ότι το εργατικό κίνημα, ακόμα και στις πιο μαύρες στιγμές της ιστορίας του, έχει τη δυνατότητα, κατά κανόνα μέσα σε συνθήκες απότομων και απρόβλεπτων μεταστροφών, να ανακάμπτει και να επανεμφανίζεται με νέους και κατά κανόνα πιο προωθημένους πολιτικούς στόχους.
Στη μελέτη αυτή –σε τρεις κύκλους– υπό τον τίτλο «Η άνοδος και η πτώση των Εργατικών Διεθνών». Μια αναδρομή στη μακριά πορεία του διεθνούς εργατικού κινήματος- επιχειρώ να παρουσιάσω την οδύσσεια του διεθνούς κινήματος. Μια πορεία η οποία εκφράστηκε με την ίδρυση των εργατικών διεθνών, χωρίς ωστόσο να υποτιμήσω –το αντίθετο μάλιστα– την μακριά και αργόσυρτη πορεία του κινήματος στο εθνικό πεδίο με την ίδρυση και τη δράση των εργατικών πολιτικών κομμάτων και των συνδικάτων σε ολόκληρο τον κόσμο. Σε αυτή την ανάγκη, εξάλλου, οφείλεται και η μεγάλη έκταση αυτής της εργασίας.
Στον πρώτο κύκλο αυτής της εργασίας, ο οποίος έχει υπότιτλο «Από τα πρόδρομα φαινόμενα στην 1η Διεθνή», επιχείρησα να παρουσιάσω τα πρώτα δύσβατα βήματα του κινήματος καθώς και την ιστορική διαδρομή του πρώιμου εργατικού κινήματος την περίοδο που ξεκίνησε μετά το τέλος της μεγάλης γαλλικής επανάστασης και έληξε με την Παρισινή Κομμούνα.
Παράλληλα, με τη διαμόρφωση των εθνών-κρατών ως βάση για την ορμητική ανάπτυξη του καπιταλισμού, το εργατικό κίνημα άρχισε να εμφανίζεται -αρχικά χωρίς κατανόηση του ιστορικού του ρόλου- σε όλες τις χώρες και τις ηπείρους: από την Ιταλία και την Ισπανία ως την Κεντρική Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες
Την περίοδο αυτή σφράγισαν με την παρουσία τους τα πρώτα και ιδιαίτερα αδύναμα συνδικαλιστικά και πολιτικά σχήματα: μορφωτικές εταιρείες, ενώσεις αλληλοβοήθειας, ουτοπικές ομάδες και εργατικές ενώσεις, ανάμεσα τους μικροί μυστικοί κύκλοι και παράνομοι επαναστατικοί όμιλοι.
Την ίδια περίοδο ξέσπασαν αυθόρμητα, και εν πολλοίς, ανορθόδοξα και ατελέσφορα κοινωνικά ξεσπάσματα τα οποία σηματοδότησαν την πρώτη αντίδραση της εργατικής τάξης στις απάνθρωπες μορφές εκμετάλλευσης και τις οδυνηρές συνέπειες που επέφερε στα κατώτερα στρώματα της κοινωνίας η πρώτη βιομηχανική επανάσταση.
