Οι ποινικές διώξεις και τιμωρίες από μόνες τους είναι συγκάλυψη
Έγινε ξανά επίκαιρο το ζήτημα της εξυγίανσης, της τιμωρίας των ενόχων για όσα υποφέρει η Κυπριακή κοινωνία και οικονομία. Έρχονται ξανά στην επιφάνεια οι συζητήσεις περί «απόδοσης ευθυνών». Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό πρέπει να γίνει σε μια εποχή που προκύπτουν σοβαρά ζητήματα για πολλούς πρώην και νυν θεσμικούς και πολιτειακούς άρχοντες.
Στα διεφθαρμένα άτομα θα πρέπει να αποδοθούν ευθύνες και να επιβληθούν ποινές.
Μόνο όμως απόδοση ευθυνών και επιβολή ποινών σε άτομα, είναι συγκάλυψη ευθυνών ενός ολόκληρου συστήματος. Που εκτρέφει σκάνδαλα αλλά και προστατεύει τους υπευθύνους. Που όσο πιο ψηλά βρίσκονται, τόσο πιο πολύ προστατεύονται.
Τι άλλο από ύπαρξη δικτύου ολόκληρου προστασίας του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα φανέρωσε το γεγονός ότι χρειάστηκε να έλθει σε μετωπική και προσωπική, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον, σύγκρουση με τον Γενικό Εισαγγελέα, για να ξεκινήσουν διαδικασίες για ξήλωμα του;
Διαδικασίες που για να ξεκινήσουν πέρασαν από ατέρμονες συζητήσεις για το ποιος μπορεί, αν μπορεί και πότε μπορεί να κινήσει αγωγή στο Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα. Και εκκρεμεί η διευκρίνησης σε όλους μας, κάτω από ποιές συνθήκες και ποιος είναι αυτός που μπορεί να ξεκινήσει διαδικασίες ποινικής δίωξης ενάντια στον Γενικό Εισαγγελέα.
Θα ήταν χρήσιμο να θυμηθούμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αποφάσισε ο Γενικός Εισαγγελέας την δίωξη το Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, μετά που είχε βρεθεί με πολλά σε βάρος του σε πόρισμα ποινικού ανακριτή.
Στο πόρισμα ο Β. Γ. Εισαγγελέας αντίδρασε με δημοσιογραφική διάσκεψη, στην οποία έδινε την δική του εκδοχή που «ευαισθητοποίησε» τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Που παρέμβηκε άμεσα ζητώντας διερεύνηση των όσων ο Β. Γ. Εισαγγελέας κατήγγειλε.
«Ντροπή σας Κύριε Πρόεδρε», ήταν η αντίδραση του Γενικού Εισαγγελέα.
Με «Απαξίωση» απάντησε ο ΠτΔ για το περιεχόμενο της επιστολής του Γενικού Εισαγγελέα….
Αυτό ήταν το αποκορύφωμα μιας σύγκρουσης θεσμικών και πολιτειακών αρχόντων, που ζαλισμένη η κυπριακή κοινωνία από καιρό παρακολουθούσε. Και που έκανε τον κάθε ένα να διερωτάται τι γινόταν, τι κρυβόταν και ποιος συγκάλυπτε ποιόν και τι; Και να διερωτάται, ακόμα περισσότερο, αν θα μαθαίναμε οτιδήποτε αν οι «άρχοντες» δεν αποφάσιζαν να βγάλουν στην φόρα τα άπλυτα ο ένας του άλλου;
Από την δημοσιογραφική κιόλας διάσκεψη του, ο Ρίκος φαινόταν πολύ μελετημένος. Τόσο μελετημένος, που δεν θα μπορούσε να ήταν αποτέλεσμα προετοιμασίας των λίγων ωρών που μεσολάβησαν από την ανακοίνωση του πορίσματος του ποινικού ανακριτή, μέχρι την Δημοσιογραφική.
