Αδιέξοδη η συνταγή της λιτότητας
Το μνημόνιο είναι ένα κατ' εξοχήν ταξικό πρόγραμμα με στοχευμένη επιδίωξη τη δημιουργία ύφεσης, την αύξηση της ανεργίας, τη μείωση μισθών και κοινωνικών παροχών, ενώ εκμηδενίζει τις προοπτικές ανάπτυξης
Ένα χρόνο μετά τη συμφωνία μεταξύ κυπριακής κυβέρνησης και Τρόικας για την εφαρμογή του πρώτου μνημονίου οικονομικής πολιτικής για την κυπριακή οικονομία, η ύφεση όλο και βαθαίνει, το τραπεζικό σύστημα συνεχίζει να βρίσκεται υπό κατάρρευση, οι μισθοί και στο δημόσιο αλλά και στον ιδιωτικό τομέα μειώνονται συνεχώς και η ανεργία ακολουθεί σταθερή ανοδική τάση. Ένα χρόνο μετά την εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής λιτότητας, της αναδιάρθρωσης του τραπεζικού τομέα μέσω της κατάσχεσης καταθέσεων και των προδιαγραφόμενων μεταρρυθμίσεων στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικοποιήσεων των ημικρατικών οργανισμών, είναι απαραίτητη η αξιολόγηση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων των πολιτικών της Τρόικας. Η κριτική ανάλυση των επιπτώσεων της μνημονιακής πολιτικής θα πρέπει παράλληλα να συνοδεύεται από τη διαμόρφωση, υιοθέτηση και διάχυση στους αγώνες του συνδικαλιστικού κινήματος και στην κοινωνία γενικότερα, ενός εναλλακτικού οικονομικού προγράμματος εκ μέρους των αριστερών πολιτικών οργανώσεων και κυρίως του ΑΚΕΛ, το οποίο να καθοδηγεί και να ενισχύει τον αντι-μνημονιακό αγώνα στην Κύπρο σε συνεργασία και κοινή πορεία με αριστερές πολιτικές οργανώσεις και κινήματα της Ευρώπης.
Η κρίση η οποία μαστίζει την κυπριακή οικονομία και κοινωνία δεν είναι μια συνηθισμένη, κυκλική κρίση με προσωρινό χαρακτήρα και διάρκεια. Η Κύπρος αλλά και ολόκληρη η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια συστημική-διαρθρωτική κρίση, η οποία έχει επηρεάσει ριζικά όλες τις πτυχές αναπαραγωγής των καπιταλιστικών σχέσεων: οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές.
Η κρίση στην Κύπρο είναι τόσο βαθιά και προβλέπεται παρατεταμένη αν δεν υπάρξει αλλαγή στη νεο-φιλελεύθερη, μνημονιακή πολιτική του κυβερνώντος μπλοκ εξουσίας, γιατί έχουν συμπέσει παράγοντες, οι οποίοι από μόνοι τους θα μπορούσαν να έχουν καταστροφικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις:
- Το ξέσπασμα της τεράστιας φούσκας των ακινήτων η οποία λειτούργησε υποβοηθητικά για αρκετά χρόνια και για την οικονομική ανάπτυξη και για τα δημόσια οικονομικά.
- Η τραπεζική κρίση η οποία κατέληξε ουσιαστικά στην κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος στην Κύπρο.
- Τα αδιέξοδα και οι στρεβλώσεις του μοντέλου ανάπτυξης που ακολουθήθηκε με αποτέλεσμα οι πηγές ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας να έχουν σχεδόν εκλείψει.
- Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη και όσον αφορά τις διασυνδέσεις του κυπριακού τραπεζικού τομέα με την Ελλάδα και όσον αφορά τις επιπτώσεις της κρίσης στις εξαγωγές και στον τουρισμό.
- Οι υφεσιακές επιπτώσεις της μνημονιακής πολιτικής λιτότητας, απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, αποδόμησης του κοινωνικού κράτους με εκτός ελέγχου οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις.
