marxoudi_web1ekfrasi_logolhs_logo

 

Κάτι αξιοσημείωτο συνέβη μόλις αυτόν τον Αύγουστο: Πώς η πανδημία έχει επιταχύνει το πέρασμα στο μετα-καπιταλισμό*

Πριν από δύο ημέρες συνέβη κάτι αναπάντεχο. Κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ στην ιστορία του καπιταλισμού. Στη Βρετανία ανακοινώθηκε ότι η οικονομία είχε υποστεί τη μεγαλύτερη από ποτέ ύφεση - περισσότερο από 22% μείωση κατά τους πρώτους 7 μήνες του 2020. Είναι αξιοσημείωτο ότι, την ίδια ημέρα, το Χρηματιστήριο του Λονδίνου - ο δείκτης FTSE100 - αυξήθηκε κατά περισσότερο από 2%. Την ίδια ημέρα, σε μια περίοδο που η Αμερική έχει παραλύσει και αρχίζει να μοιάζει όχι απλά ως μια οικονομία σε βαθύ πρόβλημα αλλά και, δυσοίωνα, ως μια αποτυχημένη κατάσταση, ο δείκτης SP500 της Wall Street έφτασε σε ένα ρεκόρ όλων των εποχών.

Μη μπορώντας να συγκρατήσω τον εαυτό μου, έγραψα στο tweet (12 Αυγούστου) το ακόλουθο:

Ο χρηματιστηριακός καπιταλισμός έχει αποσυνδεθεί από την καπιταλιστική οικονομία και ανεβαίνει στα ύψη, αφήνοντας πίσω του καταστραμμένες ζωές και όνειρα. Καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο βυθίζεται στη χειρότερη παρά ποτέ ύφεση, και οι ΗΠΑ βρίσκονται στα πρόθυρα κατάστασης "αποτυχημένου κράτους", ο FTSE100 ανεβαίνει κατά 2% και ο S&P500 σπάει το ρεκόρ όλων των εποχών!

Πριν από το 2008, οι χρηματαγορές συμπεριφέρονταν επίσης με τρόπο που αψηφούσε τον ανθρωπισμό. Οι ειδήσεις για μαζικές απολύσεις εργαζομένων ακολουθούνταν συνήθως από απότομες αυξήσεις στην τιμή της μετοχής των εταιρειών που «αφήνουν τους εργαζομένους τους να φεύγουν» - ως εάν τους ένοιαζε η απελευθέρωσή τους… Αλλά, τουλάχιστον, υπήρχε μια καπιταλιστική λογική σε εκείνη τη συσχέτιση απολύσεων και τιμών μετοχών. Αυτή η δυσάρεστη αιτιότητα εδραζόταν στις προσδοκίες σχετικά με τα πραγματικά κέρδη μιας εταιρείας. Πιο συγκεκριμένα, στην πρόβλεψη ότι η μείωση των μισθών που θα κατάβαλλε η εταιρεία θα μπορούσε, στο βαθμό που η μείωση προσωπικού θα οδηγούσε σε αναλογικά χαμηλότερες μειώσεις της παραγωγής, να οδηγήσει σε αύξηση των κερδών και, συνεπώς, των μερισμάτων. Η απλή πεποίθηση ότι υπήρχαν κερδοσκόποι που θα σκέφτονταν ότι υπήρχαν αρκετοί κερδοσκόποι εκεί έξω που θα συμμερίζονταν αυτή τη συγκεκριμένη προσδοκία, ήταν αρκετή για να προκαλέσει αύξηση της τιμής των μετοχών των εταιρειών που απέλυαν εργαζόμενους.