Είναι, βέβαια, δύσκολο να προσδιορίσουμε χρονικά την έναρξη και τους σταθμούς του οργανωμένου εργατικού κινήματος, καθώς διέφεραν χρονικά από χώρα σε χώρα. Στην Αγγλία, οι Λουδίτες -με τις αυθόρμητες καταστροφικές εξεγέρσεις κατά την περίοδο της μαζικής εισαγωγής των μηχανών- και οι Χαρτιστές -ένα πολιτικό κίνημα με δημοκρατικά και μεταρρυθμιστικά αιτήματα- εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν στα 1810- 1850. Στη Γαλλία, με αφορμή τη μεγάλη Γαλλική Επανάσταση και την επανάσταση του 1830, έδρασαν οι ουτοπικοί και οι ανώριμοι επαναστάτες σοσιαλιστές, επεξεργαζόμενοι ένα πρόπλασμα της επαναστατικής θεωρίας και οργανώνοντας επαναστατικές συνωμοτικές ομάδες. Εκεί δημιουργήθηκε το 1836 από Γερμανούς εργάτες η «Ένωση των Δικαίων», η οποία στα 1847 μετονομάστηκε σε «Ένωση των Κομμουνιστών», πρόδρομος της ανεξάρτητης πολιτικής παρουσίας της εργατικής τάξης, η οποία συνδέθηκε κυρίως με τη δράση του Μαρξ και του Ένγκελς οι οποίοι και συνέταξαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο - το επαναστατικό ευαγγέλιο της εργατικής τάξης.
Η μεγαλειώδης ευρωπαϊκή επανάσταση των χρόνων 1848-49 όχι μόνο συγκλόνισε την ευρωπαϊκή ήπειρο αλλά και πλούτισε την συνείδηση της επαναστατικής πρωτοπορίας γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την πρώτη απόπειρα συγκρότησης μιας εργατικής διεθνούς οργάνωσης με την ίδρυση, στα 1864, της Διεθνούς Ένωσης των Εργατών, της 1ης Διεθνούς.
Επτά χρόνια μετά, με την παρισινή Κομμούνα, το προλεταριάτο θα έλθει για πρώτη φορά και για μικρό χρονικό διάστημα και κάτω από ιδιάζουσες συνθήκες στην εξουσία Την διατήρησε ηρωικά μόνον για 71 μέρες.
Ο Μαρξ περιέγραψε αριστοτεχνικά το ιστορικό αυτό γεγονός στη μνημειώδη εργασία του η οποία έμεινε στην ιστορία της σοσιαλιστικής φιλολογίας με τον τίτλο «Ο Εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία».
Στη σύντομη ιστορική της διαδρομή η 1ης Διεθνής συνέβαλε, με την συμβολή του Μαρξ, του Ένγκελς και των συντρόφων τους, τόσο στις θεωρητικές επεξεργασίες για την αναγκαιότητα μιας νέας κοινωνίας όσο και στην κοινή δράση του εργατικού κινήματος σε διεθνές επίπεδο. Το πρώτο βήμα, μικρό σε διάστημα χρόνου, τεράστιο στην ιστορική του προοπτική, είχε γίνει.
Ο δεύτερος κύκλος -ο οποίος φέρει τον υπότιτλο «2η Σοσιαλιστική Διεθνής»- επικεντρώνεται στη δεύτερη φάση στην ανάλυση της περιόδου η οποία ακολούθησε την αιματηρή καταστολή της Παρισινής Κομμούνας και ολοκληρώθηκε με το ολοκαύτωμα του αιματηρού πρώτου παγκοσμίου πολέμου.
Η ιστορική αναδρομή αναφέρεται στην με μαζικούς όρους συγκρότηση και κυρίως στην εκπληκτική και με πρωτοφανείς ρυθμούς άνοδο τόσο των εργατικών συνδικάτων όσο και των σοσιαλδημοκρατικών και εργατικών κομμάτων. Άνοδος η οποία αγκάλιασε όχι μόνο την Ευρώπη, η οποία υπήρξε το λίκνο της νέας 2ης Σοσιαλιστικής Διεθνούς, αλλά και χώρες του νέου κόσμου, τόσο στην βόρεια, την κεντρική και την Λατινική Αμερική όσο και στην Ασία, την Αυστραλία και την Αφρική.
Επικεντρώνεται τόσο στις θεωρητικές επεξεργασίες όσο και στα προγράμματα τα οποία, απαλλαγμένα από τις διαφόρων τύπου προκαταλήψεις των αιρέσεων της προηγούμενης ιστορικής φάσης, βασίστηκαν σε μεγάλο βαθμό στην μαρξιστική ανάλυση.