Οι πιο πάνω παράγοντες που οδήγησαν την κυπριακή οικονομία στην πιο βαθιά κρίση της ιστορίας της μετά το 1974 δεν είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους και επίσης έχουν διαφορετικό χρονικό προσδιορισμό. Κοινό τους σημείο, εν τούτοις, είναι η ταξική τους διάσταση: τα οικονομικά συμφέροντα που επενέργησαν για τον καθορισμό πολιτικών και οικονομικών αποφάσεων και μέτρων και συνδιαμόρφωσαν αυτό που μπορεί να αποκληθεί το «μοντέλο ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας» και που σήμερα βρίσκεται σε βαθιά διαρθρωτική κρίση.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και για τρεις δεκαετίες περίπου ο μοχλός ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας ήταν ο τουριστικός τομέας. Η βιομηχανία και η γεωργία ακολουθούσαν μια πτωτική τάση, που είχε όμως αντιστάθμιση από τους τομείς των υπηρεσιών και έτσι η Κύπρος είχε ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης, χαμηλή ανεργία και τα ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο καλύπτονταν από τα έσοδα από τον τουρισμό και άλλες υπηρεσίες. Αυτή η μορφή ανάπτυξης, όμως, είχε ημερομηνία λήξης η οποία σημειώθηκε στις αρχές του 2000, με τον τουριστικό τομέα να σταθεροποιείται, και την παραγωγική βάση της οικονομίας να συρρικνώνεται. Το 2003, επί προεδρίας Τάσσου Παπαδόπουλου, ως εκφραστή του τραπεζικού κεφαλαίου και των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών γενικότερα (δικηγόροι, λογιστές, συμβουλευτικά γραφεία κ.λπ.) ελήφθη μια συγκεκριμένη πολιτική απόφαση ούτως ώστε η Κύπρος να καταστεί «φορολογικός παράδεισος» με σκοπό την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων. Η επιδίωξη ήταν κυρίως ρωσικά κεφάλαια, τα οποία είχαν επιδείξει μια ανοδική τάση αρκετά χρόνια προηγουμένως, μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης και στα πλαίσια της διαδικασίας «μετάβασης στον καπιταλισμό» στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Έτσι, είχε ληφθεί η απόφαση ο εταιρικός φόρος να μειωθεί στο 10% από 26% που ίσχυε προηγουμένως και αποτελούσε τον μέσο όρο στην Ε.Ε., είχε την ευθύνη για την πιο σημαντική στροφή στην πορεία της κυπριακής οικονομίας και στην κατάληξη της σημερινής οικονομικής τραγωδίας.
Οι εξελίξεις στη δεκαετία του 2000 θα έπρεπε να ήταν κατά κάποιο τρόπο αναμενόμενες: μαζική εισροή κεφαλαίων κυρίως ρωσικής προέλευσης για να εκμεταλλευτούν τη χαμηλή φορολογία, τα οποία μετά από κατάλληλη διαχείριση έβρισκαν ξανά τον δρόμο προς τη Ρωσία όπου δεν μπορούσαν να φορολογηθούν για δεύτερη φορά (λόγω της συμφωνίας Κύπρου-Ρωσίας για την αποφυγή διπλής φορολογίας). Αυτή η διαδικασία η οποία μπορεί να ονομαστεί «ανακύκλωση», είχε τρομερά οικονομικά οφέλη για το τραπεζικό-χρηματοπιστωτικό κατεστημένο της κυπριακής οικονομίας. Ταυτόχρονα, όμως, υπέθαλπε και τρομερούς κινδύνους για την κυπριακή οικονομία και κοινωνία οι οποίοι δεν άργησαν να επαληθευθούν με τον πιο δραματικό τρόπο.