Αυτό συνέβαινε τότε, πριν από το 2008. Σήμερα, αυτός ο δεσμός μεταξύ προβλέψεων κέρδους και τιμών των μετοχών έχει εξαφανιστεί και, κατά συνέπεια, η μισανθρωπία της μετοχικής αγοράς έχει εισέλθει σε μια νέα, μετα-καπιταλιστική φάση. Αυτός ο ισχυρισμός δεν είναι τόσο αμφισβητήσιμος όσο μπορεί να φαίνεται. Μέσα στην τρέχουσα πανδημία, κανένας που σκέφτεται ορθά δεν είναι δυνατό να φαντάζεται ότι υπάρχουν κερδοσκόποι που πιστεύουν ότι υπάρχουν αρκετοί κερδοσκόποι εκεί έξω που θα μπορούσαν να πιστεύουν ότι τα εταιρικά κέρδη στο Ηνωμένο Βασίλειο ή στις ΗΠΑ θα αυξηθούν σύντομα. Ωστόσο, αγοράζουν μετοχές με ενθουσιασμό. Η επίδραση της πανδημίας στον μετά το 2008 κόσμο μας δημιουργεί πλέον δυνάμεις που ήταν ασύλληπτες προηγούμενα.

Στο σημερινό κόσμο, θα ήταν λάθος να προσπαθήσουμε να βρούμε οποιαδήποτε σχέση μεταξύ του τι συμβαίνει στον πραγματικό κόσμο (των μισθών, των κερδών, της παραγωγής και των πωλήσεων) και των αγορών χρήματος. Σήμερα, δεν υπάρχει ανάγκη συσχέτισης «ειδήσεων» (για παράδειγμα ότι μια μεγάλη πολυεθνική απέλυσε δεκάδες χιλιάδες υπαλλήλους) και αυξήσεων των τιμών των μετοχών. Καθώς παρακολουθούμε τις χρηματιστηριακές πράξεις να αυξάνονται σε μια εποχή όπου οι οικονομίες βυθίζονται, θα ήταν λάθος να σκεφτόμαστε ότι οι κερδοσκόποι ακούνε πως η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου ή η οικονομία των ΗΠΑ έχουν υποχωρήσει και σκέφτονται: Τέλεια, ας αγοράσουμε μετοχές. Όχι, η κατάσταση είναι πολύ, πολύ χειρότερη!

Στον μετά το 2008 κόσμο, οι κερδοσκόποι - για πρώτη φορά στην ιστορία - δεν δίνουν δεκάρα για την οικονομία. Αυτοί, όπως εσείς και εγώ, μπορούν να δουν ότι ο Covid-19 έβαλε τον καπιταλισμό σε αναστολή. Ότι συνθλίβει τα εταιρικά περιθώρια κέρδους, ενώ επίσης καταστρέφει τις ζωές και τη διαβίωση των πολλών. Ότι προκαλεί ένα νέο τσουνάμι φτώχειας με μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη συνολική ζήτηση. Ότι αναδεικνύει σε κάθε χώρα και σε κάθε πόλη τον προϋπάρχοντα βαθύ ταξικό και φυλετικό διαχωρισμό, καθώς ορισμένοι από εμάς ήταν αρκετά προνομιούχοι ώστε να τηρούν κοινωνική απόσταση ενώ μια στρατιά ανθρώπων εκεί έξω εργαζόταν με εξευτελιστική αμοιβή και με κίνδυνο να μολυνθούν για να ικανοποιούν τις ανάγκες μας.

Όχι, αυτό που ζούμε τώρα δεν είναι η τυπική καπιταλιστική ασέβεια προς τις ανθρώπινες ανάγκες, η σταθερή τάση του καπιταλιστικού συστήματος να κινητοποιείται αποκλειστικά από τις ανάγκες μεγιστοποίησης του κέρδους ή, όπως λέμε εμείς οι αριστεροί, τη συσσώρευση κεφαλαίου. Όχι, ο καπιταλισμός βρίσκεται τώρα σε μια νέα, περίεργη φάση: Σοσιαλισμός για τους πολύ-πολύ λίγους (χάρη σε κεντρικές τράπεζες και κυβερνήσεις που εξυπηρετούν μια μικρή ολιγαρχία), και αυστηρή λιτότητα σε συνδυασμό με σκληρό ανταγωνισμό σε ένα περιβάλλον βιομηχανικής και τεχνολογικά προηγμένης φεουδαρχίας για σχεδόν όλους τους άλλους.