Η συλλογική δράση, η συμμετοχή στους καθημερινούς αγώνες αλλά και στην κεντρική πολιτική σκηνή, από την οργάνωση σκληρών και πολλές φορές αιματηρών απεργιακών κινητοποιήσεων και την πάλη για το οκτάωρο, μέχρι τον αγώνα για την καθολική ψηφοφορία και τη συμμετοχή στις εκλογικές διαδικασίες, έβγαλαν από το περιθώριο της κοινωνίας δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους -άντρες και γυναίκες- μεταμόρφωσαν τον χαρακτήρα των εθνικών κρατών και άνοιξαν νέες σελίδες στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Η πορεία αυτή δεν ήταν, ωστόσο, ομαλή και ούτε ανέφελη. Αν η επανάσταση και ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας σε κάθε χώρα και στον κόσμο ολόκληρο αποτελούσαν τον ιστορικό στόχο του σοσιαλιστικού κινήματος στην αυγή της ιστορίας του, εντούτοις, σχεδόν από την αρχή εμφανίσθηκε στο εσωτερικό των συνδικάτων, των σοσιαλιστικών κομμάτων και της 2ης Σοσιαλιστικής Διεθνούς δεξιές τάσεις οι οποίες υιοθετώντας ένα μεταρρυθμιστικό πλαίσιο εγκατέλειψαν τον στόχο της επανάστασης και της υπέρβασης του καπιταλισμού προτείνοντας μια «ρεαλιστική» και «εφικτή» πολιτική η οποία οδηγούσε σε πλήρη προσαρμογή στο αστικό κράτος. Η πολιτική αυτή εκφράστηκε, κυρίως, με την πρόταση για την συμμετοχή των σοσιαλιστικών κομμάτων σε αστικές κυβερνήσεις με στόχο πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις.
Η πολιτική αυτή αν και βρήκε, λόγω του «ρεαλισμού» και των ορατών στόχων της, ακροατήρια στα πλαίσια τόσο των κομμάτων όσο και της ίδιας της εργατικής τάξης, εντούτοις, τα σοσιαλιστικά κόμματα, στην μεγάλη τους πλειοψηφία δεν ενέδωσαν στον πειρασμό του αστικού κυβερνητισμού. Ο Π. Ιγκλέσιας του ισπανικού PSOE, δεν δίστασε, στα πρώτα βήματα του ισπανικού κόμματος, να χαρακτηρίσει την πολιτική αντίθεση στη συμμετοχή των σοσιαλιστών σε αστικές κυβερνήσεις ως την «ευλογημένη αδιαλλαξία»!
Οι διαμάχες και οι εντάσεις, οι οποίες εκδηλώθηκαν τόσο στο επίπεδο της θεωρίας όσο και στην ίδια την πρακτική ζωή των συνδικάτων, των κομμάτων και της ίδιας της Σοσιαλιστικής Διεθνούς την επίδικη περίοδο ολοκληρώθηκε τραγικά με το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, τον Αύγουστο του 1914, γεγονός που οδήγησε σε μια χωρίς προηγούμενο κρίση στο εσωτερικό του οργανωμένου σοσιαλισμού.
Η συντριπτική πλειοψηφία των ηγετικών ομάδων των σοσιαλιστικών κομμάτων αλλά και των εργατικών συνδικάτων, με το ξέσπασμα του πολέμου, υπέκυψαν στον αστικό εθνικισμό. Σε αντίθεση με τις μέχρι τότε διακηρύξεις τους αποδέχθηκαν τη φιλοπόλεμη αστική πολιτική στο όνομα της «υπεράσπισης της πατρίδας», πλειοψήφησαν σε «πατριωτισμό» και κατέληξαν απολογητές της ιμπεριαλιστικής πολιτικής των «δικών τους» κυβερνήσεων. Η χρεοκοπία, τόσο των σοσιαλιστικών κόμματων όσο και της 2ης Διεθνούς, υπήρξε ολοκληρωτική και οδήγησε σε μια κάθετη διάσπαση στις γραμμές του οργανωμένου συνδικαλισμού και σοσιαλισμού.