Οι οικονομικές εξελίξεις στη δεκαετία του 2000 θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως ένα έγκλημα το οποίο ήταν αναμενόμενο να επισυμβεί. Σχηματικά θα μπορούσαν να αναφερθούν τα πιο κάτω σημεία:
- Οι τράπεζες για να ελκύσουν καταθέσεις, εκτός από τη διαχείριση της διακίνησης κεφαλαίων, είχαν συστηματικά ψηλότερα καταθετικά επιτόκια από τον μέσο όρο στην Ε.Ε. με αποτέλεσμα ένα σημαντικό μέρος των ρωσικών κεφαλαίων (30 δις ευρώ, 40% των συνολικών καταθέσεων των κυπριακών τραπεζών), να κατευθυνθεί στις κυπριακές τράπεζες.
- Η αύξηση στις καταθέσεις από ρωσικά κεφάλαια, αποτέλεσε τη βάση για τη διόγκωση του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο, το μέγεθος του οποίου έφτασε οκτώ φορές το ΑΕΠ της χώρας.
- Η αύξηση στις καταθέσεις και τη ρευστότητα των κυπριακών τραπεζών χρηματοδότησαν την αύξηση στην κατανάλωση μέσω δανεισμού, όπως επίσης χρηματοδότησαν τη φούσκα των ακινήτων. Το ιδιωτικό χρέος έφτασε το 300% του ΑΕΠ, το μεγαλύτερο ποσοστό ιδιωτικού χρέους στην Ε.Ε.
- Επίσης, η αύξηση στη ρευστότητα των τραπεζών, τους έδωσε τη δυνατότητα να επεκταθούν διεθνώς: σε μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα, αλλά και στη Ρουμανία, Ουκρανία, Ρωσία και αλλού.
- Η πτωτική τάση στους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας, μεταποιητική βιομηχανία και γεωργία, συνεχίζεται πιο έντονα τη δεκαετία του 2000, με αποτέλεσμα το ποσοστό συμβολής τους στο ΑΕΠ να έχει φτάσει το 6% και 2% αντίστοιχα (από τα πιο χαμηλά ποσοστά στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και διεθνώς). Σαν αποτέλεσμα αυτών των τάσεων στην οικονομία, το εμπορικό έλλειμμα δεν καλυπτόταν πλέον από τις υπηρεσίες και τον τουρισμό με συνέπεια το έλλειμμα στις τρέχουσες συναλλαγές να φτάσει στο μη βιώσιμο επίπεδο του 15% ως ποσοστό του ΑΕΠ.
- Μετά το ξέσπασμα της κρίσης στην Ελλάδα το 2010, η ρευστότητα των τραπεζών αυξήθηκε περαιτέρω λόγω προσωρινής, όπως αποδείχθηκε, εισροής κεφαλαίων από την Ελλάδα. Στην περίοδο που ακολούθησε και μέχρι το 2012, οι τράπεζες συνέχιζαν τον εκτός ελέγχου δανεισμό σε μεγαλοεπιχειρηματίες ανάπτυξης γης και επίσης προχώρησαν στην πιο παράτολμη επένδυσή τους, σε ελληνικά κρατικά ομόλογα τα οποία πίστευαν ότι θα τους επέφεραν μεγάλη κερδοφορία για να μπορούν να δικαιολογούν τους τεράστιους μισθούς και μπόνους των διευθυντών των τραπεζών, το οποίο είχε γίνει συστατικό στοιχείο της λειτουργίας των τραπεζών την τελευταία δεκαετία.