Τα γεγονότα αυτής της εβδομάδας στην Wall Street και στο City του Λονδίνου σηματοδοτούν αυτή την καμπή - την ιστορική στιγμή για την οποία οι μελλοντικοί ιστορικοί θα επιλέξουν αναμφίβολα να πουν: Ήταν το καλοκαίρι του 2020 όταν ο χρηματιστηριακός καπιταλισμός τελικά διαχωρίστηκε από τον κόσμο των πραγματικών ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων και των καπιταλιστών που ήταν αρκετά απηρχαιωμένοι ώστε να προσπαθούν να κερδίσουν από την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών.

Αλλά ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Πώς ξεκίνησαν όλα;

Πριν από τον καπιταλισμό, το χρέος εμφανίστηκε στο τέλος του οικονομικού κύκλου - μια απλή αντανάκλαση της δυνατότητας να συσσωρεύονται ήδη παραχθέντα πλεονάσματα. Κάτω από τη φεουδαρχία,

Ο καπιταλισμός ανέστρεψε αυτή τη σειρά. Από τη στιγμή που η εργασία και η γη εμπορευματοποιήθηκαν, το χρέος ήταν απαραίτητο πριν ακόμη ξεκινήσει η παραγωγή. Οι μη-γαιοκτήμονες καπιταλιστές έπρεπε να δανειστούν για να μισθώσουν εργαζόμενους, γη και μηχανήματα. Μόνο τότε μπορούσε να ξεκινήσει η παραγωγή, αποδίδοντας έσοδα που τελικός αποδέκτης τους ήταν οι καπιταλιστές. Έτσι, το χρέος τροφοδότησε το αρχικό έργο του καπιταλισμού στα αρχικά του στάδια. Ωστόσο, χρειάστηκε η δεύτερη βιομηχανική επανάσταση προτού ο καπιταλισμός μπορέσει να αναπλάσει τον κόσμο με τη δική του εικόνα.

Η εφεύρεση του ηλεκτρομαγνητισμού, στη βάση των διάσημων εξισώσεων του James Clerk Maxwell, οδήγησε στην πρώτη εταιρεία, του Edison για παράδειγμα, που παρήγαγε τα πάντα, από τους σταθμούς παραγωγής ενέργειας και το ηλεκτρικό δίκτυο μέχρι τον ηλεκτρικό λαμπτήρα σε κάθε σπίτι. Η χρηματοδότηση που απαιτείτο για το στήσιμο αυτών των μεγα-εταιρειών ήταν, φυσικά, πέρα από τα όρια των μικρών τραπεζών του 19ου αιώνα. Έτσι, γεννήθηκε η μεγα-τράπεζα, ως αποτέλεσμα συγχωνεύσεων και εξαγορών, μαζί με μια αξιοσημείωτη ικανότητα δημιουργίας χρημάτων από το τίποτε. Η σύμπηξη αυτών των μεγα-εταιρειών και μεγα-τραπεζών δημιούργησε μια νέα Τεχνοδομή που σφετερίστηκε τις αγορές, τις δημοκρατίες και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η πολύβουη δεκαετία του 1920, που οδήγησε στη συντριβή του 1929, ήταν το αποτέλεσμα.

Από το 1933 έως το 1971, η διαχείριση του παγκόσμιου καπιταλισμού γινόταν κεντρικά και ο σχεδιασμός του  κάτω από διαφορετικές εκδοχές του New Deal, που περιλάμβαναν την Οικονομία Πολέμου και το σύστημα Bretton Woods. Μετά την κατάργηση της συμφωνίας Bretton Woods στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ο καπιταλισμός επέστρεψε σε μια εκδοχή της δεκαετίας του 1920: Κάτω από τον ιδεολογικό μανδύα του νεοφιλελευθερισμού (που δεν ήταν ούτε νέος ούτε φιλελεύθερος), η Τεχνοδομή ξαναπήρε τα ηνία από τις κυβερνήσεις. Το 1929 της δικής μας γενιάς, που συνέβη το 2008, ήταν το αποτέλεσμα.