Η αριστερά της 2ης Διεθνούς αν και αδύναμη αρχικά, διαχωρίστηκε πολιτικά και οργανωτικά από την παλιά Διεθνή και συσπείρωσε τις δυνάμεις με στόχο την συγκρότηση μιας νέας διεθνούς οργάνωσης, της 3ης Κομμουνιστικής Διεθνούς. Η διάσπαση ήταν γεγονός.
Οι δυνάμεις της δεξιάς αλλά και τμήματα του παραδοσιακού κέντρου της 2ης Διεθνούς, δεν αποδέχθηκαν την κριτική της κομμουνιστικής αριστεράς και ανασυγκρότησαν εν μέρει την παλιά Σοσιαλιστική Διεθνή. Η Σοσιαλιστική Διεθνής στη νέα της μορφή, υιοθέτησε πλήρως τις παραδοσιακές μεταρρυθμιστικές θέσεις, αποδεσμεύθηκε, σε βάθος χρόνου, από τις παραδοσιακές μαρξιστικές αντιλήψεις και αποτέλεσε έναν από τους πυλώνες του αστικού συστήματος εξουσίας. Η σύγκληση των κομμάτων της με τα αστικά κόμματα, στη βάση του κυριάρχου νεοφιλελεύθερου μοντέλου αποτελεί την σύγχρονη περίοδο μια χωρίς προηγούμενο χρεοκοπία του παραδοσιακού ρεφορμισμού.
Τα σοσιαλδημοκρατικά και εργατικά κόμματα υποστηρίζουν πλέον με φανατισμό το κεφάλαιο, την αγορά και τον ανελέητο ανταγωνισμό ενώ κατεδαφίζουν το «κράτος-πρόνοια» και τις κοινωνικές κατακτήσεις του παρελθόντος. Η μετάλλαξη των σοσιαλιστικών και εργατικών κομμάτων και της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας στα τέλη του 20ου και τις αρχές του 21ου αιώνα έχει πάρει πρωτοφανείς και ιστορικές, κατά πάσα πιθανότητα μη αναστρέψιμες, διαστάσεις.
Ο τρίτος κύκλος της εργασίας, περιγράφει το οδοιπορικό, την πορεία μέσα στους δυσβάσταχτους χρόνους του μεσοπολέμου, της 3ης Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος με τα εκατομμύρια των νεκρών και των τραυματιών αποτέλεσε ένα σημείο καμπής που άλλαξε θεμελιακά την ιστορία της ανθρωπότητας.
Το τίμημα υπήρξε πανάκριβο. Εκατομμύρια νεκροί, σκοτωμένα παιδιά στα χαρακώματα, τραυματίες και θύματα των ασθενειών ήταν ο θλιβερός απολογισμός ενός πολέμου των μεγάλων δυνάμεων, κυρίως της Ευρώπης, για την αναδιανομή του κόσμου. Ο πλανήτης έπρεπε να ξαναμοιραστεί με όποιες συνέπειες και αν είχε αυτό.
Η μαρξιστική μειοψηφία της 2ης Διεθνούς και των κομμάτων της ήταν αρχικά, στα πρώτα χρόνια του πολέμου, απομονωμένη από τις πλατιές μάζες των εργαζομένων οι οποίες, έχοντας υποκύψει στις σειρήνες του εθνικισμού, είχαν αποδεχτεί την πολιτική των ηγετικών ομάδων των κομμάτων τους. Η πολιτική απομόνωση της μαρξιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς ήταν πρωτοφανής.
Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Λένιν τον Ιανουάριο του 1917, λίγους μήνες πριν την οκτωβριανή επανάσταση, σε μια ομιλία του στο Σπίτι του Λαού στη Ζυρίχη, υποστήριζε ότι «Εμείς οι ηλικιωμένοι [ο Λένιν ήταν τότε 47 ετών] ίσως να μην ζήσουμε τις αποφασιστικές μάχες αυτής της επανάστασης που έρχεται»
Τα πρώτα βήματα της μαρξιστικής αριστεράς ήταν αδύναμα. Όσο όμως προχωρούσαν τα αδιέξοδα από τις συνέπειες του πολύνεκρου και καταστροφικού πολέμου τόσο η μαρξιστική αριστερά αποκτούσε ακροατήριο. Αρχικά μέσα στην πρωτοπορία και στη συνέχεια σε μεγάλα τμήματα των εργαζομένων και των άλλων καταπιεσμένων στρωμάτων. Ενίσχυε τις θέσεις της μέσα στα σοσιαλιστικά κόμματα και τα εργατικά συνδικάτα.
Η οκτωβριανή επανάσταση του 1917 υπήρξε το μεγάλο, το αποφασιστικό γεγονός που σφράγισε μια νέα πορεία όχι μόνο για το εργατικό κίνημα αλλά και για την ίδια την ανθρωπότητα. Το πρώτο σημαντικό βήμα, στην πραγματικότητα ένα άλμα προς τον ουρανό, είχε γίνει.
Στην ουσία κατά τη διάρκεια αλλά κυρίως μετά το πέρας του πολέμου ένα επαναστατικό κύμα σάρωσε την Ευρώπη με αποτέλεσμα να αναπτυχθεί ένα τεράστιο κύμα αμφισβήτησης στις γραμμές των σοσιαλιστικών και εργατικών κομμάτων. Οι παραδοσιακές ηγετικές ομάδες, τόσο στο πολιτικό όσο και στο συνδικαλιστικό πεδίο, βρέθηκαν στο επίκεντρο της κριτικής και της αμφισβήτησης. Μέσα από σύνθετες, πολύπλοκες και πλούσιες σε μορφή διαδικασίες, σχηματίσθηκαν τα νέα, κομμουνιστικά κόμματα καθώς και η νέα Διεθνής. Ο κόσμος ολόκληρος μπήκε έτσι σε μια περίοδο επαναστάσεων οι οποίες συγκλόνισαν την ευρωπαϊκή ήπειρο, αλλά και αντεπαναστάσεων, με την εμφάνιση και την επικράτηση του φασισμού σε μια σειρά χώρες-κλειδιά της Ευρώπης.
Τον πόλεμο ακολούθησαν τόσο τα επαναστατικά γεγονότα σε μια σειρά ευρωπαϊκές χώρες –εκτός από τη Ρωσία, στη Γερμανία, την Ουγγαρία, την Ιταλία, τη Φινλανδία, τη Βουλγαρία κλπ.– όσο και η αντεπανάσταση η οποία εμφανίσθηκε στη συνέχεια, φορώντας τη μαύρη στολή των φασιστικών και ναζιστικών ταγμάτων.
Η συγκρότηση, η ανάπτυξη και η πορεία των κομμουνιστικών κομμάτων και της Κομμουνιστικής Διεθνούς μέσα στους ταραγμένους καιρούς του μεσοπολέμου, μια πορεία η οποία ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1919 και έληξε άδοξα μέσα στους σπασμούς του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου τον Ιούνιο του 1943, αποτελεί το βασικό αντικείμενο του τρίτου κύκλου αυτής της εργασίας.
Ο κύκλος αυτός λόγω του μεγέθους του, απαρτίζεται, από δύο τόμους. Ο πρώτος τόμος, ο οποίος έχει ήδη κυκλοφορήσει, αναφέρεται στα πρώτα κρίσιμα βήματα της νέας Διεθνούς. Στην προπαρασκευαστική περίοδο με τις συνδιασκέψεις των νέων και των γυναικών στην Βέρνη και τις συνδιασκέψεις της αριστερής μαρξιστικής πτέρυγας των κομμάτων της 2ης Διεθνούς στο Τσίμερβαλντ και το Κίνταλ της Ελβετίας.