Όλες αυτές οι τάσεις και ανησυχητικοί δείκτες της οικονομίας θα έπρεπε να ηχήσουν καμπανάκια συναγερμού και στους υπουργούς οικονομικών και στον διοικητή της κεντρικής τράπεζας. Αντ΄ αυτού, οι τράπεζες προστατεύθηκαν μέχρι την τελευταία στιγμή και παραπλανητικά όλοι μιλούσαν για το μεγάλο πρόβλημα του δημοσιονομικού ελλείμματος. Η οικονομική κρίση στην Κύπρο κάνει την εμφάνισή της ως μια τεραστίου μεγέθους τραπεζική κρίση έστω και αν οι επιπρόσθετοι παράγοντες, οι οποίοι έχουν προαναφερθεί, άρχισαν να λειτουργούν αρνητικά στην πορεία της οικονομίας: το ξέσπασμα της φούσκας των ακινήτων, οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη, η έλλειψη εναλλακτικών πηγών οικονομικής ανάπτυξης πέρα από τον τουρισμό και τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Η κυβέρνηση Χριστόφια, αν και επισήμανε ότι το πρόβλημα της κυπριακής οικονομίας ήταν κυρίως ο τρόπος που λειτουργούσε το τραπεζικό σύστημα, εν τούτοις ακολούθησε την πεπατημένη αντί έγκαιρα να προχωρήσει στην εφαρμογή ενός εναλλακτικού ριζοσπαστικού οικονομικού προγράμματος. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα μπορούσε να περιλαμβάνει ως άμεσες προτεραιότητες τα εξής:
- Εθνικοποίηση και άμεση αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος, τουλάχιστον όσον αφορά τις δύο μεγάλες τράπεζες και τον συνεργατισμό.
- Ενοποίηση του δημόσιου τραπεζικού τομέα, δημιουργία «κακής» τράπεζας για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κυρίως όσον αφορά τους μεγαλοεπιχειρηματίες ανάπτυξης γης, ριζικές αλλαγές στη λειτουργία των τραπεζών με γνώμονα την ανάπτυξη της οικονομίας και όχι την κερδοφορία.
- Μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος με αύξηση της φορολογίας στα ψηλά εισοδήματα και στις διάφορες μορφές πλούτου (γη, μετοχές, καταθέσεις).
- Εσωτερικός δανεισμός ακόμα και σε αναγκαστική μορφή για να καλυφτούν οι δημοσιονομικές ανάγκες, η χρηματοδότηση των τραπεζών και ένα νέο εναλλακτικό αναπτυξιακό πρόγραμμα.
- Εναλλακτική αναπτυξιακή στρατηγική με κατεύθυνση την ενδυνάμωση και αναβάθμιση της παραγωγικής βάσης της οικονομίας (πρωτογενής τομέας, βιομηχανία, ποιοτική αναβάθμιση του τουρισμού). Σε αυτό το πλαίσιο κύριες επιδιώξεις θα πρέπει ναι είναι η αύξηση των επενδύσεων, η βελτίωση της παραγωγικότητας, η τεχνολογική αναβάθμιση της οικονομίας, εξαγωγικός προσανατολισμός και νέες μορφές ιδιοκτησίας και πρωτοβουλίας (συνεργατικές, συνεταιριστικές κ.λπ.).
- Ριζική μεταρρύθμιση του κρατικού τομέα ενισχύοντας τον αναπτυξιακό και κοινωνικό του χαρακτήρα.
Μετά τις εκλογές του Φεβρουαρίου 2013, οι οικονομικές εξελίξεις στην Κύπρο ήταν καταιγιστικές. Η κυβέρνηση Αναστασιάδη συμφώνησε με την Τρόικα, μετά τις δύο διαδοχικές συναντήσεις του eurogroup στις 15 και 25 Μαρτίου 2013, το κούρεμα-κατάσχεση των τραπεζικών καταθέσεων στις δύο μεγάλες τράπεζες, η Λαϊκή ενσωματώθηκε στην Τράπεζα Κύπρου, ενώ ο συνεργατισμός ανακεφαλαιοποιήθηκε με τέτοιο τρόπο που ουσιαστικά άρχισε η προετοιμασία για την ιδιωτικοποίησή του. Οι αποφάσεις και οι διαδικασίες για τη μνημονιακή αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος ουσιαστικά ισοδυναμούν με την πλήρη κατάρρευση του κυπριακού τραπεζικού τομέα και η κατάληξη αυτής της διαδικασίας δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί.