Μετά τη συντριβή του 2008, ο καπιταλισμός άλλαξε δραστικά. Στην προσπάθειά τους να σώσουν το κατεστραμμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι κεντρικές τράπεζες διοχέτευαν ποτάμια φτηνού χρέους-χρήματος στο χρηματοπιστωτικό τομέα, με αντάλλαγμα την παγκόσμια δημοσιονομική λιτότητα που περιόρισε τη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών από τη μεσαία και χαμηλότερη τάξη. Μη μπορώντας να επωφεληθούν από τους πληγέντες από τη λιτότητα καταναλωτές, οι εταιρείες και οι χρηματοδότες στηρίζονταν στη συνεχή και στάγδην τροφοδότηση με πλασματικό χρέος από τις κεντρικές  τράπεζες.

Κάθε φορά που η Fed ή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ή η Τράπεζα της Αγγλίας τροφοδοτούσαν με περισσότερα χρήματα τις εμπορικές τράπεζες, με την ελπίδα ότι αυτά τα χρήματα θα δίνονταν ως δάνεια σε εταιρείες που με τη σειρά τους θα δημιουργούσαν νέες θέσεις εργασίας και σειρές προϊόντων, η γέννηση του παράξενου κόσμου όπου ζούμε τώρα ερχόταν λίγο πιο κοντά. Πώς; Για παράδειγμα, παρακολουθείστε την ακόλουθη αλυσιδωτή αντίδραση: Η ΕΚΤ πρόσφερε νέα ρευστότητα στην Deutsche Bank. Η Deutsche Bank θα μπορούσε να επωφεληθεί από αυτή μόνο εάν εύρισκε κάποιον που να δανειστεί αυτά τα χρήματα. Αφοσιωμένη στο σύνθημα του τραπεζίτη «ποτέ μη δανείζεις σε κάποιον που χρειάζεται τα χρήματα», η Deutsche Bank ποτέ δεν θα το δάνειζε στους «μικρούς ανθρώπους», των οποίων οι οικονομικές δυνατότητες μειώνονταν όλο και περισσότερο (μαζί και με την ικανότητά τους να εξοφλήσουν οποιοδήποτε σημαντικό δάνειο) και προτίμησε να δανείσει, ας πούμε, στη Volkswagen. Όμως, με τη σειρά τους, τα στελέχη της Volkswagen κοίταξαν τους «μικρούς ανθρώπους» εκεί έξω και σκέφτηκαν: «Οι δυνατότητές τους μειώνονται, δεν θα είναι σε θέση να αγοράσουν νέα, υψηλής ποιότητας ηλεκτρικά αυτοκίνητα». Έτσι, η Volkswagen ανέβαλε σημαντικές επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και σε νέες θέσεις εργασίας υψηλής ποιότητας. Όμως, τα στελέχη της Volkswagen δεν παρέλειψαν να πάρουν τα φθηνά - σε εξευτελιστικό βαθμό - δάνεια που πρόσφερε η Deutsche Bank. Και τι έκαναν με τα νέας κοπής νομίσματα της ΕΚΤ; Τα χρησιμοποίησαν για να αγοράσουν μετοχές της Volkswagen στο χρηματιστήριο. Όσο περισσότερες από αυτές τις μετοχές αγόραζαν τόσο υψηλότερα έφτανε η τιμή της μετοχής της Volkswagen. Και δεδομένου ότι τα μπόνους των στελεχών της Volkswagen συνδέονταν με την αξία της μετοχής της εταιρείας, κέρδιζαν προσωπικά – ενώ, ταυτόχρονα, εξανεμιζόταν για τα καλά η δυνατότητα της ΕΚΤ για χρηματοδότηση, τόσο της κοινωνίας, όσο και του βιομηχανικού καπιταλισμού.