Τα τέσσερα πρώτα καθοριστικά συνέδρια της Κομμουνιστικής Διεθνούς, η ίδρυση της Κόκκινης Συνδικαλιστικής Διεθνούς αλλά και η συγκρότηση του Συμβουλίου για τους λαούς της Ανατολής αποτελούν αντικείμενο αυτής της ανάλυσης. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη συγκρότηση και την ανάπτυξη των κομμουνιστικών κομμάτων στις ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες: την Ρωσία, την Γερμανία, την Ιταλία, την Γαλλία την Αυστρία και την Ουγγαρία – χώρες στις οποίες κατά κύριο λόγο ξέσπασαν επαναστάσεις, εξεγέρσεις, καταλήψεις εργοστασίων, συγκροτήθηκαν Σοβιέτ και επαναστατικά συμβούλια εργατών, αγροτών και στρατιωτών.
Στον υπό έκδοση δεύτερο τόμο παρουσιάζεται η συγκρότηση των κομμάτων και σε άλλες χώρες της Ευρώπης -Πολωνία, Φινλανδία, Αγγλία, Ισπανία, Ελλάδα κλπ.- στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
Ολοκληρώνεται με την πορεία της Κομμουνιστικής Διεθνούς μέσα στα ταραγμένα χρόνια του μεσοπολέμου.
Η περίοδο αυτή χαρακτηρίζεται από τα επαναστατικά ξεσπάσματα και τους μαζικούς εργατικούς αγώνες σε μια σειρά χώρες: στην Βρετανία με την γενική απεργία του 1926, στην Κίνα με τα επαναστατικά γεγονότα της περιόδου 1925-27, στην Αυστρία με την επανάσταση του 1934 καθώς και με την μεγαλειώδη ισπανική επανάσταση η οποία τράνταξε την Ευρώπη και έληξε με μια τεραστίων διαστάσεων ήττα στα 1939.
Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται επίσης από την επικράτηση της φασιστικής αντεπανάστασης στη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία και στην εγκαθίδρυση αυταρχικών καθεστώτων στην Αυστρία, την Ουγγαρία και στις χώρες των Βαλκανίων - περίοδος που κατέληξε τραγικά στον καταστροφικό δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Παρουσιάζονται οι εξελίξεις στην Σοβιετική Ρωσία, οι καταστροφικές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και ο αιματηρός εμφύλιος με τις ολέθριες συνέπειες του οι οποίες, σε συνδυασμό με την υποχώρηση του επαναστατικού κύματος σε όλη την Ευρώπη, οδήγησαν στην απομόνωση του πρώτου εργατικού κράτους.
Η απομόνωση και τα μεγάλα προβλήματα, τα οποία από τα πρώτα κιόλας βήματα αντιμετώπισε το νέο επαναστατικό καθεστώς, εκδηλώθηκαν και στο εσωτερικό του ρωσικού κόμματος. Ξέσπασαν σκληρές αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις. Οι αντιθέσεις αυτές, πρωτόγνωρες στον χαρακτήρα τους, οδήγησαν τελικά την επικράτηση της γραφειοκρατίας και του σταλινικού φαινομένου. Η διαπάλη αυτή επεκτάθηκε και στα κόμματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς καθορίζοντας εν πολλοίς και τον χαρακτήρα της.