Τα κύρια συστατικά του μνημονίου το οποίο συμφωνήθηκε μεταξύ της κυβέρνησης Αναστασιάδη και της Τρόικας είναι τα ακόλουθα:
Α. Δανειακή σύμβαση
- Συνολικό ποσό 10 δις ευρώ τα οποία κατανέμονται ως εξής:
α) 6 δις ευρώ, αναχρηματοδότηση χρέους
β) 3.0 δις ευρώ, κάλυψη δημοσιονομικού ελλείμματος
γ) 1.5 δις ευρώ, κεφαλαιοποίηση συνεργατισμού
δ) 1.0 δις ευρώ, απόθεμα για κεφαλαιοποίηση τραπεζών
ε) 1.5 δις ευρώ έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις και κεντρική τράπεζα.
Β. Μέτρα λιτότητας
- 6.5% του ΑΕΠ στην περίοδο 2013-2014 και 2.5% του ΑΕΠ στην περίοδο 2015-2016.
Οι μειώσεις στο δημοσιονομικό έλλειμμα θα προέλθουν από μειώσεις μισθών και προσωπικού στο δημόσιο τομέα, μειώσεις συντάξεων, αφαίρεση του επιδόματος απόκτησης κατοικίας, αφαίρεση του δικαιώματος πρόσβασης στο σύστημα υγείας, αύξηση του ΦΠΑ, οριακή αύξηση στον εταιρικό φόρο και στον φόρο κτηματικής περιουσίας.
Γ. Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις
Ουσιαστική εξουδετέρωση της ΑΤΑ, άνοιγμα επαγγελμάτων, στόχευση επιδομάτων και εισαγωγή ελάχιστου εισοδήματος, ιδιωτικοποιήσεις ημικρατικών οργανισμών, κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων.
Δ. Αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος
Κλείσιμο της Λαϊκής και ενσωμάτωσή της στην Τράπεζα Κύπρου, κούρεμα-κατάσχεση των καταθέσεων στην Τράπεζα Κύπρου της τάξης του 50% σε καταθέσεις πάνω από 100.000 ευρώ. Επιβολή εσωτερικών συναλλαγματικών περιορισμών και περιορισμός στη διακίνηση κεφαλαίων. Ανακεφαλαιοποίση του Συνεργατισμού με 1.5 δις ευρώ ο οποίος ουσιαστικά αλλάζει χέρια - για να επαναγοράσει τις μετοχές του, εκτός από την αποπληρωμή του κεφαλαίου των 1.5 δις, θα πρέπει να καταβάλλει ετήσιο τόκο 10%, διαφορετικά η κυβέρνηση θα διαθέσει τις μετοχές του συνεργατισμού σε ιδιωτικά κεφάλαια.
Η μνημονιακή πολιτική αποτελεί ένα αυστηρό και βίαιο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Αν συμπεριληφθούν και τα μέτρα μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος το 2012 τότε κατά την περίοδο 2012-2016 η επιδιωκόμενη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος ισοδυναμεί με 13%, πολύ κοντά με τη δημοσιονομική προσαρμογή που επιχειρήθηκε στην Ελλάδα με καταστροφικά αποτελέσματα και για την ανάπτυξη και στην αύξηση της ανεργίας. Ήδη, στην Κύπρο το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 6% το 2013, μετά από τη μείωση του 2% το 2012. Η ανεργία ξεπέρασε το 17%, (από την οποία το 50% είναι μακροχρόνια άνεργοι) και η ανεργία στους νέους κυμαίνεται γύρω στο 40%. Οι μισθοί έχουν μειωθεί κάθετα και στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα και τα επίπεδα φτώχειας αυξάνονται συνεχώς ιδίως στις μεγάλες ηλικίες. Υπάρχει μεγάλη μείωση στην κατανάλωση, στις επενδύσεις και στη βιομηχανική παραγωγή. Οι μικρές επιχειρήσεις, εκτός από το κούρεμα καταθέσεων που έχουν υποστεί, δεν μπορούν να εξασφαλίσουν δανεισμό ούτε για επενδύσεις αλλά και ούτε κεφάλαιο κίνησης. Οι ιδιωτικοποιήσεις των ημικρατικών οργανισμών έχουν ήδη δρομολογηθεί, (ΑΤΗΚ, ΑΗΚ, Αρχή Λιμένων) και έχει ήδη προετοιμαστεί το έδαφος για την ιδιωτικοποίηση του Συνεργατισμού.