Αυτή ήταν η διαδικασία με την οποία, από το 2008 έως το 2020, οι πολιτικές για σωτηρία του τραπεζικού τομέα από το 2009 και μετά, οδήγησαν στη σχεδόν πλήρη μετατροπή εταιρειών σε ζόμπις. Ο Covid-19 βρήκε τον καπιταλισμό σε αυτή την κατάσταση ζόμπι. Με την κατανάλωση και την παραγωγή να χτυπιέται μαζικά και ακαριαία, οι κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να βηματίσουν στο κενό για να αντικαταστήσουν όλα τα εισοδήματα σε τεράστιο βαθμό, σε μια στιγμή που η πραγματική καπιταλιστική οικονομία έχει τη λιγότερη ικανότητα να παράξει πραγματικό πλούτο. Η αποσύνδεση των χρηματοπιστωτικών αγορών από την πραγματική οικονομία, που ήταν το έναυσμα για αυτή τη συζήτηση, είναι ένα σίγουρο σημάδι ότι κάτι που μπορούμε να αποκαλέσουμε δικαιολογημένα ως μετα-καπιταλισμό είναι ήδη σε εξέλιξη.

Η διαφορά μου με τους συναδέλφους αριστερούς είναι ότι δεν πιστεύω ότι υπάρχει οποιαδήποτε εγγύηση ότι αυτό που ακολουθεί τον καπιταλισμό –  ας το πούμε, πριν βρούμε ένα καλύτερο όρο, μετα-καπιταλισμό –  θα είναι καλύτερο. Μπορεί κάλλιστα να είναι εντελώς δυστοπικός, κρίνοντας από τα τωρινά φαινόμενα. Βραχυπρόθεσμα, για να αποφευχθούν τα χειρότερα, η ελάχιστη απαραίτητη αλλαγή που χρειαζόμαστε είναι μια Διεθνής Πράσινη Νέα Συμφωνία που, ξεκινώντας με μια μαζική αναδιάρθρωση δημόσιων και ιδιωτικών χρεών, να χρησιμοποιεί δημόσια χρηματοοικονομικά εργαλεία για να διοχετεύσει την τεράστια υπάρχουσα ρευστότητα (π.χ. κεφάλαια που ενισχύουν τις χρηματαγορές) σε δημόσιες υπηρεσίες (π.χ. μια πράσινη ενεργειακή επανάσταση).

Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε δεν είναι απλώς ότι τα ολιγαρχικά καθεστώτα μας θα πολεμήσουν με νύχια και με δόντια ενάντια σε οποιοδήποτε τέτοιο πρόγραμμα. Ένα ακόμη πιο δύσκολα να επιλυθεί πρόβλημα είναι ότι μια Διεθνής Πράσινη Νέα Συμφωνία, του είδους που αναφέρθηκε πιο πάνω, μπορεί να είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση αλλά, με μεγάλη βεβαιότητα, δεν είναι επαρκής προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός μέλλοντος για την ανθρωπότητα για το οποίο αξίζει να αγωνιστούμε. Μπορούμε να φανταστούμε τι μπορεί να αποδειχθεί επαρκές; Η καταληκτική μου θέση είναι ότι, για να είναι ο μετα-καπιταλισμός και γνήσιος και ανθρωπιστικός, πρέπει να αρνηθούμε στις ιδιωτικές τράπεζες το λόγο ύπαρξής τους και να τερματίσουμε, με μία κίνηση, δύο αγορές: την αγορά εργασίας και την αγορά μετοχών.

Έχοντας πλήρη επίγνωση του πόσο δύσκολο είναι να φανταστεί κανείς μια τεχνολογικά προηγμένη οικονομία που να μην διαθέτει μετοχές και αγορές εργασίας, στο υπό έκδοση βιβλίο μου Another Now διατυπώνω το επιχείρημα ότι ο τερματισμός αγορών εργασίας και μετοχών, μαζί με της μορφής λειτουργίας των εμπορικών τραπεζών που σήμερα θεωρείται δεδομένη, αποτελεί μια προϋπόθεση για μια μετα-καπιταλιστική κοινωνία με λειτουργικές αγορές, αυθεντική δημοκρατία και προσωπική ελευθερία.

Γιάνης Βαρουφάκης

21/08/2020

(μετάφραση: Σοσιαλιστική Έκφραση)

 

* https://www.yanisvaroufakis.eu/2020/08/21/something-remarkable-just-happened-this-august-how-the-pandemic-has-sped-up-the-passage-to-postcapitalism-lannan-institute-virtual-talk/