Οι διεργασίες στο εσωτερικό της διεθνούς οργάνωσης και οι θέσεις που ψηφίστηκαν στα διεθνή συνέδρια αποτέλεσαν επίσης αντικείμενο αυτής της εργασίας. Γίνεται αναφορά στο 6ο διεθνές συνέδριο του 1928 το οποίο υιοθέτησε την καταστροφική πολιτική του σοσιαλφασισμού, πολιτική η οποία οδήγησε -εξαιτίας και της αντίστοιχης πολιτικής της ηγεσίας της σοσιαλδημοκρατίας- στην επικράτηση του φασισμού στην Γερμανία με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα. Αντίθετα το 7ο διεθνές συνέδριο υποστήριξε μια εκ διαμέτρου διαφορετική πολιτική, την πολιτική των λαϊκών μετώπων, τη συνεργασία δηλαδή των κομμάτων της αριστεράς με τα αστικά φιλελεύθερα κόμματα. Η πολιτική αυτή εφαρμόστηκε στη Γαλλία και στην Ισπανία όπου και οδήγησε σε ήττα την μεγάλη ισπανική επανάσταση με αρνητικές συνέπειες για το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα στην Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο.
Η αφήγηση δεν περιορίζεται στο να περιγράψει την ιστορία των «νικητών» στα πλαίσια του κινήματος. Στην ιστορική ανάλυση σημαντική θέση έχουν οι ομάδες της αντιπολίτευσης που σχηματίσθηκαν ως αντίδραση στον ανερχόμενο σταλινισμό σχεδόν σε όλες τις χώρες και οι οποίες σχημάτισαν διεθνείς κινήσεις και οργανώσεις, όπως η Διεθνής Αριστερή Αντιπολίτευση υπό την ηγεσία του Λ. Τρότσκι, η οποία στη συνέχεια συγκρότησε την 4η Διεθνή, η Διεθνής Κομμουνιστική Αντιπολίτευση, η οποία απηχούσε τις απόψεις του Μπουχάριν, το Διεθνές Γραφείο του Λονδίνου και άλλες συσπειρώσεις, σήμερα ξεχασμένες.
Γίνεται επίσης αναφορά στην πιο τραγική περίοδο αυτής της Διεθνούς. Στις περιβόητες δίκες της Μόσχας που οδήγησαν στο εκτελεστικό απόσπασμα την μεγάλη πλειοψηφία των ηγετών της επανάστασης του 1917 και στις αιματηρές εκκαθαρίσεις στελεχών του κόμματος, του κράτους και του στρατού αλλά και εκατοντάδων χιλιάδων εργατών και αγροτών. Εκκαθαρίσεις οι οποίες επεκτάθηκαν και στα κόμματα της Διεθνούς.
Τέλος, περιγράφει την άδοξη διάλυση της μέσα στις φλόγες του αιματηρού δεύτερου μεγάλου πολέμου, με τις εκατόμβες των δεκάδων εκατομμυρίων νεκρών στρατιωτών και αμάχων, και τις παραμονές ενός μεγάλου επαναστατικού ξεσπάσματος το οποίο ενισχύθηκε από την προώθηση του Κόκκινου Στρατού στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια και τα αντιστασιακά κινήματα σε όλη την Ευρώπη.
Τα γεγονότα αυτά σφράγισαν τις παγκόσμιες εξελίξεις από το 1945 μέχρι και το μοιραίο 1989.
Στην ουσία, η εργασία αυτή επιχειρεί –δεν γνωρίζω πόσο επιτυχώς- μια ιστορική αναδρομή της πορείας του κινήματος στο εθνικό και διεθνές πεδίο. Θέλει επίσης –και αυτό το θεωρώ εξίσου σημαντικό- να δώσει μια απάντηση στους κάθε λογής αναθεωρητές της ιστορίας.
Είμαι σίγουρος –σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά- ότι δεν θα αργήσει να έλθει η στιγμή που οι σημερινοί αναθεωρητές της ιστορίας θα ηττηθούν.
Και πάλι σας ευχαριστώ για την συμμετοχή σας στην σημερινή εκδήλωση.
Τάκης Μαστρογιαννόπουλος
19 Οκτωβρίου 2023