Για χρόνια ο Ρίκος Ερωτοκρίτου μάζευε στοιχεία. Όχι για να αποδώσει δικαιοσύνη, αλλά για να μπορεί να εκβιάζει, για να καλύπτει τον εαυτό του. Αυτά εξελίσσονταν στον θεσμό της Γενικής Εισαγγελίας. Αυτά επέτρεπαν οι σημερινοί κανονισμοί λειτουργίας του.
Μαζί με την «βαθιά» γνώση Ρίκου επί παντός –παράνομου- επιστητού και των πρωταγωνιστών, το άλλο που έβγαζε μάτι ήταν ότι ενώ επιτέθηκε σε όλους τους άρχοντες των θεσμών, νυν και πρώην, κατέχοντας λεπτομερή στοιχεία, δεν ανάφερε κουβέντα για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, το γραφείο του, τις κόρες του και τα κουρέματα.
Από εκείνη την στιγμή θα μπορούσε κάποιος να υποψιαστεί ότι τον άφηνε εκτός για να προκαλέσει την παρέμβαση του υπέρ του. Αυτές οι συγκαλύψεις φαίνεται να είναι πολύ διαδεδομένες πρακτικές. Και αποκαλύψεις γίνονται όταν υπάρχουν συγκρούσεις, πολύ έντονες συγκρούσεις, που στα σίγουρα δεν έχουν να κάνουν με ζητήματα Αρχής.
Στο όνομα της ανεξαρτησίας των θεσμών, έχουν κτίσει βασίλεια με βασιλιάδες και υπερεξουσίες που επέτρεψαν στον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα να προχωρήσει ακόμα και σε διάτρητες πολιτικές διώξεις και καταδίκες. Όπως των Βενιζέλου Ζανέττου και Χαράλαμπου Τσουρή. Διώξεις που είναι τόσο μεγάλο σκάνδαλο όσο το ίδιο το σκάνδαλο της διαφθοράς του Βοηθού Γενικού. Και που σε κάνει να διερωτάσαι τι θα γινόταν αν και η επιλογή του Γενικού Εισαγγελέα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ήταν και αυτή μια από τις «άριστες των αρίστων;» ‘Όπως δηλαδή του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα.
Η Γενική Εισαγγελία, το υπέρτατο όργανο διωγμού της διαφθοράς και παρανομίας, είναι ο θεσμός που εξέθρεψε ένα Ρίκο Ερωτοκρίτου στο πόστο του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα. Και είναι ένας θεσμός του οποίου ηγείται ο Γενικός Εισαγγελέας για τον οποίο το μόνο που πολύ θαμπά «γνωρίζουμε» είναι ότι δεν είναι διεφθαρμένος όπως ο Βοηθός. Τελεία. Και που τώρα μάθαμε ότι αγγίζει τα όρια του αδύνατου να ελεγχθεί αν κάνει δοσοληψίες και εκδουλεύσεις. Και ότι τα ίδια όρια αγγίζει και η δυνατότητα δίωξης του, σε μια συνταγματική τάξη που τον έχει σιδεροφράξει.
Τα ίδια αναδύονται και στην περίπτωση του θεσμού του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Ενός θεσμού που ακόμα και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πράγμα που από μόνο του δεν θα ήταν φυσικά αρκετό, φαίνεται να μην μπορεί να τον αγγίξει.
Η Κεντρική Τράπεζα, ο θεσμός που έχει να κάνει με αποφάσεις για ύψος επιτοκίων, με έλεγχο τραπεζών, που αυτή ή η άλλη απόφαση του δημιουργεί εύνοια ή δυσμένεια σε αυτούς ή εκείνους σε ένα παιγνίδι αμύθητων ποσών, είναι πρακτικά ανεξέλεγκτος.
Το περασμένο φθινόπωρο ο Νικόλας Παπαδόπουλος κατάγγειλε ότι στο ΔΣ της Τράπεζας Κύπρου διορίζονται όσοι είναι πελάτες του δικηγορικού γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Αναστασιάδη.