Η μεγάλη μείωση στη ζήτηση λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής και της μείωσης σε μισθούς και εισοδήματα έχει συρρικνώσει όλες τις μορφές παραγωγής στην Κύπρο. Το ξέσπασμα της φούσκας των ακινήτων, η βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή, η έλλειψη προοπτικής στους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας συνθέτουν ένα πλαίσιο όπου οι δυνατότητες οικονομικής ανάπτυξης στην επόμενη περίοδο είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Οι προβλέψεις της κυβέρνησης και της Τρόικας για ανάκαμψη το 2015 είναι ευσεβοποθισμοί προς δημιουργία εντυπώσεων, θυμίζοντας το καταγέλαστο «σαξές στόρι» του Σαμαρά.
Η εφαρμογή του μνημονίου στην Κύπρο (θα) έχει καταστροφικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Το μνημόνιο είναι ένα κατ' εξοχήν ταξικό πρόγραμμα. Οι κυβερνώντες το έχουν καλοδεχτεί, όπως και οι εργοδοτικές οργανώσεις. Είναι ένα πρόγραμμα το οποίο έχει στοχευμένη επιδίωξη τη δημιουργία ύφεσης, την αύξηση της ανεργίας, τη μείωση μισθών και κοινωνικών παροχών και εκμηδενίζει τις προοπτικές ανάπτυξης. Στον τραπεζικό τομέα, όλα τα μέτρα που έχουν εφαρμοσθεί έχουν ένα και μοναδικό σκοπό: την αποφυγή της εθνικοποίησης των τραπεζών, αν και είναι ο μόνος τρόπος να αναδιοργανωθεί ο τραπεζικός τομέας πάνω σε βιώσιμη βάση. Επίσης το μνημόνιο επιδιώκει να ανοίξει νέες ευκαιρίες στην εισδοχή του κεφαλαίου και στην αγορά περιουσιακών στοιχείων σε εξευτελιστικές τιμές: ιδιωτικοποιήσεις ημικρατικών οργανισμών, ιδιωτικοποίηση του συνεργατισμού, εκποιήσεις και πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων υποθηκευμένων στις τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων και της πρώτης κατοικίας. Επιχειρείται στην Κύπρο, όπως και στις άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, μια ριζική αναδιάρθρωση της οικονομίας, της κοινωνίας και του κράτους στη βάση της νεο-φιλελεύθερης ιδεολογίας και απροκάλυπτα για την προώθηση των οικονομικών συμφερόντων του κεφαλαίου.
Η Αριστερά και τα κινήματα των εργαζομένων θα πρέπει να αντισταθούν και να προτείνουν ένα εναλλακτικό οικονομικό πρόγραμμα: εθνικοποίηση και δημοκρατικός έλεγχος των τραπεζών, φορολογία ψηλών εισοδημάτων και πλούτου (φορολογία του πλούτου σε ποσοστό 10% για μια διετία θα κάλυπτε μεγάλο μέρος των δανειακών αναγκών της Κύπρου και θα μπορούσε να επαναληφθεί για μια δεύτερη διετία αν χρειάζεται), επανασχεδιασμός της οικονομίας με σκοπό την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και των παραγωγικών τομέων της οικονομίας, μεταρρύθμιση και εκδημοκρατισμός του κράτους ενισχύοντας τον αναπτυξιακό και κοινωνικό του χαρακτήρα. Για την επίτευξη των πιο πάνω στόχων είναι απαραίτητη η άμεση απεμπλοκή από το μνημόνιο και η πολιτική-κοινωνική συνεργασία των δυνάμεων της Αριστεράς σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Παναγιώτης Παλλίνης