Και βέβαια, ο κ. Παπαδόπουλος, ο «αποκαλυπτής» αυτού αλλά και άλλων σκανδάλων, δεν θα μπορούσε να λείπει από το σκηνικό. Από πού να ξεκινήσει κάποιος και που να τελειώσει; Υπάρχει η υπόθεση των δισεκατομμυρίων Μιλόσεβιτς, για την οποία τόσα έχουν ακουστεί και που θα μπορούσε σύντομα να συγκλονίσει την κυπριακή κοινωνία με το βάθος της.
Υπάρχουν οι ιστορικές σχέσεις του δικηγορικού γραφείου του Παπαδόπουλου με την Λαϊκή που βούλιαξε σε ένα ωκεανό σκανδάλων και κακοδιαχείρισης.
Πόσα και πόσα; Τόσα και με τέτοια συχνότητα που το ένα επισκιάζει το άλλο. Τόσα, που πάνε να ξεχαστούν τα τεράστια σκάνδαλα του περασμένου Φθινοπώρου, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο κήρυξε αντισυνταγματική την προστασία της πρώτης κατοικίας διότι ήταν σε αντίθεση με το άρθρο του Συντάγματος «περί ελευθερίας του συμβάλλεστε». Άρθρο όμως που δεν θυμήθηκαν στην περίπτωση του κουρέματος. Στην οποία η «ελεύθερη» συμβολή μας με τις τράπεζες για να κρατούν τα λεφτά μας κατατεθειμένα και να μας πληρώνουν τόκο, κατέληξε στην μονομερή αρπαγή των λεφτών μας από τις τράπεζες.
Πάει να ξεχαστεί ότι το Ανώτατο είχε βρει αντισυνταγματική την ακύρωση πολλαπλών συντάξεων πρώην ανωτάτων κυβερνητικών στελεχών. Την βρήκε μάλιστα αντισυνταγματική σε εποχές όπου η άθλια κατάσταση των δημοσίων οικονομικών ήταν το μόνιμο επιχείρημα της εξουσίας για αποκοπές στις υπόλοιπες συντάξεις και στα επιδόματα των λιγότερο προνομιούχων, αυτών της αναπηρίας κλπ.
Μια θάλασσα σκανδάλων. Με τον ρόλο της πλειοψηφίας των ΜΜΕ στην συγκάλυψη όλων αυτών των υποθέσεων, αλλά και στην ανάδειξη, την σκανδαλώδη ανάδειξη, ζητημάτων ανύπαρκτων, αν έτσι βολεύει (όπως της υπόθεσης της Κα Κεραυνού) να αποτελεί ένα ακόμα μεγάλο σκάνδαλο.
Παρακολουθούμε μια διαδικασία σήψης που φέρνει στην επιφάνεια την πραγματική φύση των θεσμών, της συμμαχικής τους πολιτικής εξουσίας και της πλειοψηφίας των ΜΜΕ .
Παρακολουθούμε μια διαδικασία σήψης απίστευτη που στην δική μας αντίληψη είναι το κύκνειο άσμα μιας κοινωνικής οργάνωσης που από χρόνια έχει ξεπεράσει τα όρια της.
Έτσι, το κύριο ζήτημα που προκύπτει δεν είναι τόσο η ανάγκη για τιμωρία ενόχων στα ψηλά κοινωνικά δώματα –για τα χαμηλά δεν υπάρχει ζήτημα γιατί εκεί δεν υπάρχει καμία δυσκολία για διωγμούς και ποινές. Το κύριο ζήτημα είναι πως ελέγχονται αυτοί που έχουν την εξουσία να αφήνουν ή να μην αφήνουν τα ζητήματα να πάρουν τον δρόμο προς την δικαιοσύνη. Πως ελέγχεται ένα σύστημα που εκτρέφει και προστατεύει την διαφθορά και τα σκάνδαλα.
Απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα δεν μπορεί να δοθεί χωρίς να αμφισβητηθεί συθέμελα η αδιαφάνεια που διέπει την λειτουργία όλων των κρατικών και πολιτειακών θεσμών.
Σωτήρης Βλάχος